Σημεία και τέρατα στην ασφάλεια της Πινακοθήκης

Σημεία και τέρατα στην ασφάλεια της Πινακοθήκης

Πολλά κενά αλλά και αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με τα μέτρα ασφαλείας ανακύπτουν στην υπόθεση με την κλοπή των πινάκων από την Εθνική Πινακοθήκη τον Ιανουάριο του 2012. Ενας καθ’ ομολογίαν «φιλότεχνος ελαιοχρωματιστής» κατόρθωσε να μπει ανενόχλητος στο κτίριο της Εθνικής Πινακοθήκης στο κέντρο της Αθήνας και να αφαιρέσει έργα αξίας εκατομμυρίων ευρώ. Μέτρα ασφαλείας αστεία έως ανύπαρκτα, όπως προέκυψε από το πόρισμα του τότε γενικού επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.

Επί δώδεκα χρόνια δεν είχε πραγματοποιηθεί καμία αναβάθμιση των συστημάτων ασφαλείας. Το ηλεκτρονικό σύστημα ασφαλείας δεν κάλυπτε καν ολόκληρο τον χώρο της πινακοθήκης, όταν αντίστοιχα κάμερες ασφαλείας σε χιλιάδες σπίτια της Αττικής, και ειδικά στα βόρεια προάστια, καταγράφουν κινήσεις ακόμη και στο τελευταίο τετραγωνικό του σπιτιού. Οι φύλακες της πινακοθήκης, ανεκπαίδευτοι, δεν είχαν καν σύστημα ενδοεπικοινωνίας. Ακόμη και γειτονικά διαμερίσματα στο κέντρο της Αθήνας πιθανώς να έχουν καλύτερα αντικλεπτικά συστήματα ασφαλείας για πιθανή διάρρηξη ή τουλάχιστον σίγουρα πιο σύγχρονα από αυτά της πινακοθήκης, που χρονολογούνται από το 1992.

Οσο για την τοποθέτηση αισθητήρων στα ανεκτίμητα έργα τέχνης σε περίπτωση κλοπής, μάλλον αποτελεί όνειρο θερινής νυκτός για την Εθνική Πινακοθήκη. Εντυπωσιακά είναι επίσης όσα αναφέρει στο Documento ο τότε γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης Λέανδρος Ρακιντζής, o οποίος είχε κάνει έρευνα για την αναζήτηση τυχόν ευθυνών των αρμοδίων της πινακοθήκης. Οπως αποκαλύπτει στο Documento, από το μουσείο δεν εκλάπη μόνο ένας Πικάσο, ένας Μοντριάν και το σκίτσο του Μονκάλβο, αλλά συνολικά αποσπάστηκαν τρεις πίνακες και ένα σκίτσο.

«Μεγάλη κλοπή» σαν παιχνιδάκι

Ιανουάριος 2012, Εθνική Πινακοθήκη. Ο τότε 40χρονος ελαιοχρωματιστής Γιώργος Σ. βρίσκεται ακόμη μία φορά έξω από το κτίριο στην οδό Βασιλέως Κωνσταντίνου 50. Οπως παραδέχτηκε ο ίδιος στην ομολογία του ενώπιον του ανακριτή Θανάση Μαρνέρη, επί έξι μήνες επισκεπτόταν διαρκώς την Εθνική Πινακοθήκη. Ισως και πάνω από 50 φορές συνολικά, όπως κατέθεσε. Κρυμμένος μες στα φυτά παρατηρεί τον χώρο, τη συμπεριφορά των φυλάκων, πού υπήρχαν κάμερες κ.λπ. Το βράδυ της 8ης Ιανουαρίου αποφασίζει να κάνει αυτό που σχεδιάζει επί μήνες. Εισβάλλει στην πινακοθήκη και κλέβει πολύτιμους πίνακες. Το εγχείρημα αποδεικνύεται τελικά πολύ πιο εύκολο απ’ ό,τι περίμενε. Ακόμη και ο ίδιος εκπλήσσεται όταν αντιλαμβάνεται ότι οι μπαλκονόπορτες της πινακοθήκης είναι «ανασφάλιστες». Με το που ανοίγει την πόρτα ακούει ένα «μπιπ». Αντιλαμβάνεται ότι θα έρθει ο φύλακας και κλείνει πάλι την μπαλκονόπορτα.

«Αποφάσισα ότι εκνευρίζοντας τον φύλακα είναι ο καλύτερος τρόπος να πραγματοποιήσω την κλοπή κάνοντάς τον να πιστέψει ότι υπάρχει τεχνικό πρόβλημα στις ζώνες του συναγερμού. Ετσι επανέλαβα την ίδια διαδικασία αρκετές φορές. Ανοιγόκλεινα την μπαλκονόπορτα χωρίς να μπαίνω μέσα» κατέθεσε ο ελαιοχρωματιστής. Κατά τις 4 τα ξημερώματα μπαίνει πάλι στην πινακοθήκη, ενώ αφήνει ανοικτή την μπαλκονόπορτα. Ο δράστης καταφέρνει να κλέψει έργα ανεκτίμητης αξίας και ειδικότερα πίνακες του Πικάσο και του Μοντριάν κι ένα σκίτσο του Μονκάλβο. Μέσα σε επτά λεπτά βγάζει τις κορνίζες και τοποθετεί τα έργα τέχνης στον σάκο που έχει μαζί του. Ακόμη και σε διαμέρισμα στο κέντρο της Αθήνας μια διάρρηξη πιθανότατα θα είχε μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας.

Ο δράστης γίνεται αντιληπτός από τον φύλακα. Κατορθώνει να βγει στη Βασιλέως Κωνσταντίνου τρέχοντας, ενώ παράλληλα ακούει τον συναγερμό να χτυπάει και τις σειρήνες περιπολικών που σπεύδουν στο σημείο. Κατευθύνεται ξανά στην αποθήκη στο πάρκο που βρίσκεται δίπλα. Οι αστυνομικοί ερευνούν το πάρκο, όχι όμως και την αποθήκη. Επειτα από ώρα ο ελαιοχρωματιστής βγαίνει από εκεί μαζί με τα έργα τέχνης. Ανενόχλητος παίρνει ταξί και επιστρέφει στο σπίτι του.

Η είδηση της κλοπής λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις. Δεν είναι άλλωστε μικρό πράγμα να καταφέρει κανείς να εισβάλει στην Εθνική Πινακοθήκη στο κέντρο της Αθήνας και να αφαιρέσει πολύτιμα έργα. Οι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ που αναλαμβάνουν την υπόθεση εκτιμούν ότι «πρόκειται για έργο οργανωμένου κυκλώματος κλοπής έργων τέχνης», σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής. Οπως αναφέρουν, η κλοπή παρουσιάζει εξαιρετικές ομοιότητες με αυτή στο Παρίσι στις 20 Μαΐου 2010, όταν κλάπηκαν από το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης πέντε πίνακες. Μεταξύ αυτών έργα των Πικάσο, Ματίς και Μοντιλιάνι.

Αδιανόητα κενά ασφαλείας

Οι ευθύνες της διοίκησης της Εθνικής Πινακοθήκης και πρωτίστως της επικεφαλής Μαρίνα Πλάκα-Λαμπράκη, η οποία παρά την ανεύρεση δύο κλεμμένων πινάκων δεν έχει εμφανιστεί μέχρις ώρας έστω να πανηγυρίσει για την απροσδόκητη επιστροφή των κλοπιμαίων, είναι αναμφίβολα σημαντικές. Παρά το γεγονός ότι ουδέποτε αποδόθηκαν ευθύνες στους υπευθύνους για την ασφάλεια του μουσείου, αστυνομικές πηγές που χειρίστηκαν την υπόθεση το 2012 όπως και ειδικοί στον χώρο της ασφάλειας έκαναν λόγο για πολλά κενά ασφαλείας, ενώ το πόρισμα που είχε συντάξει στις αρχές του 2012 ο τότε γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης Λέανδρος Ρακιντζής ήταν καταπέλτης. Οι επιθεωρητές οι οποίοι είχαν αναλάβει να διερευνήσουν τα πιθανά κενά ασφαλείας που επέτρεψαν στον δράστη να εισβάλει στην πινακοθήκη και να αποχωρήσει λίγες ώρες μετά ανενόχλητος, αγκαζέ με τα πολύτιμα έργα τέχνης του Πικάσο, του Μοντριάν και του Μονκάλβο, εντόπισαν σημεία και τέρατα.

Η διευθύντρια της Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα

 

Προέκυψε συγκεκριμένα ότι από το 2000 δεν είχε πραγματοποιηθεί η παραμικρή αναβάθμιση των συστημάτων ασφαλείας που είχαν τοποθετηθεί στην Εθνική Πινακοθήκη το 1992, ενώ το ηλεκτρονικό σύστημα ασφαλείας που ήταν εγκατεστημένο δεν κάλυπτε εξ ολοκλήρου τον εξωτερικό χώρο του κτιρίου. Ο δράστης πιθανώς γνώριζε την ύπαρξη τυφλών σημείων και το εκμεταλλεύτηκε. Από την έρευνα προέκυψε παράλληλα ότι δεν υπήρχε εγχειρίδιο ή οδηγίες που να αναφέρονται στις ενέργειες των φυλάκων σε περίπτωση ληστείας, κλοπής ή ενεργοποίησης συναγερμού, ενώ οι φύλακες, οι οποίοι σημειωτέον κατά το πόρισμα του γενικού επιθεωρητή δεν είχαν περάσει ποτέ από ειδική εκπαίδευση για τη φύλαξη και τις ενέργειες στις οποίες θα έπρεπε να προβούν σε περίπτωση συμβάντος, δεν είχαν καν σύστημα ενδοεπικοινωνίας, με αποτέλεσμα να συνομιλούν από τα προσωπικά κινητά τηλέφωνά τους.

Οι παραπάνω σημαντικές πλημμέλειες θα ήταν ίσως αρκετές ώστε κάποιος επίδοξος κλέφτης πολύτιμων έργων τέχνης να εισβάλει στην Εθνική Πινακοθήκη και να αποσπάσει δίχως ιδιαίτερη δυσκολία πίνακες τεράστιας καλλιτεχνικής και οικονομικής αξίας. Εν προκειμένω όμως ο δράστης εκμεταλλεύτηκε ακόμη περισσότερα κενά ασφαλείας. Σύμφωνα εξάλλου με το πόρισμα των επιθεωρητών Δημόσιας Διοίκησης, ακόμη και ο συναγερμός αντιμετώπιζε προβλήματα αφού πολλές φορές χτυπούσε χωρίς να υπάρχει περιστατικό, επειδή είχαν αποφορτιστεί οι μπαταρίες και δεν είχαν αντικατασταθεί. Επιπροσθέτως, το προσωπικό, δηλαδή οι φύλακες, δεν μπορούσαν να συνδεθούν online με το υπουργείο Πολιτισμού ή την αστυνομία, η οποία σε περίπτωση προβλήματος λάμβανε ειδοποίηση από ιδιωτική εταιρεία σεκιούριτι, ενώ ακόμη και οι κασέτες που κατέγραφαν τα συμβάντα, επειδή χρησιμοποιούνταν χωρίς να αντικαθίστανται λόγω έλλειψης κονδυλίων, πολλές φορές είτε δεν έγραφαν, και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να ληφθεί εικόνα, είτε κατέγραφαν μη ευκρινή εικόνα.

Τέλος, είναι ενδιαφέρον ότι σύμφωνα με τον γενικό επιθεωρητή, την περίοδο εκείνη πραγματική φύλαξη στην πινακοθήκη έκαναν μόνο έντεκα άτομα, καθώς ένας βρισκόταν στην γκαρνταρόμπα, δύο απασχολούνταν στο πωλητήριο, ένας στα εισιτήρια, ένας είχε τον συντονισμό και κατά κανόνα ένας έλειπε για οποιονδήποτε λόγο. Αντίστοιχα, το βράδυ απασχολούνταν στην καλύτερη περίπτωση δύο νυχτοφύλακες. Ετσι, αν κάποιος απουσίαζε λόγω άδειας ή ασθένειας, στην πινακοθήκη παρέμενε μόνο ένας.

Το βράδυ εκείνο του Ιανουαρίου του 2012 στην πινακοθήκη βρισκόταν πράγματι μόνο ένας φύλακας, ο οποίος ήταν υποχρεωμένος να ελέγχει μόνος του μια έκταση περίπου 15.000 τ.μ. Παρότι αυτό είναι αδύνατον για οποιονδήποτε άνθρωπο, ο φύλακας, ο οποίος κατά πληροφορίες του Documento ζει πια στην περιφέρεια, τιμωρήθηκε τότε από την ιδιωτική εταιρεία στην οποία εργαζόταν με μείωση μισθού και μετάθεση. Στο πρόσωπό του βρέθηκε το εξιλαστήριο θύμα, ενώ οι πραγματικοί υπεύθυνοι παρέμειναν στο απυρόβλητο.

Αυτό άλλωστε επισήμανε μιλώντας στο Documento και ο τότε γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης Λέαν. Ρακιντζής. Ο ίδιος υπογράμμισε ότι δεν είχε αρμοδιότητα να αποδώσει ευθύνες στη διοίκηση της πινακοθήκης. «Στη διοίκηση δεν αποδόθηκαν ευθύνες από εμάς διότι δεν είχαμε αυτή την αρμοδιότητα» είπε και συμπλήρωσε: «Εμείς στείλαμε το πόρισμα στον εισαγγελέα αλλά δεν αποδόθηκαν ευθύνες. Ούτε βέβαια αποδόθηκαν πολιτικές ευθύνες. Αποδόθηκαν αντιθέτως ευθύνες στον ένα και μοναδικό φύλακα. Δεν μπορεί, όπως αντιλαμβάνεστε, ένας άνθρωπος να φυλάει 15.000 τ.μ.».

Σιγή για τον δεύτερο Μοντριάν

Απ’ όσα αποκάλυψε στο Documento ο κ. Ρακιντζής, ένα στοιχείο προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση. Αναφέρει με απόλυτη βεβαιότητα ότι από την πινακοθήκη δεν εκλάπη ένας Πικάσο, ένας Μοντριάν και το σκίτσο του Μονκάλβο, αλλά ότι συνολικά αποσπάστηκαν τέσσερα έργα. «Εκπλάπησαν τρεις πίνακες και ένα σκίτσο. Δύο Μοντριάν, ένας Πικάσο και το σκίτσο του Μονκάλβο, το οποίο κατά την άποψή μου είναι μεγαλύτερης αξίας από τους δύο Μοντριάν διότι πρόκειται για αναγεννησιακό σκίτσο το οποίο είχε δωρίσει στην Εθνική Πινακοθήκη το 1908 ο τότε δήμαρχος Οδησσού» εξήγησε ο ίδιος και πρόσθεσε ότι το σκίτσο έχει ειδική τεχνοτροπία και είναι σε ειδικό χαρτί. Πρόκειται για σκίτσο το οποίο ο δράστης ισχυρίζεται ότι πέταξε στην τουαλέτα. Ο Λέαν. Ρακιντζής βέβαια αμφισβητεί αυτό το αφήγημα, τονίζοντας ότι «δεν μπορεί να το πέταξε στην τουαλέτα διότι είναι σαφές ότι γνωρίζει από τέχνη».

«Για να επιλέξει να το κλέψει» είπε στο Documento «ξέρει ότι μπορούσε να πωληθεί. Αυτό το σκίτσο» συνέχισε ο πρώην γενικός επιθεωρητής «υποτίθεται ότι έχει καταστραφεί, ότι ο ελαιοχρωματιστής το έριξε σε κάποια τουαλέτα. Πιθανολογώ πως το σκίτσο αυτό βρίσκεται στην Ιταλία. Είχε εκτεθεί ένα τέτοιο σκίτσο σε δημοπρασία, αλλά η πινακοθήκη δεν έστειλε αντιπρόσωπο για να διαπιστώσει αν επρόκειτο για το έργο που είχε κλαπεί. Αρκέστηκε απλώς σε φωτογραφίες που εστάλησαν και στις οποίες υπήρχαν κάποιες διαφορές. Πρέπει από τη διοίκηση της πινακοθήκης να αναζητηθεί».

«Ως προς τον δεύτερο πίνακα του Μοντριάν, ο κατηγορούμενος λέει ότι τον κατέστρεψε. Προσωπικά πιστεύω ότι έχει πωληθεί. Ο Μοντριάν μπορεί να πωληθεί ευκολότερα. Ο Πικάσο δεν πωλείται με τίποτε. Ο κατηγορούμενος το γνώριζε αυτό. Εκτιμώ πάντως ότι η κλοπή ήταν στοχευμένη. Στόχος ήταν ο Πικάσο και επ’ ευκαιρία εκλάπησαν και τα υπόλοιπα. Πάντως ο Πικάσο δεν πωλείται με τίποτε. Υπάρχουν διεθνείς συνθήκες. Και χίλια χρόνια να περάσουν, αν βρεθεί ένας Πικάσο θα ανακτηθεί. Η μόνη περίπτωση να τον κλέψει κάποιος είναι για να τον βάλει σε ένα κελάρι και να τον βλέπει μόνο αυτός. Κατά πιθανότατα αυτή ήταν η στόχευση, αλλά λόγω του θορύβου που έγινε εκείνος που τον ήθελε έκανε πίσω. Προσωπικά αμφιβάλλω ότι ο δράστης ήταν μόνος του» σημείωσε ο κ. Ρακιντζής.

Πράγματι, όπως μας επιβεβαίωσε ο ίδιος, η δίωξη που είχε ασκηθεί από τον εισαγγελέα όταν έγινε η κλοπή ήταν κατά συναυτουργία. Αρχικά δηλαδή, εξήγησε ο κ. Ρακιντζής, υπήρχε η πληροφορία ότι ήταν τουλάχιστον δύο οι δράστες. «Πιστεύω ότι το διερευνά η αστυνομία. Η αστυνομία όμως πρέπει επιπρόσθετα να προσπαθήσει να βρει αν υπάρχει εντολέας και επιπλέον να προσπαθήσει να βρει τον δεύτερο πίνακα του Μοντριάν και η πινακοθήκη να στείλει αντιπρόσωπο στη Φλωρεντία ώστε να ανακτηθεί το σκίτσο του Μονκάλβο, αν βρεθεί» τόνισε.

Η ποινική μεταχείριση του κατηγορουμένου

Σύμφωνα με όσα είπε στο Documento ο πρώην γενικός επιθεωρητής, ο προφυλακισμένος από την περασμένη Πέμπτη κατηγορούμενος για τη λεγόμενη από τα μέσα ενημέρωσης «κλοπή του αιώνα» θα καταδικαστεί κατά πιθανότητα με κατηγορίες για διακεκριμένη κλοπή και φθορά. Κατά τον πολύπειρο δικαστικό, ο δράστης αντιμετωπίζει ποινή κάθειρξης έως δέκα έτη, αλλά πιθανότατα δεν θα του επιβληθούν για το αδίκημα της διακεκριμένης κλοπής περισσότερα από έξι χρόνια λόγω του πρότερου σύννομου βίου του, ενώ μικρή θα είναι η ποινή για τη φθορά.

Ο τότε γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης Λέανδρος Ρακιντζής

 

Ο Λέανδρος  Ρακιντζής εξήγησε ότι για φθορά προβλέπεται φυλάκιση μέχρι τρία έτη, η οποία υποχρεωτικά θα ανασταλεί. Κατά τον ίδιο, ο κατηγορούμενος θα καταδικαστεί σε κάθειρξη που δεν θα υπερβαίνει τα επτά έτη συνολικά, πράγμα που σημαίνει ότι εκτίοντας τα τρία πέμπτα της ποινής του, και με δεδομένο ότι στη φυλακή θα κάνει πιθανότατα μεροκάματα, θα παραμείνει στη φυλακή λιγότερο από τρία χρόνια συνολικά.

Καλύπτει κάποιους ο ελαιοχρωματιστής;

Ανεξαρτήτως της ποινικής μεταχείρισής του, η υπόθεση εγείρει πολλά ερωτήματα και αμφιβολίες. Το αφήγημα του «φιλότεχνου» ελαιοχρωματιστή δεν φαίνεται να πείθει εύκολα και ίσως στην παρούσα φάση να αποδεικνύεται βολικό για κάποιους. Εκτός κι αν από την έρευνα των αρχών προκύψει εμπλοκή και άλλων προσώπων. Ο δικαστικός Θ. Μαρνέρης άλλωστε που έχει αναλάβει την υπόθεση είναι έμπειρος ανακριτής που συνηθίζει να ψάχνει ακόμη και τις παραμικρές λεπτομέρειες. Οπως έκανε άλλωστε στην έρευνά του για την τραγωδία στο Μάτι.

Ο Ολλανδός ντετέκτιβ Άρθουρ Μπραντ

 

Σε συνέντευξή του πάντως στο Documento ο Ολλανδός ντετέκτιβ έργων τέχνης Αρθουρ Μπραντ εμφανίζεται βέβαιος ότι ο ελαιοχρωματιστής είχε και συνεργό. «Το παιχνίδι τελείωσε. Ο Γιώργος (σ.σ.: ο 49χρονος ελαιοχρωματιστής) δεν λέει όλη την αλήθεια. Ξέρω ότι θέλει να προστατεύσει κάποιους και θυσιάζει τον εαυτό του» σημείωσε στο Documento. «Αυτό είναι κατανοητό. Για παράδειγμα, ο Γιώργος αρνείται ότι υπήρχε και συνεργός μετά την κλοπή. Ομως δεν είναι έτσι. Συνεργός υπήρχε» υπογραμμίζει.Δεδομένου ότι από την πρώτη στιγμή η υπόθεση έχει πολλά κενά, όπως για παράδειγμα τα ανύπαρκτα έως αστεία μέτρα στην Εθνική Πινακοθήκη, ίσως τελικά η όλη υπόθεση να έχει μεγαλύτερη «ουρά» από αυτή που έχει φανεί μέχρι στιγμής.

Εξάλλου, όπως προκύπτει από δηλώσεις του ντετέκτιβ στην ολλανδική εφημερίδα «De Telegraaf», μια γυναίκα του αποκάλυψε ότι ο Γιώργος Σ. την προσέγγισε για να της πουλήσει τέσσερις κλεμμένους πίνακες. Δύο απ’ αυτούς, σύμφωνα με τον Μπραντ, ήταν οι κλεμμένοι από την Αθήνα Πικάσο και Μοντριάν, ενώ οι άλλοι δύο είχαν κλαπεί από μουσείο στην Ολλανδία. Μάλιστα ο ένας από τους πίνακες φέρεται πράγματι να πουλήθηκε στη Ρουμανία. Ο ντετέκτιβ αποκάλυψε παράλληλα στο Twitter φωτογραφίες από διαμέρισμα στο οποίο υποστηρίζει ότι ο Γιώργος Σ. έκρυβε τους κλεμμένους πίνακες και ζήτησε από τον δράστη να αποκαλύψει στις αρχές πού έχει κρυμμένους τους κλεμμένους ολλανδικούς πίνακες

Είχε εμπλακεί και σε άλλες υποθέσεις στην Ευρώπη

Ο Αρθουρ Μπραντ χαρακτηρίζει επίσης τον ελαιοχρωματιστή «έναν από τους πιο έξυπνους και επαγγελματίες διαρρήκτες που έχω δει ποτέ. Για μήνες μελέτησε την ασφάλεια του μουσείου και κατάφερε να ξεγελάσει τον φρουρό με ψεύτικους συναγερμούς. Είναι τετραπέρατος» υπογραμμίζει. Ομως αναφέρει και κάτι ακόμη. Αυτή στην Εθνική Πινακοθήκη δεν είναι η μοναδική κλοπή στην οποία έχει εμπλακεί ο 49χρονος δράστης.

«Υπάρχει και κάτι ακόμη που θέλω να αποκαλύψω. Ξέρω ότι ο Γιώργος είχε εμπλοκή και σε άλλες υποθέσεις στη Γαλλία και σε χώρα της ανατολικής Ευρώπης που δεν θέλω να κατονομάσω. Ο Γιώργος ξέρει για τι μιλάω. Γι’ αυτό του ζητώ ευγενικά να αποκαλύψει λεπτομέρειες γι’ αυτή την ιστορία και να μας βοηθήσει ώστε τα πράγματα να επιστρέψουν και εκεί. Οπως έκανε χαρούμενους και τους Ελληνες με την επιστροφή του εθνικού θησαυρού του Πικάσο. Ανθρωποι από μια χώρα που ο Γιώργος τους αγαπά. Ελπίζω να διαβάσει αυτό το μήνυμα». Οσα αναφέρει ο Ολλανδός ντετέκτιβ έργων τέχνης καταρρίπτουν το αφήγημα του «φιλότεχνου» ελαιοχρωματιστή και θέτουν μια σειρά από ερωτήματα για την υπόθεση.

Ο σύμβουλος του Χρυσοχοΐδη που ζήλεψε τον Mr Bean

Ο Γ. Αναστασάκος

 

Τον γύρο του κόσμου, φτάνοντας μέχρι και στο BBC, αλλά και των social media έκανε η εικόνα από το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη με την πτώση του πολύτιμου πίνακα του Πικάσο και την άγαρμπη τοποθέτησή του από σύμβουλο του υπουργού Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Πρόκειται για τον πρώην επικεφαλής της εταιρείας μετρήσεων τηλεθέασης AGΒ και σύμβουλο για θέματα αθλητικής ασφάλειας του υπουργού Προστασίας του Πολίτη. Ο Γιάννης Αναστασάκος, (φωτογραφία) όπως φαίνεται στα τηλεοπτικά πλάνα, πιάνει με γυμνά χέρια τον πίνακα του Πικάσο και τον τοποθετεί ξανά στο σημείο απ’ όπου είχε πέσει. Είναι ερώτημα γιατί κατά την παρουσίαση δεν κλήθηκαν επαγγελματίες με εξειδίκευση στην προστασία και τη διαχείριση των έργων τέχνης.

Ο Γ. Αναστασάκος είχε απασχολήσει ξανά τα ΜΜΕ το 2019, όταν έπεσε θύμα ξυλοδαρμού στο Χαλάνδρι. Σύμφωνα με όσα είχαν διαρρεύσει την περίοδο εκείνη, κατευθυνόταν από το γραφείο του στο υπουργείο στον σταθμό του Χαλανδρίου όπου είχε αφήσει το αυτοκίνητό του. Εκεί δέχτηκε επίθεση από τουλάχιστον δύο άτομα, τα οποία τον χτύπησαν με αποτέλεσμα να τον τραυματίσουν. Μέχρι και σήμερα η υπόθεση δεν έχει εξιχνιαστεί.

 

Documento Newsletter