Στον γνωστό μύθο ο Χότζας βάζει σταδιακά ζώα μέσα στο σπίτι του Μήτσου. Κάποια στιγμή ο Χότζας βγάζει το γουρούνι από το σπίτι και ο Μήτσος λέει «ευχαριστώ, Χότζα μου!».
Κάπως έτσι έχει η ιστορία με τις διακηρύξεις ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με μισθούς, συντάξεις κ.λπ., όπου διαγκωνίζονται σε υποσχέσεις για το πόσα γουρουνάκια θα βγάλουν έξω από το σπίτι των Μήτσων, κρύβοντας ότι ο πυρήνας της πολιτικής που θα εφαρμόσουν είναι κοινός και βαθιά αντιλαϊκός.
Το ζητούμενο κατά την ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι να αποκαλυφθεί η αντεργατική, αντικοινωνική πολιτική που ασκείται και κυρίως να τεθεί η ανάγκη ρήξης και ανατροπής της.
Η ρήξη έχει κοινωνικοταξικό «ονοματεπώνυμο». Σημαίνει αναμέτρηση με τις τρεις «ιερές αγελάδες» την οποία τα αστικά και ακροδεξιά κόμματα δεν αγγίζουν, αλλά καθορίζουν την πραγματική κατάσταση ζωής: α) Με τη μεγάλη καπιταλιστική ιδιοκτησία και τον εργοδοτικό δεσποτισμό, β) με την ΕΕ, το Σύμφωνο Σταθερότητας και τις ευρωμνημονιακές δεσμεύσεις και γ) με το ΝΑΤΟ και τους πολεμικούς εξοπλισμούς που επιβάλλει, μαζί και τις «διευκολύνσεις» μέσω των βάσεων των ΗΠΑ.
Δεν υπάρχει Αριστερά που να τιμά το όνομά της αν δεν επιδιώκει να χάσει πλούτο, ιδιοκτησία και δύναμη το κεφάλαιο. Στο πλαίσιο αυτό θέτουμε τον στόχο των εθνικοποιήσεων χωρίς αποζημιώσεις και με εργατικό/κοινωνικό έλεγχο.
Παλιά λέγαμε πως «όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, από κάτω θα βρεις την ΕΕ». Σήμερα υπάρχουν ολόκληροι… βράχοι με την υπογραφή της. Η αναγκαία διαγραφή του ληστρικού δημόσιου χρέους γίνεται πλέον συνώνυμη με τη ρήξη και την έξοδο από την ΕΕ. Η άρνηση των ιδιωτικοποιήσεων αποτελεί εξ αντικειμένου ανατροπή της λεγόμενης πολιτικής «απελευθέρωσης» της αγοράς που επιτελικά έχει σχεδιάσει η ΕΕ. Το έγκλημα των δολοφονικών λογαριασμών ενέργειας δημιουργήθηκε με την οργάνωση του Χρηματιστήριου Ενέργειας που έστησε η ΕΕ. Από το τέλος του 2023 τελειώνει η «ρήτρα διαφυγής» και επανέρχονται οι μνημονιακές δημοσιονομικές δεσμεύσεις. Μόνο ο στόχος για μετάβαση σε 2% πρωτογενές πλεόνασμα σημαίνει αφαίμαξη 7-9 δισ. ευρώ από την κοινωνία μέσα σε μία χρονιά.
Στις συνθήκες αυτές είναι ακατανόητες η αφωνία και η μη πρόταξη των πολιτικών στόχων για ρήξη και αποδέσμευση από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ (ΚΚΕ) και πολύ περισσότερο η αυταπάτη ότι θα λυθούν όλα στο πλαίσιο της ΕΕ και της ΕΚΤ (Βαρουφάκης).
Το ερώτημα δεν είναι ποια «σταθερή, δυνατή κυβέρνηση» θα έχουμε για να μας αλλάξει τα φώτα ούτε ποια συναινετική ή «πολιτικών συμπερασμάτων» αντιπολίτευση θα μαζεύει ψήφους για τις επόμενες εκλογές, αλλά αν θα υπάρξει εργατική ανατρεπτική αντιπολίτευση.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μιλάει για εργατική αντιπολίτευση, δηλαδή αυτήν που χρειάζονται εργάτες και εργάτριες, φτωχομεσαίοι αγρότες και μικροεπαγγελματίες, φτωχοί και άνεργοι. Ενάντια στη συσκότιση όσων κάνουν ότι δεν βλέπουν πως υπάρχουν εργατική και αστική τάξη σε αυτήν τη χώρα (54% αύξηση των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων το 2022!), παρά μόνο κάποιοι λίγοι «ευάλωτοι» (που θα τους δώσουν κουπόνια φιλευσπλαχνίας) και πολλοί της «μεσαίας τάξης» (όπου υπόσχονται «υγιή επιχειρηματικότητα»).
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μιλάει για ανατρεπτική αντιπολίτευση αλά γαλλικά, όπου οι απεργίες δεν είναι προβλέψιμες σαν τις γιορτές, αλλά κλιμακούμενες και συνδεδεμένες με μορφές μαχητικής δράσης.
Αλλά η ανατρεπτική αντιπολίτευση ορίζεται και με την πολιτική ανεξαρτησία από τον αστικό διπολισμό και με την προοπτική της συνολικής αντικαπιταλιστικής επαναστατικής ανατροπής και ενός νέου σοσιαλισμού/κομμουνισμού.