Με την πρόταση για νομοθέτηση από τώρα του μηχανισμού αυξημένων εγγυήσεων «κόφτης» για ένα έτος προσέρχεται σήμερα η κυβέρνηση στο Eurogroup. Χθές ο ΥΠΟΙΚ Ευκλείδης Τσακαλώτος και ο αν. ΥΠΟΙΚ Γιώργος Χουλιαράκης είχαν σειρά διερευνητικών επαφών.
Βασικός στόχος ήταν οι Ευρωπαίοι ομόλογοί τους να «ανάψουν» το πράσινο φως για την έναρξη των συνομιλιών για την ολοκλήρωση, μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου (επόμενο Eurogroup), της 2ης αξιολόγησης.
Ο χρόνος πιέζει και τις Βρυξέλλες με ανώτερο αξιωματούχο της ευρωζώνης να δηλώνει ότι ο Φεβρουάριος «είναι ο τελευταίος μήνας, κατά τον οποίο μπορεί να βρεθεί λύση για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, καθώς από τον Μάρτιο και μετά ξεκινά μια μακρά εκλογική περίοδος για σειρά κρατών-μελών.
Στόχος για τις Βρυξέλλες και κυρίως για το Βερολίνο είναι το ΔΝΤ να παραμείνει στο πρόγραμμα ενώ για την Αθήνα να αποφύγει την προκαταβολική νομοθέτηση μέτρων μετά το 2018 (ανοιχτά βέβαια παραμένουν ακόμη θέματα όπως οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, προϊόντων και ενέργειας).
Η κυβέρνηση προσέρχεται στη σημερινή συζήτηση με την πρόταση για νομοθέτηση από τώρα του μηχανισμού αυξημένων εγγυήσεων «κόφτης» για ένα έτος και οι δανειστές με την πρόταση για νομοθέτηση από τώρα μέτρων όπως η μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης και η διεύρυνση της φορολογικής βάσης με ρήτρα αναίρεσης αν πιαστούν οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα και δίνουν τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Μένει βέβαια να προσδιοριστούν τόσο το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων όσο και η χρονική τους διάρκεια.
Από αυτή τη βάση θα ξεκινήσουν, πλην συγκλονιστικού απροόπτου από αύριο οι συζητήσεις με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Δ. Τζανακόπουλο να δηλώνει σήμερα στην ΕΡΤ ότι οι όποιες καθυστερήσεις, οφείλονται «στις αντικρουόμενες απόψεις για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων για το 2018 και για τον τρόπο με τον οποίο θα μπορέσουν οι στόχοι που θα τεθούν να πιαστούν μετά το 2018».
Σύμφωνα πάντως με τον κ. Τζανακόπουλο η ελληνική κυβέρνηση «δεν πρόκειται να αποδεχθεί παράλογες προτάσεις εκ μέρους του ΔΝΤ» υπονοώντας ευθέως τη νομοθέτηση από τώρα μέτρων για μετά το 2018, νομοθέτηση που πέρα από συνταγματικά κολλήματα έχει και πρακτικά προβλήματα.