Σφίγγει εκ νέου ο βρόχος της ΕΚΤ στην Ευρώπη

Η ΕΚΤ αύξησε κι άλλο τα επιτόκια ανοίγοντας την ψαλίδα μεταξύ απληστίας και λιτότητας.

Καταρχάς το δεδομένο: η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προχώρησε σε νέα, κατά 0,25%, αύξηση των επιτοκίων. Είναι η ένατη κατά σειρά αύξηση στην αν μη τι άλλο αποτυχημένη προσπάθεια της επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ να ελέγξει τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη μέσω της καταστροφής των χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Ο τρόπος είναι απλός. Αυξάνουμε το κόστος απόκτησης του ευρώ και με αυτό τον τρόπο μειώνεται η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση της κατανάλωσης. Αυτό οδηγεί σε πτώση τιμών, ώστε να τιθασευτούν οι πληθωριστικές πιέσεις.

Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων αυξάνονται σε 4,25%, 4,50% και 3,75% αντιστοίχως. Σε κάθε περίπτωση όμως, όπως έσπευσε να διευκρινίσει, δεν τίθεται θέμα μείωσης επιτοκίων, η οποία σύμφωνα με εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ δεν θα επιτευχθεί πριν από το 2025. Κάπως έτσι η Κριστίν Λαγκάρντ, που διατεινόταν το φθινόπωρο του 2021 ότι ο πληθωρισμός είναι προσωρινός, «σφίγγει την κοινωνία» αυξάνοντας το κόστος απόκτησης του ευρώ.

Επικίνδυνη κατάσταση

Εδώ στήνεται ένα επικίνδυνο γαϊτανάκι μεταξύ αισχρών κερδών των εταιρειών, της κοινωνίας, των δανειοληπτών και των τραπεζών. Ομως είναι γνωστό ότι σε κάθε παιχνίδι υπάρχουν κερδισμένοι και χαμένοι. Η ΕΚΤ έχει στήσει το παιχνίδι της καταστροφής των χαμηλών σε εισοδήματα στρωμάτων, αφού όσο αυξάνεται το κόστος χρήματος, μειώνεται η καταναλωτική δαπάνη. Είναι στην ουσία το παιχνίδι του νεοφιλελευθερισμού ενάντια στο κοινωνικό κράτος και στις κοινωνίες. Ενα παιχνίδι που έχει τον κανόνα ότι «η αγορά αυτορρυθμίζεται». Έτσι όμως αυξάνεται η απληστία. Αυτήν τη διαδικασία έχουν περιγράψει ψυχρά οι εμπειρογνώμονες του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής στην πρόσφατη έκθεσή τους: «Όπως έχει αναφερθεί επανειλημμένα σε προηγούμενες εκθέσεις του Γραφείου, ο πληθωρισμός έχει αναδιανεμητικές επιπτώσεις, δηλαδή βελτιώνει τη θέση κάποιων επιδεινώνοντας τη θέση κάποιων άλλων. Σε πρόσφατη έρευνά του, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο διαπιστώνει ότι ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης από τις αρχές του 2022 οφείλεται κατά 45% στα υψηλότερα επιχειρηματικά κέρδη, κατά 40% στις τιμές εισαγωγών και κατά μόλις 25% στην αύξηση των μισθών, ενώ η φορολογία είχε αρνητική επίδραση.

Τα περιθώρια κέρδους

Το φαινόμενο έχει χαρακτηριστεί ως greedflation (πληθωρισμός απληστίας) και θέτει νέα διλήμματα στην αντιμετώπισή του. Συγκεκριμένα, η αποτελεσματικότητα της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής εξαρτάται περισσότερο από τη συγκράτηση των επιχειρηματικών κερδών και λιγότερο από τον έλεγχο των μισθολογικών αυξήσεων. Με άλλα λόγια, χωρίς μείωση των περιθωρίων κέρδους, η επιστροφή του πληθωρισμού στο επίπεδο του 2% θα απαιτήσει περισσότερο χρόνο και υψηλότερα επιτόκια, με τις ανάλογες αρνητικές συνέπειες στην ευρύτερη οικονομική δραστηριότητα».

Βέβαια έστω και στρεβλά, διά της πάταξης της αγοραστικής δύναμης, η ΕΚΤ προσπαθεί να συγκρατήσει τον πληθωρισμό. Στην Ελλάδα που κυβερνά ο Κυριάκος Μητσοτάκης συμβαίνει το αντίθετο. Η κυβερνητική προσπάθεια να στηθούν ολιγοπώλια που θα παράγουν αισχρά κέρδη βιώνεται ως «κυβερνητική σταθερότητα». Άλλωστε το βιώνουμε στην ενέργεια (υγρά καύσιμα και ηλεκτρικό ρεύμα). Αλλά και στα κέρδη κάποιων μεγάλων επιχειρήσεων (150 εισηγμένες εμφάνισαν το 2022 αύξηση της τάξης άνω του 300% στα κέρδη τους).

Ετικέτες