Σεξουαλική κακοποίηση, μία βόμβα που εκρήγνυται στα βάθη της ψυχής

Σεξουαλική κακοποίηση, μία βόμβα που εκρήγνυται στα βάθη της ψυχής

Το τραύμα των θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης επωάζεται, θεριεύει και _x000D_
πολλές φορές καταπίνει τους ανθρώπους που το θάβουν βαθιά μέσα τους με _x000D_
σκοπό την αυτοπροστασία.

Γιατί μιλάει τώρα; Γιατί δεν αντέδρασε; Τι έκανε τέτοια ώρα στο σπίτι του; Τι φορούσε; Αυτές είναι μόνο μερικές από τις ερωτήσεις με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπο ένα θύμα σεξουαλικής κακοποίησης, παρενόχλησης ή βιασμού.

Παρατηρείται δηλαδή μια επιχείρηση απόδοσης ευθυνών στο άτομο που έχει δεχτεί τη βία και όχι στο άτομο που την άσκησε, με αποτέλεσμα τον επανατραυματισμό του θύματος.

Τα κοινωνικά στερεότυπα, η ανισότητα των φύλων αλλά και η κατάχρηση εξουσίας σε χώρους εργασίας συνθέτουν ένα σκηνικό βάλτου, στο οποίο τα θύματα βυθίζονται όλο και περισσότερο στην προσπάθειά τους να συνειδητοποιήσουν τι τους έχει συμβεί, ενοχοποιώντας τον ίδιο τους τον εαυτό.

Γιατί δεν αντέδρασε;«Ο εγκέφαλος του πρώτου ανθρώπου όταν αντιμετώπιζε μια απειλή για τη σωματική του ακεραιότητα αρχικά είχε δύο αντιδράσεις: τη φυγή ή την επίθεση. Κατά την πάροδο των χρόνων όμως και με την εξέλιξη του ανθρώπου δημιουργήθηκε και μια τρίτη αντίδραση, κατά την οποία ο άνθρωπος παγώνει στην κατάσταση και δεν τη διαχειρίζεται. Εδώ λοιπόν έρχεται και εδρεύει το τραύμα που δημιουργείται στον ψυχισμό και τον νου του ανθρώπου» εξηγεί στο Documento ο ψυχολόγος Ιωάννης Νίκου. Η υπερασπιστική γραμμή των θυτών πολλές φορές πραγματεύεται αυτό το πάγωμα προσπαθώντας με χυδαίο τρόπο να δικαιολογήσει τις αποτρόπαιες πράξεις.

«Σε τέτοιες καταστάσεις, όπως είναι ο εκφοβισμός, το bullying, η σεξουαλική κακοποίηση και η ασέλγεια σε οποιαδήποτε ηλικία, επειδή δεν υπάρχει κάποια γνωστή και δεδομένη αντίδραση και το άτομο πιάνεται εξαπίνης, είναι δύσκολο πολλές φορές είτε να φύγει είτε να επιτεθεί ανάλογα και τις συνθήκες και το περιβάλλον στο οποίο κινείται, επομένως βρίσκεται συνήθως στη στάση του παγώματος. Σε αυτήν τη συνθήκη όμως ο εγκέφαλος δεν κλείνει το σύστημα εγρήγορσης και οι ορμόνες κυλούν μες στο σώμα του ανθρώπου και δεν μπορεί να το διαχειριστεί. Το τραύμα λοιπόν έρχεται και εδράζεται στον εγκέφαλο πλέον και ο άνθρωπος για να αντεπεξέλθει δεν το διαχειρίζεται. Είναι αυτό που λέμε “το βάζω κάτω από το χαλί για να μην το βλέπω”. Αυτό σε πρώτο χρόνο μπορεί να είναι χρήσιμο για να μπορέσει να αφήσει τον άνθρωπο να λειτουργήσει στην υπόλοιπη καθημερινότητά του» υπογραμμίζει ο Ι. Νίκου.

Η σιωπήΤο να μιλήσει ένας άνθρωπος που έχει δεχτεί σεξουαλική κακοποίηση δεν ήταν ποτέ εύκολο. Πόσο μάλλον στην Ελλάδα που ένα ελάχιστο ποσοστό των επίσημων καταγγελιών καταλήγει στις δικαστικές αίθουσες, με ένα μεγάλο ποσοστό των θυμάτων να αμφισβητείται, να λοιδορείται και να αποτρέπεται τόσο από τους κρατικούς μηχανισμούς όσο και από την ίδια την κοινωνία.

«Ενας πολύ σημαντικός λόγος εξαιτίας του οποίου ένα θύμα σιωπά είναι το στίγμα. Δυστυχώς, όταν η ζωή έχει χρωματιστεί από μια τραυματική εμπειρία τέτοιου τύπου, χρωματίζονται και η καθημερινότητα, η κατάσταση της υγείας, οι συμπεριφορές στις σχέσεις, η αλληλεπίδραση με άλλα άτομα και σίγουρα πίσω από όλα αυτά εδρεύει ο φόβος: φόβος για το περιστατικό, φόβος για την κριτική και φόβος για το μετά. Οταν δεν υπάρχει δίκτυο υποστήριξης ο επανατραυματισμός είναι σχεδόν βέβαιος, γιατί αν κάποιος εκφραστεί και δεν ακουστεί, πρώτα από όλα νιώθει ευάλωτος γιατί και έχει ξηλώσει το τραύμα και ανησυχεί για τη γνώση που έχει δώσει στον απέναντί του. Γι’ αυτό άλλωστε πολλοί όταν νιώθουν ότι δεν θα υποστηριχτούν ή δεν θα βρουν ένα δίκτυο να νιώσουν ασφάλεια το θάβουν. Δεν θάβεται όμως ως εμπειρία, έρχεται και δηλώνει την παρουσία της σε τακτά χρονικά διαστήματα» συμπληρώνει ο κ. Νίκου.

Γιατί τώρα;Ισως η πιο συχνή ερώτηση των τελευταίων ημερών είναι το «γιατί τώρα;», γιατί 10, 20, 30 χρόνια μετά, με μια διάθεση αμφισβήτησης του ίδιου του γεγονότος μόνο και μόνο εξαιτίας της χρονικής στιγμής της εξομολόγησης.

«Η απάντηση στο “γιατί τώρα;” είναι γιατί τώρα το θύμα ακούγεται, γιατί τώρα κάποιος βρήκε το θάρρος να κάνει την πρώτη κίνηση και να ανοίξει το απόστημα. Ενα απόστημα που βρίσκεται στο σώμα μας, όσο είναι εκεί δεν το βλέπουμε, αλλά αυτό κακοφορμίζει. Οταν για κάποιον λόγο ο χειρουργός το ανοίξει δεν είναι ευχάριστο αυτό που βλέπουμε, όμως κάποια στιγμή όσο καθαρίζεται ο οργανισμός προχωρά στην ίαση. Η πρώτη ίαση του ατόμου που έχει τραυματιστεί είναι η έκφραση, το δεύτερο επίπεδο είναι ότι νιώθει πως έχει ακουστεί, ότι τον έχουν συναισθανθεί και το τρίτο κομμάτι είναι η αποδοχή. Εκεί θα βρει τις δικτυώσεις για να μπορέσει να εξισορροπήσει όλο αυτό στην καθημερινότητα. Ετσι λειτουργεί η ψυχοθεραπεία. Αυτό που γίνεται τώρα είναι ένα πρώτο βήμα ψυχοθεραπείας των συγκεκριμένων ανθρώπων» αναφέρει ο Ι. Νίκου.

Εννοιες όπως ο βιασμός, η σεξουαλική κακοποίηση ή η σεξουαλική παρενόχληση αφορούν την άσκηση βίας που μπορεί να έχει αποδέκτη και τα δύο φύλα. Ωστόσο το ποσοστό ανάμεσα σε γυναίκες και άντρες είναι δυσανάλογο.

«Η οποιαδήποτε μορφή σεξουαλικής βίας θεωρούμε ότι είναι μια πράξη εχθρική που το άτομο τη βιώνει ως εξευτελιστική. Συνήθως αυτό που λέμε τραύμα σε έναν βιασμό αφορά τις συνέπειες που έχει αυτό το επεισόδιο στον τρόπο που το άτομο αντιλαμβάνεται τον εαυτό του. Δηλαδή το άτομο χάνει την εικόνα που έχει για τον ίδιο, χάνει την έννοια του ελέγχου, την έννοια της ικανότητας. Διάβασα τι έλεγε ένα θύμα βιασμού περιγράφοντας πώς ένιωσε: “Είναι σαν μια βόμβα που εκρήγνυται στα βάθη της ψυχής σου”. Είναι μια τόσο δυνατή καταστροφική εμπειρία γιατί θρυμματίζει την αυτοεικόνα του ατόμου, καταλύει την ικανότητά του να εμπιστευτεί τον εαυτό του και τους άλλους. Αισθάνεται ανάξιο φροντίδας, ανάξιο αγάπης. Παραβιάζονται το σώμα, η ψυχή, το συναίσθημα – παραβιάζεται το ηθικό και κοινωνικό όριο» λέει στο Documento η Ελένη Κουλοσούσα, ψυχολόγος στο Συμβουλευτικό Κέντρο Αθήνας, το οποίο υπάγεται στο Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας (ΚΕΘΙ) και είναι μία από τις 63 δομές της Γενικής Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων (ΓΓΟΠΙΦ).

«Η σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία είναι κατάφωρη κατάχρηση εξουσίας, η οποία διατηρείται και ενισχύεται από την κουλτούρα των άνισων σχέσεων. Από την έμφυλη ανισότητα που υπάρχει ούτως ή άλλως και αντανακλάται στους κανόνες της κοινωνίας και τα στερεότυπα, με αποτέλεσμα η γυναίκα να σιωπά, να νιώθει ενοχή, να μην καταγγέλλει τη σεξουαλική παρενόχληση γιατί πιστεύει ότι θα κατηγορηθεί και πως δεν θα γίνει πιστευτή ή ότι μπορεί να χάσει τη δουλειά της. Χωρίς όλο αυτό να υποτιμά τη σεξουαλική παρενόχληση από συναδέλφους –και όχι από προϊσταμένους– γιατί και εκεί υπάρχει μια κοινωνική εξουσία που έχει να κάνει με τα στερεότυπα. Γι’ αυτό επιμένουμε ότι η βία στις γυναίκες είναι δυσανάλογα μεγάλη σε σχέση με τους άντρες, γι’ αυτό επιμένουμε ότι έχει να κάνει με τα στερεότυπα, γι’ αυτό επιμένουμε να μιλάνε οι γυναίκες. Γιατί, βλέπετε, ξεκίνησε τώρα μία γυναίκα και έχει ακολουθήσει ένα τσουνάμι αποκαλύψεων. Καμία δεν είναι μόνη και δεν είναι η μόνη» τονίζει η Ελ. Κουλοσούσα.

Παιδική κακοποίηση

Πώς βιώνει ένα παιδί τη βαναυσότητα πάνω στο σώμα του;

Η σεξουαλική κακοποίηση είναι από μόνη της μια απεχθής πράξη που προκαλεί αποστροφή στον υγιή πληθυσμό. Τι γίνεται όμως όταν μιλάμε για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών; Πώς νιώθει, πώς αισθάνεται και πώς πράττει ένα παιδί όταν βιώνει σεξουαλική κακοποίηση; Γιατί δεν μίλησε έστω σε κάποιον από την αρχή; Γιατί δεν είπε «όχι»; Τι σκεφτόταν;

«Σκεφτόταν ότι αυτό που συμβαίνει ίσως είναι ένδειξη αγάπης και τρυφερότητας, οπότε θα ήταν λάθος αν έλεγε ότι το ενοχλούσε. Μην ξεχνάμε πως στις εννέα στις δέκα περιπτώσεις ο θύτης είναι ένας άνθρωπος τον οποίο ήδη γνωρίζει πολύ καλά, εμπιστεύεται και αγαπάει. Δεν μπορεί να πιστέψει ότι ένας άνθρωπος που το αγαπάει μπορεί παράλληλα να του κάνει και κακό. Ακόμη και όταν το κακοποιεί σεξουαλικά, εκείνη ακριβώς τη στιγμή ένα κομμάτι του τον αγαπάει. Επίσης δεν θέλει να τον προδώσει γιατί σκέφτεται ότι θα πληγωθεί εκείνος, ότι θα δημιουργήσει προβλήματα λέγοντάς το. Νιώθει ντροπή για τις πράξεις στις οποίες υποβλήθηκε (όχι συμμετείχε), αφού έχει μάθει από την κοινωνία στην οποία ζει (την οικογένεια, το σχολείο, το φιλικό και συγγενικό περιβάλλον, τα ΜΜΕ) ότι είναι ντροπιαστικές και απαγορευμένες και ότι θα χαρακτηριστεί “βρόμικο”, “εξευτελισμένο” και “ατιμασμένο”. Γι’ αυτό τον λόγο δεν μπορούσε ούτε να μιλήσει σε κάποιον οικείο του, γιατί το θέμα του σεξ ήταν ταμπού» αναφέρει στο Documento η Λίνα Λυκομήτρου, σύμβουλος οικογένειας και ζευγαριών και υπεύθυνη επικοινωνίας και ιδρυτικό μέλος της δράσης Αγγιγμα και Ορια, και συμπληρώνει:

«Εχουμε μάθει ως κοινωνία και είναι βαθιά ριζωμένο μέσα μας ότι όταν κάποιος κακοποιείται σεξουαλικά δεν είναι θύμα ενός εγκλήματος. Δεν τον αντιμετωπίζουμε ως κάτι τέτοιο, αλλά ως θύμα εξευτελισμού, ατίμωσης και λύπησης. Τα βλέμματα στρέφονται στο θύμα και όχι στον θύτη. Ο θύτης κρατάει ακόμη γερά τη δύναμή του. Είναι αυτός που ικανοποιήθηκε. Αλλωστε αυτό είναι το φυσιολογικό. Η αξία του ως μέλους μιας ηθικής κοινωνίας δεν κλονίζεται τόσο όσο η αξία και η ηθική ενός παραβιασμένου ανθρώπου. Για να σε πιστέψουν πρέπει πρώτα να αποδείξεις την ηθική σου αξία, ότι δεν προκάλεσες. Θα σε ρωτήσουν τι έκανες, πώς αντέδρασες. Και αν η απάντησή σου είναι ότι απλώς έμεινες ακίνητος και το υπέμεινες, τότε το συμπέρασμα θα αλλάξει. Δεν είναι εύκολο να μιλήσει κάποιος για τη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη ως παιδί. Για να μπορέσει να μιλήσει πρέπει πρώτα να αποδεχτεί ότι κακοποιήθηκε, να αποδεχτεί ότι προδόθηκε από έναν τόσο αγαπημένο άνθρωπο και τέλος να αντιμετωπίσει όλο αυτό το πλήθος βλεμμάτων που θα τον κοιτάξουν με λύπηση, με καχυποψία, με ντροπή, με θυμό. Πρέπει να είναι έτοιμος να κακοποιηθεί και δεύτερη και τρίτη φορά.

Σημαντικό ρόλο όμως παίζει και η μνήμη. Αρκετοί άνθρωποι δεν μιλούν γιατί δεν έχουν καθαρή εικόνα αυτού που είχε συμβεί. Η επιρροή του τραύματος δηλαδή, η οποία έχει να κάνει με την απώθηση που αναφέραμε και πριν. Δεν μπορείς να αντέξεις αυτό που συμβαίνει και αναγκάζεσαι να το βγάλεις από τη μνήμη σου. Μπορείς, έχεις αυτή την επιλογή. Το σώμα σου όμως δεν υπακούει σε αυτό. Πάντα θα θυμάται και θα σ’ το θυμίζει με την πρώτη ευκαιρία και με το πρώτο ερέθισμα. Ακόμη και αν δεν έχεις εικόνα του τραυματικού γεγονότος, έχεις την αίσθηση της παραβίασης».

Documento Newsletter