Η συνταγή παραμένει ίδια από την εποχή των παγετώνων στην τηλεόραση. Πρωτοεφαρμόστηκε πάνω στην κ. Κορομηλά και πέτυχε.
Επειδή πέτυχε, χρόνια τώρα χρησιμοποιείται το ίδιο μάνιουαλ, για να συναρμολογούνται τηλεστάρ αποχαύνωσης.
Ένα και μοναδικό προσόν απαιτείται κι αυτό μόνο αρκεί για να στηθεί το εμπορικής χρήσης “οικοδόμημα”:
Η ικανότητα ακατάσχετης μπουρδολογίας!
Αρχιμάστορες -μην ξεχνιόμαστε- αυτής της σχολής και αδιαμφισβήτητοι εξέκιουτιβ είναι 3 άντρες.
Οι κύριοι Παπαδάκης, Μικρούτσικος, Αρναούτογλου!
Μοναδικά ταλέντα στο να μπορούν να μιλάνε επί ώρες, χωρίς να λένε τίποτε απολύτως. Φανφαρόνοι! Φλύαροι, κομπαστές, φαφλατάδες !
Ο πρώτος και ο τρίτος κατάφεραν, από το ξεκίνημα της ιδιωτικής τηλεόρασης, παρά την καάκιστη σχέση τους με τα ελληνικά, κι ιδιαίτερα με το συντακτικό, να απευθύνονται σε χιλιάδες τηλεθεατών καθημερινά, λανσάροντας με ασυναγώνιστο τρόπο και πάντα με τους προσφιλείς τους παλιακούς θεατρινισμούς, τον πολύτιμο τηλεοπτικό λαικισμό.
Ο δεύτερος, που χρόνια τώρα -ό,τι και να παρουσιάζει- μας σφυροκοπάει ανελέητα με την νεφελώδη κοσμοθεωρία του,
ενώ ξέρει ελληνικά, πάντα νιώθεις ότι μιλάει κινέζικα.
Έλα όμως, που παίζει το trash στα δάχτυλα. Άρα ήταν και είναι χρήσιμος στην αποβλάκωση.
Στις μαθήτριές τους που τείνουν να τους ξεπεράσουν, μετάγγισαν πολλά από τα πολύτιμα (στην τηλεόραση) χαρακτηριστικά τους.
Στις δύο μεγαλύτερες κυρίες Στεφανίδου και Κουτσελίνη, ενέπνευσαν την ροπή στην παρωδία της ερευνητικής δημοσιογραφίας.
Μια παρωδία, που από την πρώτη διαπράττεται με επικίνδυνο τρόπο, ενώ από τη δεύτερη με εγωκεντρικό.
Δηλαδή αν αυτές οι δυο κυρίες ήταν ηθοποιοί, η κ. Στεφανίδου θα ήταν η Γκλεν Κλόουζ στα “101 σκυλιά της Δαλματίας”, ενώ η κ. Κουτσελίνη (με τον απαράμιλλο τρόπο χειρισμού της ελληνικής γλώσσας) η Δέσποινα Στυλιανοπούλου, στην “Αρχόντισα της κουζίνας”. (Πακέτο με το κακαριστό γέλιο και την αισθητική της ταινίας.)
Στην κ. Καινούργιου κληροδότησαν την άνεση να παρουσιάζει το ψεύτικο για αληθινό και να μοιράζεται με τους τηλεθεατές τα προσωπικά της (έρωτες, καυγάδες, σχέσεις, χωρισμούς τα πάντα…), με άνεση πολυλογούς γειτόνισσας.
Η μικρότερη, η κ. Μαλέσκου, κληρονόμησε από τους παλαιότερους τη θρασύτητα και τον βοναπαρτισμό, που εκδηλώνεται με απανωτές κρίσεις μεγαλείου και κλείνει με ημίγυμνα ξέφρενα τσιφτετέλια.
Όμως όσο κι αν φαντασιώνονται και καμώνονται πως είναι η Κάρι, η Σαμάνθα, η Σάρλοτ κι η Μιράντα, το έργο που παίζουν τελικά, είναι ένα “Sex and the City” από τα Lidl.
ΥΓ. Δεν ξεχάσαμε τυχαία τον κ. Γιώργο Αυτιά στους πρωτεργάτες της τηλεοπτικής μπουρδολογίας.
Για τη δική του σχολή και τους επιγόνους του, έρχεται επόμενο άρθρο.