Την περασμένη εβδομάδα τα αιματηρά επεισόδια που σημειώθηκαν στη Βηρυτό, πρωτεύουσα του Λιβάνου, έθεσαν για άλλη μια φορά τη σταθερότητα της χώρας υπό αμφισβήτηση. Η δικαστική έρευνα για την απόδοση ευθυνών σχετικά με την έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού, όπου σκοτώθηκαν πάνω από 200 άνθρωποι, δεν έχει προχωρήσει εδώ και 14 μήνες, προκαλώντας εντάσεις τόσο στην πολιτική σκηνή όσο και στην κοινωνία. Ο Λίβανος μπήκε σε ένα μονοπάτι που οδηγεί στην κατάρρευση.
Συγκρούσεις με πολιτικές προεκτάσεις
Στις 14 Οκτωβρίου ξέσπασαν αιματηρά επεισόδια σε εκδήλωση των σιιτικών οργανώσεων Χεζμπολάχ και Αμάλ. Επτά άνθρωποι έπεσαν νεκροί, ενώ ακόμη δεν είναι ξεκάθαρο ποιος πάτησε πρώτος τη σκανδάλη. Οι δυο οργανώσεις έκαναν διαμαρτυρία στη χριστιανική γειτονιά όπου βρίσκεται το Μέγαρο της Δικαιοσύνης, ζητώντας να αντικατασταθεί ο δικαστής Ταρέκ Μπιτάρ ο οποίος ερευνά την υπόθεση της πολύνεκρης έκρηξης στο λιμάνι.
Η Χεζμπολάχ και η σύμμαχός της Αμάλ έχουν ξεκαθαρίσει ότι ο δικαστής πρέπει να αντικατασταθεί με κάθε κόστος. Ο λόγος είναι ότι τρεις από τους τέσσερις πρώην υπουργούς που έχει καλέσει να καταθέσουν είναι επιφανή μέλη της οργάνωσης. Ηδη αρκετοί υπουργοί που ευθυγραμμίζονται με τη Χεζμπολάχ έχουν απειλήσει να μη συμμετάσχουν στη νεοσχηματισθείσα κυβέρνηση του Νατζίμπ Μικάτι, που σχηματίστηκε έπειτα από 13 μήνες ακυβερνησίας κατά τους οποίους η χώρα βυθίστηκε σε πρωτοφανή οικονομική κρίση.
Η αναστάτωση βάζει δύσκολα στον Μικάτι. Από τη μια πλευρά, εάν η κυβέρνηση υποχωρήσει στην πίεση της Χεζμπολάχ, θα ενισχύσει την εντύπωση ότι είναι υποχείριό της. Ετσι θα τεθεί υπό αμφισβήτηση η επικράτηση του κράτους δικαίου που έχει τόσο πληγωθεί από την ελίτ της χώρας. Από την άλλη πλευρά, εάν ο δικαστής συνεχίσει το έργο του, είναι πολύ πιθανό μέρη του κρατικού μηχανισμού να εναντιωθούν το ένα στο άλλο. Αν αυτό συμβεί, η οργάνωση μπορεί να στήσει εκ νέου σκηνικό έντασης ακόμη και για να πάρει τον νόμο στα χέρια της και να τιμωρήσει η ίδια εκείνους που θεωρεί ενόχους για τη μάχη της 14ης Οκτωβρίου: το χριστιανικό κόμμα Λιβανέζικες Δυνάμεις.
Η προοπτική τέτοιων εξελίξεων μπορεί να είναι αρκετή για να πείσει έναν αυξανόμενο αριθμό Λιβανέζων, ιδίως σε περιοχές όπου η παρουσία των οργανώσεων Αμάλ και Χεζμπολάχ είναι ισχυρή, για την αναγκαιότητα να οπλιστούν ή να δεχτούν την παρουσία ένοπλων ομάδων ανάμεσά τους οι οποίες τους υπόσχονται προστασία. Αυτό θέτει τον Λίβανο σε μια γνωστή πορεία βίαιων επεισοδίων, ενώ απειλείται με επιδείνωση των διαιρέσεων που αντικατοπτρίζουν εκείνες του εμφύλιου πολέμου 1975-90, καθιστώντας πλέον σχεδόν ακατόρθωτη την έξοδο από την οικονομική κρίση.
Τι θα σήμαινε η κατάρρευση του Λιβάνου
Η τρομακτική υποτίμηση του νομίσματος έχει εκμηδενίσει την αγοραστική ικανότητα των πολιτών, ενώ μετά την έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού οι εμπορικές συναλλαγές έχουν μειωθεί τόσο ώστε τα καύσιμα δίνονται με δελτίο –συχνά χρειάζεται και η επίδειξη κομματικής ταυτότητας–, ενώ για την εξοικονόμηση καυσίμων τα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής λειτουργούν μόνο μερικές ώρες τη μέρα.
Εάν ο Λίβανος καταρρεύσει ολοκληρωτικά, αυτό θα σημαίνει άλλη μια εστία έντασης που θα πρέπει να διαχειριστούν οι άμεσοι γείτονές του (Συρία, Ισραήλ) σε μια περιοχή με ιδιαίτερα ευαίσθητες ισορροπίες. Τυχόν αποσταθεροποίηση του Λιβάνου, που έχει απορροφήσει μεγάλο μέρος των Σύριων προσφύγων, θα σηματοδοτήσει την αύξηση των προσφυγικών ροών προς την Ευρώπη. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, το 90% των προσφύγων στον Λίβανο ζει σε συνθήκες φτώχειας, πράγμα που ήδη είναι λόγος για φυγή στο εξωτερικό. Αυτό είναι καίριο ζήτημα για την Ευρώπη, η οποία αν και έχει τη δυνατότητα να αντέξει οικονομικά τους πρόσφυγες, πολιτικά μπορεί να σημαίνει γι’ αυτήν άλλη μια άνοδο της ακροδεξιάς, όπως έγινε μετά το 2015.