Την πρώτη μου συναυλία και την τελευταία πριν από την πανδημία θυμάμαι από το Θέατρο Βράχων. Σε ηλικία 13 χρόνων οι Prodigy και ο Θάνος Μικρούτσικος σε ένα συναισθηματικά άκρως φορτισμένο θέατρο, το καλοκαίρι του 2018. Πόσοι και πόσοι αγαπημένοι καλλιτέχνες, Έλληνες και ξένοι, δεν έχουν βρεθεί στη σκηνή, πόσες χιλιάδες θεατών έχουν ζήσει συγκλονιστικές στιγμές στα θέατρα του λόφου Κοπανά, τον χώρο που εμπνεύστηκε ο Μίνως Βολανάκης και υλοποίησε ο τότε δήμαρχος Υμηττού Ανδρέας Λεντάκης με τη συνδρομή της τότε υπουργού Πολιτισμού Μελίνας Μερκούρη. Ωστόσο ο χώρος αυτός διεκδικείται από ιδιώτες οι οποίοι διά της δικαστικής οδού εδώ και χρόνια διεκδικούν –στηριζόμενοι σε συμβόλαιο του 1860– τα 104 στρέμματα του λόφου.
Nα σημειωθεί ότι στα υπό διεκδίκηση στρέμματα δεν περιλαμβάνεται το Θέατρο «Μελίνα Μερκούρη», ωστόσο η τυχόν παραχώρησή όλου του περιβάλλοντα χώρου θα καταστήσει τη λειτουργία του αδύνατη. Μάλιστα, όπως με ενημέρωσε ο δήμαρχος Δάφνης – Υμηττού Αναστάσιος Μπινίσκος, υπάρχει και έτερη διεκδίκηση από ιδιώτες που περιλαμβάνει και το μεγάλο θέατρο. Οι όμοροι δήμοι (Βύρωνα και Δάφνης – Υμηττού) από την πλευρά τους ισχυρίζονται πως η έκταση τούς έχει παραχωρηθεί κατά το παρελθόν από το δημόσιο στο οποίο ανήκει, όπως διατείνονται.
Η δημιουργία των θεάτρων και το χρονικό της αντιδικίας
Τα Θέατρα Βράχων στον Βύρωνα, τα οποία φέτος κλείνουν 36 χρόνια συνεχούς παρουσίας με το καθιερωμένο καλοκαιρινό φεστιβαλικό ραντεβού, έχουν ταυτιστεί στη συνείδηση των Αθηναίων ως χώροι δημόσιοι, ελεύθεροι για χρήση και αναψυχή. Παράλληλα οι αθλητικοί χώροι του Κοπανά προσελκύουν καθημερινά εκατοντάδες δημότες για άθληση και αναψυχή, ενώ ιστορικές ομάδες της περιοχής πραγματοποιούν εκεί τις προπονήσεις τους.
Ωστόσο πριν από δύο χρόνια το Εφετείο Αθηνών αποφάσισε ότι ο χώρος ανήκει σε ιδιώτες και ουδέποτε είχε χαρακτήρα δημόσιο και δασικό όπως ισχυρίζονται οι δήμοι και το ελληνικό δημόσιο. Οι αντιδράσεις και οι κινητοποιήσεις από πολίτες και από τους δήμους υπήρξαν άμεσες και δυναμικές. Πριν από λίγες ημέρες μάλιστα στον Άρειο Πάγο συζητήθηκε η αίτηση ακύρωσης της απόφασης που έχουν καταθέσει οι δήμοι και το δημόσιο. Σε μια πόλη που αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα σε σχέση με τη συρρίκνωση των ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων και του αστικού πρασίνου της (βλ. πάρκο Ελληνικού, Ακαδημία Πλάτωνος κ.ά.) είναι ζωτικής σημασίας εάν ο χώρος αυτός που προσφέρει ψυχαγωγία και χώρους άθλησης θα παραμείνει δημόσιος και ανοιχτός.
Ωστόσο η διαμάχη αυτή διόλου πρόσφατη δεν είναι. Οι ιδιώτες από το 1927 είχαν συστήσει στην επίδικη έκταση τη λατομική επιχείρηση Εργάνη η οποία λειτούργησε έως το 1976. Όπως γράφει η νομικός Σοφία Ε. Παυλάκη στο dasarxeio.com, «ήδη από τη δεκαετία του 1970 είχαν σημειωθεί στην περιοχή μαζικοί αγώνες, καταλήψεις και κινητοποιήσεις κατοίκων, φορέων και δημοτικών αρχών με αίτημα τα λατομεία να περιέλθουν στους οικείους δήμους και να αξιοποιηθούν για την ανέγερση κοινωφελών εγκαταστάσεων και τη δημιουργία χώρων πρασίνου και αναψυχής».
Ο δήμαρχος Βύρωνα Γρηγόρης Κατωπόδης λέει σχετικά στο Documento: «Ένα σοβαρό δικό μας επιχείρημα είναι ότι αυτός ο χώρος ήταν λατομείο. Η νομοθεσία των λατομείων έλεγε ότι το δημόσιο παραχωρεί τον χώρο σε ιδιώτη για να τον εκμεταλλευτεί για 20-30 χρόνια, πληρώνοντας αντίτιμο. Μόνο και μόνο αυτό δείχνει ότι ο χώρος δεν τους ανήκε». Tο 1977 το δημοτικό συμβούλιο Βύρωνα κήρυξε αναγκαστική απαλλοτρίωση του επίμαχου λατομικού χώρου με σκοπό τη μετάλλαξή του σε δημοτικό άλσος, ωστόσο δεν ολοκληρώθηκε καθώς ο δήμος δεν κατέβαλε το τίμημα της αποζημίωσης στους ιδιοκτήτες. Το 1981 με τη σύνταξη κτηματικών χαρτών δασικών εκτάσεων το λατομείο Κοπανά χαρακτηρίστηκε «δημόσια δασική έκταση».
Τότε οι δήμαρχοι Βύρωνα Δημήτρης Νικολαΐδης και Υμηττού Ανδρέας Λεντάκης, από κοινού με σημαντικούς εκπροσώπους της καλλιτεχνικής ζωής (την υπουργό Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη, τον σκηνοθέτη Μίνω Βολανάκη, τον ηθοποιό Γιάννη Βόγλη κ.ά.) ξεκίνησαν προσπάθειες για τη δημιουργία του Θεάτρου Βράχων Υμηττού – Βύρωνα και του πρώτου φεστιβάλ στον χώρο των νταμαριών.
Οι φερόμενοι ως ιδιοκτήτες ζήτησαν ουκ ολίγες φορές τη λήψη ρυθμιστικών μέτρων, ωστόσο οι δήμοι από την πλευρά τους προχωρούσαν σε λαϊκές κινητοποιήσεις και καταλήψεις για τη διεκδίκηση του χώρου των λατομείων και ξεκίνησαν εργασίες διαμόρφωσής του σε θέατρο και γήπεδα. «Το 1986 που η Αθήνα ήταν πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης μεταφέρθηκε εδώ με τη συμβολή της Μελίνας Μερκούρη ένα λυόμενο θέατρο από την Πετρούπολη. Εγινε μάλιστα ειδική τελετή παραλαβής από τον αείμνηστο δήμαρχο Βύρωνα Δημήτρη Νικολαΐδη. Από το 1986 και επί 17 συναπτά χρόνια διεξαγόταν το φεστιβάλ. Όλα αυτά τα χρόνια δεν είδαμε κάποια διεκδίκηση από τους αντιδίκους».
Οι δύο τότε δήμαρχοι Λεντάκης και Νικολαΐδης κατασκεύασαν επίσης χώρους υγιεινής, αναψυκτήριο, διαμόρφωσαν τον χώρο προσέλευσης του κοινού και τους χώρους πάρκινγκ και ανακατασκεύασαν τον χώρο του γηπέδου ποδοσφαίρου. Τον Αύγουστο του 1986 δόθηκαν οι πρώτες παραστάσεις από τον Δήμο Υμηττού με το 1ο Φεστιβάλ Λόγου και Τέχνης.
Το 1997 κατασκευάστηκε το μικρό χειροποίητο Θέατρο «Άννα Συνοδινού» με την υποστήριξη του τότε υπουργού Πολιτισμού Θάνου Μικρούτσικου. Συνολικά στα νταμάρια Κοπανά διαμορφώθηκαν από τις δημοτικές αρχές δύο Θέατρα Βράχων, τρία γήπεδα 5×5, ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, ένα κλειστό γήπεδο μπάσκετ και το αναψυκτήριο.
Η δικαστική διαμάχη των φερόμενων ως ιδιοκτητών της έκτασης με τους δήμους Υμηττού και Βύρωνα ξεκίνησε το 2003 για τη διεκδίκηση της έκτασης των παλαιών λατομείων. Το 2016 το Πρωτοδικείο Αθηνών δικαίωσε την πλευρά των δήμων και του δημοσίου, δεχόμενο ότι τα επίμαχα γεωτεμάχια ήταν «δημόσιες εκτάσεις οι οποίες περιήλθαν στην αποκλειστική κυριότητα του ελληνικού δημοσίου με τη Συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως το 1832, βάσει των Πρωτοκόλλων του Λονδίνου το 1830».
Οι ιδιώτες προσέφυγαν στο Εφετείο Αθηνών κατά της απόφασης, το οποίο το 2020 απεφάνθη ότι οι επίμαχες εκτάσεις δεν είναι –ούτε υπήρξαν ποτέ– δημόσιες και δασικές αλλά ο χώρος ανέκαθεν ανήκε στην ιδιοκτησία των εγκαλούντων ιδιωτών.
Υπόσχεση για ένα καλοκαίρι πολιτισμού και τέχνης
Ο δήμαρχος Δάφνης – Υμηττού Αναστάσιος Μπινίσκος αναφέρει σχετικά: «Τις προάλλες που εκδικάστηκε η αίτηση αναίρεσης έγινε σαφές ότι τα νομικά τμήματα των δήμων και του δημοσίου έχουν ισχυρές θέσεις και πιστεύουμε ότι η υπόθεση θα ξαναγυρίσει στο εφετείο προς συζήτηση, εφόσον μάλιστα πρωτοδίκως είχαμε δικαιωθεί. Θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε ώστε η ευρύτερη περιοχή του λόφου Κοπανά να παραμείνει δημόσια όπως ήταν και είναι.
Ευελπιστούμε με τελεσίδικη απόφαση να περάσει στα χέρια του δημοσίου και μετά το ελληνικό δημόσιο να τον παραχωρήσει στους δύο δήμους γιατί έτσι κι αλλιώς έχουμε τη χρήση και τη συντήρησή του· εμείς προστατεύουμε τα γήπεδα και τα θέατρα. Εδώ και πάρα πολλά χρόνια σε αυτό τον εμβληματικό χώρο παράγεται πολιτισμός και οι δύο δήμοι έχουμε δημιουργήσει εγκαταστάσεις από τις οποίες επωφελούνται οι δημότες μας αλλά και κάτοικοι άλλων περιοχών της Αθήνας. Δεν γίνεται αυτός ο χώρος να περάσει στα χέρια ιδιωτών. Στην απευκταία προοπτική που οι διεκδικούμενοι χώροι περάσουν στους ιδιώτες –κάτι που απευχόμαστε–, θα πρέπει να κινηθεί το ελληνικό δημόσιο είτε με απαλλοτρίωση είτε με εξαγορά».
Το ελληνικό δημόσιο και οι οικείοι δήμοι υποστηρίζουν ότι ο χαρακτήρας των εκτάσεων δεν έχει αλλάξει, πως το μεγαλύτερο τμήμα της περιοχής ανήκει στη ζώνη Α προστασίας του Υμηττού (περιοχή υψηλής προστασίας της φύσης και μνημείων) ενώ οι εγκαταστάσεις ανήκουν στη ζώνη Ε1, στην οποία επιτρέπονται κατασκευές για χρήσεις πολιτισμού, αθλητισμού και αναψυχής.
Η δε έκταση παραμένει κατά τους ισχυρισμούς των δήμων δημόσια, δασική και αναδασωτέα, χωρίς ουδέποτε να έχει αποχαρακτηριστεί. «Εάν απορριφθεί η αναίρεση που κάναμε, θα αξιοποιήσουμε κάθε νόμιμο μέσο, πολιτικό και διεκδικητικό για να παραμείνει ο χώρος δημόσιος προς όφελος των δημοτών και της Αθήνας. Η άλλη πλευρά προβάλλει αξιώσεις για διαφυγόντα κέρδη, ενώ παράλληλα δείχνει διατεθειμένη να διαπραγματευτεί: πρόσφατα, προκειμένου και να αποσύρουν τη διεκδίκηση, ζήτησαν από τον Δήμο Βύρωνα 20 στρέμματα για να τα οικοδομήσουν. Ωστόσο δεν είμαστε ιδιοκτήτες αυτού του χώρου για να μπορούμε να προχωρήσουμε σε τέτοια κίνηση· ανήκει στο δημόσιο» εξηγεί ο δήμαρχος Βύρωνα Γρ. Κατωπόδης.
Το όραμα του Μίνω Βολανάκη