«Από το τάξιμο δεν έχασε κανείς, από το δόσιμο έχασε» έλεγαν οι παλιοί, και έναν χρόνο μετά τον επαναπατρισμό της ΝΔ στα «πατρογονικά εδάφη» του κυβερνητισμού το αξιακό αντίβαρο της φράσης επαληθεύεται από τον εφαρμοστή της.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως αντιπολίτευση πολιτεύτηκε με τον μοναδικό τρόπο που το πολιτικό του DNA τον έχει καθορίσει και ο Μπαλζάκ το έχει εξηγήσει: «Είναι στη φύση κάποιων να καταστρέφουν αυτό που δεν μπορούν να αποκτήσουν, να απορρίπτουν αυτό που δεν καταλαβαίνουν και να κακολογούν αυτό που φθονούν».
Ως κυβέρνηση –έφταναν μόλις λίγοι μήνες για να αποδειχτεί ότι «ο βασιλιάς είναι γυμνός»– πολιτεύεται με το απόφθεγμα του κωμικού Φρεντ Αλεν: «H Καλιφόρνια είναι σπουδαίο μέρος για να ζεις, αν είσαι πορτοκάλι», όπου στη θέση της λέξης «Καλιφόρνια» βάλτε «Ελλάδα» και στη θέση της λέξης «πορτοκάλι» βάλτε «διαπλεκόμενος» ή «εξαπτέρυγο».
Στο τελευταίο (διαδικτυακό) υπουργικό συμβούλιο ενημέρωσε τον ελληνικό λαό (α ναι, και τους υπουργούς του): «Θα συμφωνήσει και η μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας ότι σπάνια έχουν γίνει τόσα πολλά σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα […] ειδικά στο μέτωπο της οικονομίας φυσά ένας αέρας εθνικής αυτοπεποίθησης και αισιοδοξίας […] η διάκριση των εξουσιών είναι απαράβατος κανόνας […] έχουμε και σήμερα μια πολύ πυκνή μεταρρυθμιστική ατζέντα να συζητήσουμε: η δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, ο περιορισμός στα πλαστικά μίας χρήσης»(!).
Η κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή κινείται με σπασμένα τα φρένα σαν τρελό φορτηγό, συμπαρασύροντας τα πάντα στο πέρασμά της (ό,τι χτίστηκε με θυσίες τα προηγούμενα 4,5 χρόνια) στην πεπατημένη διαδρομή της Δεξιάς: «προγραμματική αναξιοπιστία – πολιτική εξαπάτηση». Στο τέλος της (κάθε) μέρας επανεπιβεβαιώνεται οδυνηρά ότι η μόνη αξιόπιστη σταθερά που διαχειρίζεται επιτυχώς είναι η επικοινωνιακή διαχείριση της καταστροφής.
Το grand σουξέ «πίσω, Γιάννη, τα καράβια», από τη συλλογή «προεκλογικές δεσμεύσεις», αφορά τη δημοσιονομική πολιτική και τα μέτρα στήριξης της εργασίας, των συνταξιούχων και της μεσαίας τάξης.
Μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων είχε υποσχεθεί ο Κυριάκος μέσα στο 2020, γιατί έλεγε ότι ο ίδιος είναι αξιόπιστος (που δεν είναι ο Τσίπρας) έναντι των δανειστών, μπερδεύοντας προφανώς το «αξιόπιστος» με το «υπάκουος», ωστόσο μετεκλογικά μιλάει για μείωση των πλεονασμάτων από το 2021, που είχε ήδη συμφωνηθεί με τη ρύθμιση του χρέους από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Τελικά ξεκοκαλίζοντας το «μαξιλάρι» στην παραοικονομία, χωρίς εμπροσθοβαρή μέτρα στήριξης της εργασίας και της κατανάλωσης και αναγκασμένοι σύντομα να προσφύγουν σε νέο δανεισμό, όχι μόνο μείωση των πλεονασμάτων δεν πρόκειται να γίνει αλλά θα ζητηθούν και πρόσθετες διασφαλίσεις από τους δανειστές.
Ρυθμό ανάπτυξης 4% είχαν υποσχεθεί (από 2,8% που τον παρέλαβαν το πρώτο εξάμηνο του 2019) και με 0,9% ύφεση έκλεισε ο Ιανουάριος του 2020.
Αυξήσεις διπλάσιες του ρυθμού ανάπτυξης για τα επόμενα τρία χρόνια είχαν υποσχεθεί προεκλογικά (Ιούνιος – Ιούλιος 2019), εξαπατώντας τους αφελείς ψηφοφόρους τους, αλλά μετεκλογικά ο Σταϊκούρας ακύρωσε την υπόσχεση επικαλούμενος την αύξηση 11% στον κατώτατο μισθό που είχε ήδη θεσπιστεί (από τον ΣΥΡΙΖΑ τον Φεβρουάριο του 2019).
Μεγαλύτερες μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ (από αυτές που είχε αποφασίσει η προηγούμενη κυβέρνηση) υποσχέθηκε προσωπικά ο Κυριακός, όμως τελικά φρόντισε να αλλάξει τα κριτήρια της δίκαιης διάχυσης των μειώσεων στα κοινωνικά στρώματα, με αποτέλεσμα η μεγάλη ακίνητη περιουσία να είναι πολλαπλάσια ωφελημένη σε σχέση με τη μικρή.
Φορολογική ελάφρυνση της μεσαίας τάξης (που σήκωσε αναλογικά το μεγαλύτερο βάρος των επιπτώσεων της κρίσης) υπόσχονταν, αλλά το αποτέλεσμα ήταν να αυξηθεί σχεδόν αμέσως η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος των νοικοκυριών κατά περίπου 100 ευρώ και να αυξηθούν και οι ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες αποσυνδέθηκαν από την κλίμακα των δηλωθέντων εισοδημάτων.
Σύντομα καμία αύξηση δεν πρόκειται να επηρεάσει τη μεσαία τάξη, αφού θα έχει αφανιστεί μετά την παντελή έλλειψη μέτρων στήριξης την περίοδο του lockdown.
Λοιδορούσαν τη «13η σύνταξη» του ΣΥΡΙΖΑ και με νόμο την κατάργησαν διά παντός, χλεύαζαν την παροχή κοινωνικού μερίσματος και το έδωσαν μόλις σε 200.000 δικαιούχους και κατά το ήμισυ, έναντι 3,5 εκατομμυρίων επί ΣΥΡΙΖΑ.
«Κύριε, όχι μ’ αυτούς. Ας γίνει αλλιώς το θέλημά σου». Γιώργος Σεφέρης
Ο Θύμιος Γεωργόπουλος είναι οικονομολόγος