«Η συμβουλή μου στους νέους γραφιάδες; Πιείτε, γ…ε και καπνίστε όσα πιο πολλά τσιγάρα μπορείτε».
Πόσα να πεις για τον Τσαρλς Μπουκόφσκι και πόσα από αυτά να μπορούν να τον περιγράψουν. Γεννημένος στις 16 Αυγούστου 1920 στη γερμανική πόλη Άντερναχ, ποιητής και διηγηματογράφος, απεβίωσε, σαν σήμερα, στις 9 Μαρτίου 1994, το Σαν Πέδρο, από λευχαιμία.
Τα παιδικά του χρόνια μόνο εύκολα δεν μπορείς να τα πεις και αυτό οφείλετε, κυρίως, στον κακοποιητικό πατέρα του. Ένας βάναυσος άντρας που είχε εμμονή με την τάξη και τον πόλεμο, ξεσπώντας στη γυναίκα του και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας του. Η μόνη διέξοδος του μικρού Τσαρλς ήταν ένα μπαρ στην πίσω πλευρά του σπιτιού του, όπου πήγαινε και καθάριζε για ελάχιστα χρήματα. Εκεί, γνώρισε πόρνες, μέθυσους, προστάτες, καλλιτέχνες και άλλους περιθωριακούς ανθρώπους, που αποτέλεσαν το συγγραφικό του καμβά. Εκεί, άρχισε και να γράφει. Πρώτα στιχάκια για τα μουσικά νούμερα των κοριτσιών και αργότερα ολόκληρα κείμενα.
Ο Τσαρλς Μπουκόφσκι αγαπήθηκε περισσότερο από τον απλό κόσμο, παρά από τον λογοτεχνικό, που συχνά του άρεσε να προκαλεί. Οτιδήποτε θύμιζε κανονικότητα και απραξία τον θύμωνε. Γελούσε και κορόιδευε κατάμουτρα όσους προσπαθούσαν να ενταχθούν και να προσαρμοστούν στο εκάστοτε κοινωνικό γίγνεσθαι.
Φίλοι του ήταν οι απόκληροι. Όλοι όσοι αποτελούσαν πληγή και απειλή για την ομαλότητα και την ευμάρεια της έννομης τάξης. Προτιμούσε να περνάει τον χρόνο του με αλκοολικούς, πόρνες, τοξικομανείς και «άρρωστους», όπως χαριτολογώντας τους αποκαλούσε. Εξάλλου και ο ίδιος είχε τεράστια προβλήματα με τις εξαρτήσεις και ιδιαίτερα με το αλκοόλ.
Λάτρευε τις γυναίκες και του άρεσε να τις κάνει μπάνιο. Αν μπορούσαμε να δημιουργήσουμε ένα σκηνικό εμπνευσμένο από τα ποιήματα του θα ήταν άδεια μπουκάλια μπύρας, φτηνά ξενοδοχεία, χαλασμένα ρολά και φθαρμένα έπιπλά. Γυναίκες έντονα βαμμένες με προκλητικά ρούχα – γαλάζιες κυλόττες, όπως περιγράφει στο έργο του Women (1978)-, πολύ καπνός και πολύ σεξ. Άνθρωποι που ζουν την κάθε στιγμή, χωρίς να περιμένουν τίποτε από το αύριο. Συγχρόνως, σαρκάζει και περιφρονεί το αμερικάνικο όνειρο και ολόκληρη την κοινωνία.
Είναι αυτός που τον καλούν στα πάρτι και ανάμεσα σε οικογενειάρχες και νοικοκυραίους θα εμφανιστεί με σμόκιν και την συνοδεία μια γυναίκας που μπορεί και να την πήδαγε δίπλα στις ακριβές σαμπάνιες και τα ζαχαρωτά των παιδιών!
Ο Μπουκόβσκι κατάφερε να διεισδύσει στις ψυχές αυτών των ανθρώπων, και να παρουσιάσει τα ταλέντα τους, τις προσωπικότητές τους, την ανθρωπιά τους. Με τρόπο λυρικό και όχι επιθετικό. Δεν τους κατακρίνει και ούτε στην ουσία τον αφορά το δράμα τους, γιατί για εκείνον, η δική τους ζωή είναι η όμορφη, η πραγματική ζωή. Δεν τους λυπάται, τους ζηλεύει και τους θαυμάζει. Για αυτό κιόλας η πλειοψηφία του έργου του μιλάει για όλους τους ανθρώπους που δε χώρεσαν σε κανένα καλούπι.
Παρατηρεί τους ανθρώπους, τις ζωές τους. Ο ίδιος είχε παραδεχτεί πως του άρεσε να κρυφακούει τα ζευγάρια από τα διπλανά δωμάτια, στα μοτέλ όπου, ενίοτε, έμενε. Ο ίδιος περιγράφει τον εαυτό του ως γυναικά, πόρνο, ξυδάκια, βρωμόστομο. Του αρέσει να κάνει σεξ και να βρίζει. Περιθώριο, πληρώνει γυναίκες, τις ερεθίζει και τις παρακολουθεί ξαναμμένες να αγγίζονται μπροστά του. Όχι φυσικά για να τις ντροπιάσει, αλλά για να βλέπει, να νιώθει την οδύνη τους.
Ο Τσαρλς Μπουκόφσκι, δεν ήταν ούτε ήρωας ούτε επαναστάτης. Εξάλλου, σιχαινόταν οτιδήποτε θύμιζε πόλεμο. Απλώς, επέλεξε να ζήσει διαφορετικά, να ερωτευτεί διαφορετικά, να γράψει διαφορετικά και να αντιταχθεί στην αποβλάκωση της στερεοτυπικής ορθότητας…