Σαν σήμερα – Νίκος Καζαντζάκης: Καθολικός και παγκόσμιος

«Η ομορφιά δεν έχει έλεος… »

Φέρνω στο νου μου τον Νίκο Καζαντζάκη και προσπαθώ να σκεφτώ σε ποιο έργο του μοιάζει περισσότερο. Η πρώτη σκέψη είναι στον Αλέξη Ζορμπά. Ο αιώνιος Έλληνας, η γη και το χώμα, το κρασί και το τραγούδι. Μα, έπειτα σκέφτομαι την «Αναφορά στο Γκρέκο» και  τα «καλοσυνάτα, βαθουλά μαύρα μάτια της μητέρας μου», τον πατέρα του, τον «Λίοντα», που έστριβε το πετραμύγδαλο με τα δάχτυλα και το έκαμε σκόνη… βαρίσκιωτος, αβάσταχτος». Και, τότε με κλέβει η «Ασκητική» και οι αμφιβολίες…

Στις 18 Φεβρουαρίου, του 1883 γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης ένας από τους μείζονες και επιδραστικότερους έλληνες λογοτέχνες, ο Νίκος Καζαντζάκης. Ένας λόγιος που ταξίδεψε, διάβασε, μέθυσε, ερωτεύτηκε, προδόθηκε. Υποψήφιος εννέα χρονιές (1947, 1950, 1951, 1952, 1953, 1954, 1955, 1956 και 1957) για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, κι, όμως, η Ακαδημία τον αγνόησε με την Ελληνική πολιτική και λογοτεχνική ελίτ να τον πολεμάει όσο κανέναν άλλον. Σίγουρα, σε αυτό έπαιξαν ρόλο οι αριστερές πολιτικές πεποιθήσεις του.

Την αγάπησε πολύ την Ελλάδα ο Νίκος Καζαντζάκης. Πολύ περισσότερο από ότι τον αγάπησε εκείνη. Και τον άνθρωπο αγάπησε πολύ και την γυναίκα κι όσοι θέλησαν να τον χαρακτηρίσουν άθεο και βλάσφημο, μάλλον δεν είχαν αντίληψη ούτε του έργου του ούτε του ίδιου του συγγραφέα. Η εκκλησία τον πολέμησε και τον διέβαλλε, ακόμα και στον θάνατο του.

Αν η «Αναφορά στον Γκρέκο» είναι η μυθιστορηματική και πνευματική αυτοβιογραφία του Νίκου Καζαντζάκη, το magnum opus της λογοτεχνικής του παρακαταθήκης  είναι, αναμφισβήτητα, η ποιητική σύνθεση  «Οδύσσεια» (1938). Δεκατρία χρόνια του πήρε να ολοκληρώσει το προσωπικό, επώδυνο και μεγαλοπρεπές έπος του με τους 33.333 17σύλλαβους στίχους, χωρισμένους σε 24 ραψωδίες, συνολικά 7.500 «αθησαύριστες» λέξεις, όπως ισχυρίζονται οι μελετητές, όλες συναγμένες από την ψυχή και την μνήμη του, που τόσο πολύ φοβόταν μην τον εγκαταλείψει. Η ιστορία της «Νέας» Οδύσσειας ξεκινάει εκεί που τελεύει η Οδύσσεια του Ομήρου. Μετά, τον θάνατο των μνηστήρων κανένας τόπος, κανένα κρεβάτι δεν τον χωρούσε και κανένα κρασί δεν τον ξεδίψαγε, παρά μόνο η θάλασσα και ο άγνωστος κόσμος…

Νίκος Καζαντζάκης/Οδύσσεια

στ. 1138-1145

«Θεά δεν είμαι εγώ, κι οχτρεύουμαι τους ουρανούς τούς άδειους·

μου αρέσει η γης και νιώθω μέσα μου χώμα πολύ και ρόδο·

δε με χωράει το σπίτι ετούτο πια, τι πλάτυνε η ψυχή μου

τα πέλαα να θωράει και τις φωτιές και τ’ άγρια αντρίκεια γόνα.

Μα αν φύγω, μάθε, το πουρνό και μπω στο μαύρο σου καράβι,

δε φεύγω σαν κοράσο που χιμάει στον γκρέμο της αγκάλης —

πέρασε το Πάρης μια βολά στο μέγα πέλαγο και χάθη!

Μα σαν και σένα, λαχταρώ κι εγώ να μη χαθεί η ψυχή μου.»

[…]

~

Νίκος Καζαντζάκης/Οδύσσεια

Documento Newsletter