Σαν να μην πέρασε μια μέρα…

Κλείσαμε έναν χρόνο διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας χωρίς τίποτε το απρόσμενο, αν εξαιρέσει κανείς ότι υπάρχουν τομείς όπου τα πράγματα ξεπερνούν και τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις.

Η Νέα Δημοκρατία πέτυχε χάρη στον εκλογικό νόμο την αυτοδυναμία που τόσο επεδίωκε. Δεν ενδιαφέρεται για πολιτικές συναινέσεις και περιφρονεί πλήρως την κοινωνία, αδιαφορεί για τις ανάγκες της. Κυβερνούν με πλήρη γνώση ότι οι κινήσεις τους έχουν την αποδοχή μόνο ισχνών μειοψηφιών με βάση είτε ιδεοληψίες είτε συγκεκριμένα συμφέροντα. Εξάλλου αυτές είναι και οι βάσεις του κυβερνητικού έργου: όταν δεν εξυπηρετούν ευθέως συγκεκριμένα συμφέροντα, εφαρμόζουν ένα ιδεοληπτικό μείγμα του αναχρονιστικού συντηρητισμού με τον αντικοινωνικό νεοφιλελευθερισμό. Εχουν το ένα πόδι στο σκοτεινό παρελθόν και το άλλο σε ένα δυστοπικό μέλλον.

Στην εξωτερική πολιτική επανεπιβεβαιώθηκε η αναποτελεσματικότητα της πολιτικής της πειθήνιας και δεδομένης υποταγής (δήθεν συμμαχία με ΗΠΑ και χώρες της ΕΕ) αλλά και του τυχοδιωκτισμού των άθλιων συμμαχιών με καθεστώτα όπως του Ισραήλ και της Αιγύπτου. Και έχουμε απλώς αυτοκαταδικαστεί να αντιδρούμε αντανακλαστικά και απεγνωσμένα στις μεθοδευμένες κινήσεις του κράτους του Ερντογάν.

Στον τομέα της οικονομίας το παραμύθι της ανάπτυξης καλά κρατεί, ενώ η κρίση παρατείνεται και βαθαίνει. Δεν υπάρχει κανένα σχέδιο για την αντιμετώπιση των συνεπειών της χρεοκοπίας, που οι μνημονιακές πολιτικές επέβαλαν να τις επωμιστούν, εντελώς δυσανάλογα, τα πιο αδύναμα στρώματα της κοινωνίας. Ο εμπαιγμός των συνταξιούχων κλιμακώνεται με πλήρη αναλγησία, ακόμη και μετά τη δικαστική επιβεβαίωση ότι οι περικοπές ήταν εντελώς παράνομες. Προκλητική αναλγησία και στα «κόκκινα» δάνεια και στην προστασία της πρώτης κατοικίας. Απόλυτη αδιαφορία για τις βιοτικές συνθήκες των εργαζομένων, όπου μεθοδεύεται συστηματικά (τώρα και με την προσχηματική επίκληση της επιδημίας) η πλήρης αποδόμηση

των εργασιακών σχέσεων. Για να μην αναφερθούμε στην κατ’ ευφημισμό «προστασία του πολίτη», όπου ο γνωστός υπουργός ενθαρρύνει (πριν) και δικαιολογεί (μετά) κάθε ανεπίτρεπτη εκτροπή των οργάνων της τάξης, που λειτουργούν, σε επαναλαμβανόμενα –δηλαδή όχι τυχαία ούτε μεμονωμένα– περιστατικά, ως όργανα αυθαιρεσίας και κοινωνικής αταξίας.

Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα παρακολουθούμε την αμήχανη προσπάθεια του πολιτικού προσωπικού του ΣΥΡΙΖΑ να αρθρώσει αντιπολιτευτικό λόγο. Υπεύθυνοι τομέων και πρώην υπουργοί επιχειρούν να αντιπαρατεθούν στις κινήσεις της κυβέρνησης, ενώ στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων πρόκειται απλώς για συνέχεια της δικής τους κυβερνητικής πολιτικής. Γι’ αυτό και δεν μπορούν να είναι αξιόπιστοι. Αλήθεια, τι μπορούν να πουν, ευπρόσωπα, για τις σχέσεις με τον Τραμπ, τη Μέρκελ και τον Νετανιάχου, για το Ελληνικό, για το λιμάνι του Πειραιά, για την Κασσιόπη, για τα αιολικά πάρκα, για τις συντάξεις, για την πρώτη κατοικία (κ.λπ. κ.λπ. – είναι μακρύς ο κατάλογος…); Και όπου η ΝΔ δεν λειτουργεί ως άμεση συνέχεια του ΣΥΡΙΖΑ απλώς εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις του δεν έκαναν καμία ουσιαστική παρέμβαση για την αναγκαία θεσμική θωράκιση της χώρας.

Δυστυχώς αυτό είναι το ιστορικό στίγμα της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ: Η «πρώτη φορά Αριστερά» αναδείχτηκε χάρη σε μια ιστορικά σπάνια κοινωνική δυναμική, για να λειτουργήσει ερήμην ή ακόμη και εναντίον αυτής. Ματαίωσε εμπράκτως τις προθέσεις της και, όταν δεν ήταν η ίδια εντελώς καθεστωτική, λειτούργησε χωρίς συναίσθηση της ιστορικής ευθύνης, για να επιτρέψει στις δυνάμεις της καθεστωτικής παλινόρθωσης να επανέλθουν «σαν να μην πέρασε μια μέρα».

Και επειδή το κρίσιμο μέγεθος είναι η κοινωνική και πολιτική δυναμική που ανέλαβε να εκφράσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αν η προδοσία φαντάζει σε κάποιους βαριά λέξη, πρόκειται τουλάχιστον για αναμφισβήτητη ιστορική αποτυχία.

Η Ιστορία όμως δεν σταματά. Χρέος μας είναι να υπερβούμε αυτά τα αρνητικά δεδομένα. Εκεί θέλει να συμβάλει και το ΜέΡΑ25. Το όραμα είναι ζωντανό και εμείς ασυμβίβαστα παρόντες.

Η Σοφία Σακοράφα είναι βουλευτής Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών του ΜέΡΑ25