Σαμαρντογάν

Όταν το διαδίκτυο είχε κατακλυστεί με το ηχητικό ντοκουμέντο στο οποίο εμφανιζόταν ο Σαμαράς να δίνει εντολή στη Δικαιοσύνη και συγκεκριμένα στον «παναθηναϊκάκια» εισαγγελέα να προφυλακίσει «αυτούς που θα πάνε», ο τότε πρωθυπουργός δεν έκανε καμία μήνυση ενώ όφειλε.

Γιατί αν μεν το ηχητικό ήταν πλαστό, τότε θα έπρεπε να μηνύσει αυτούς που τον εμφάνιζαν να δίνει εντολές σε εισαγγελείς και παράγοντες της Δικαιοσύνης, εκθέτοντας και το πρόσωπο και τον θεσμό του πρωθυπουργού.

Αν πάλι ήταν γνήσιο, τότε ο Σαμαράς έπρεπε να μηνύσει αυτούς που τον κατέγραφαν μέσα στο Μέγαρο Μαξίμου ευτελίζοντας την (πολύ αγαπημένη του) ασφάλεια. Ούτε μήνυση υπήρξε αλλά ούτε καν ανακοίνωση για να προστατεύσει την τιμή, την υπόληψη και κυρίως τον ρόλο του πρωθυπουργού. Λούφαξε, έκανε γαργάρα την υπόληψη και την τιμή την έφαγε η άτιμη η λήθη.

Να όμως που ο Σαμαράς ξεσπάθωσε και αποφάσισε για την τιμή (α, ρε πλούσια ελληνική γλώσσα), για την τιμή, λοιπόν, να μηνύσει μια ψηφιακή γελοιογραφία, ένα meme. Δεν μήνυσε μόνο αλλά απαίτησε και την αυτόφωρη σύλληψή μου, η οποία έπρεπε να γίνει προτού αθωωθώ στη δίκη με την κ. Στουρνάρα.

Πρακτικά, το μόνο που κατάφερε ο Σαμαράς ήταν να βάλει το όνομά του δίπλα σε αυτό του Ερντογάν, στη μεγάλη λίστα των (τριτοκοσμικών κυρίως) χωρών που παραβιάζουν την ελευθερία του Τύπου. Γιατί η μήνυση Σαμαρά χαρακτηρίστηκε ως προσπάθεια εκφοβισμού και επίθεση ενάντια σε δημοσιογράφο από το Παρατηρητήριο για την Ελευθερία του Τύπου.

Και για να μην υπάρχουν ερωτήματα περί του ύποπτου Παρατηρητηρίου, συγχρηματοδοτείται από την Κομισιόν και λειτουργεί υπό την αιγίδα του βρετανικού οργανισμού εκστρατειών και δημοσιεύσεων για την ελευθερία της έκφρασης Index on Censorship, ο οποίος μάχεται για την υπεράσπιση της ελευθερίας του λόγου σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων, τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα και το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ελευθερία στον Τύπο και τα ΜΜΕ (ECMF).

Ο Σαμαράς δεν τα πάει καλά ούτε με τη δημοκρατία ούτε με την ερευνητική δημοσιογραφία ούτε και με το χιούμορ. Είναι λογικό ο πολιτικός που θεωρεί ότι η χώρα πρέπει να ελευθερωθεί από τους λαθρομετανάστες ( πρόκειται για παραλλαγή της θέσης του Χίτλερ που ήθελε να ελευθερωθεί η Γερμανία από τους Εβραίους) να θεωρεί ότι είναι ποινικό αδίκημα ο δημοκρατικός έλεγχος μέσω του Τύπου ή ακόμη και του Twitter, το οποίο ο Ερντογάν αντιμετώπισε… αποτελεσματικά κλείνοντας την πρόσβαση στους Τούρκους πολίτες.

Ο συνομιλητής της Χρυσής Αυγής και πολιτικός, ο οποίος ανέσυρε τον Άδωνη Γεωργιάδη από το υπόγειο της πολυκατοικίας του Καρατζαφέρη, θίγεται όταν μια ηλεκτρονική αποτύπωση τον εμφανίζει να λέει «όποιος ανοίγει το στόμα του θα έχει την τύχη του Μαυρίκου, το αισθάνομαι». Μπορεί ο ίδιος να απειλεί τους μάρτυρες μέσα στη Βουλή πως θα τους ξεκουκουλώσει, να αποκαλεί συμμορίτες τους πολιτικούς του αντιπάλους, μπορεί ακόμη οι βουλευτές του να απειλούν πως θα σπάσουν τα χέρια των μαρτύρων, ότι θα τους βρουν και θα τους τιμωρήσουν, μέχρι και να τους γδάρουν, αλλά προς Θεού, αυτόν τον πολιτικό κουτσαβακισμό και τη λογική μαφιόζου που απειλεί μια διαδικασία της Δικαιοσύνης και τα πρόσωπα που η ίδια προστατεύει δεν μπορεί να τον αποτυπώσει κάποιος σατιρικά, σκωπτικά ή ειρωνικά. Ο Σαμαράς μπορεί να είναι πολιτικό κουτσαβάκι αλλά μην του το πείτε και πολύ περισσότερο μην το γράψετε και το ζωγραφίσετε.

Και ποιος αντιδρά; Ο Σαμαράς, ο οποίος όταν έγινε η τρομοκρατική επίθεση κατά του περιοδικού «Charlie Hebdo» στο Παρίσι όχι μόνο δήλωσε «Je suis Charlie», αλλά πήγε και στο Παρίσι για να πάρει μέρος στη διαδήλωση υπέρ του δικαιώματος στην έκφραση όποια κι αν είναι αυτή. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση, το γαλλικό περιοδικό ως δικαίωμα στην έκφραση αντιλαμβάνεται και σκίτσα που εμφανίζουν τον Θεό τρομοκράτη ή ακόμη και να ερωτοτροπεί με το Αγιο Πνεύμα. Οπότε ή ο Σαμαράς υποκρινόταν ή θεωρεί τον εαυτό του πάνω από την κριτική και πάνω από τον Θεό.

Ο Σαμαράς θα εισπράξει όσα απορρέουν από τον αυταρχισμό του και την αντίληψή του για τη δημοκρατία, όπως τα εισέπραξε και όταν κυνηγήθηκα με το πρόσχημα της απόδοσης δικαιοσύνης στην υπόθεση δημοσιοποίησης της λίστας Λαγκάρντ.

Ο σαμαρισμός όμως ως ελληνική μορφή του ερντογανισμού δεν θα υπήρχε αν δεν υπήρχαν οι συγκεκριμένοι νόμοι για τον Τύπο. Και οι νόμοι αυτοί υπάρχουν επειδή τους διατηρεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ο δημοσιογράφος όταν μηνύεται ακόμη και από κάποιον τρελό για συκοφαντική δυσφήμηση συλλαμβάνεται από την αστυνομία, περιφέρεται, καταγράφεται, ταλαιπωρείται και παίρνει το μάθημα που είναι ότι πρέπει να προσέχει. Οχι να μη συκοφαντεί αλλά να μη γράφει για πολιτικά πρόσωπα.

Δεν γνωρίζω αν ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής έχει μαυρίσει τα τρυφερά του ακροδάχτυλα με το μελάνι της δακτυλοσκόπησης του αυτοφώρου, σίγουρα έχει μαυρίσει την εικόνα μιας κυβέρνησης που θέλει να λέγεται δημοκρατική και υποστηρικτής της ελευθερίας του Τύπου. Οποιος θεωρεί ότι συκοφαντείται μπορεί να καταφύγει στη Δικαιοσύνη, αυτό είναι αρκετό. Γιατί χρειάζεται το αυτόφωρο, ο διασυρμός, η δημιουργία της εικόνας πως αυτός που συνελήφθη είναι ένας άθλιος συκοφάντης; Μα για να μπορεί το πολιτικό σύστημα να στήσει τη δολοφονία της προσωπικότητας του δημοσιογράφου, όπως έγινε με τη μήνυση Σαμαρά εναντίον μου. Την ώρα που αθωωνόμουν πανηγυρικά στη δίκη με τη Στουρνάρα, τα κανάλια έπαιζαν πως είχα συλληφθεί ως συκοφάντης λόγω μήνυσης Σαμαρά. Το σύστημα προστατεύτηκε όπως έχει σχεδιάσει.

Ποιον λόγο έχει η σημερινή κυβέρνηση να υποστηρίζει αυτό το σύστημα; Φοβάται μην καταλήξει όπως αυτό, άρα χρειάζεται την προκαταβολική του προστασία; Αναρωτιέμαι όπως και κάθε «κανονικός» δημοσιογράφος.

Η κυβέρνηση αρνείται να καταργήσει την αυτόφωρη σύλληψη για τη συκοφαντική δυσφήμηση, δημιουργώντας το νομικό πλαίσιο στο οποίο μεγαλουργούν Σαμαράδες, Αδώνηδες και κάθε διώκτης της ελευθεροτυπίας. Κυρίως όμως η κυβέρνηση αρνείται να θεσμοθετήσει το πολύ απλό: όποιο πολιτικό πρόσωπο μηνύει πολίτη, αυτόματα θέτει τον εαυτό του εκτός ασυλίας για να αντιμετωπίσει τα ίδια μέτρα από τον πολίτη. Γιατί το να κάνεις χρήση νομικών μέσων εκ του ασφαλούς, με δεδομένη την ασυλία, δεν είναι προσπάθεια να αποδοθεί δικαιοσύνη ούτε μαγκιά , αλλά σαφής τακτική να χρησιμοποιήσεις τους θεσμούς και τη Βουλή εναντίον των πολιτών της χώρας. Το ζητούμενο δεν είναι να προστατευτεί ο πολιτικός από τον δημοσιογράφο όπως εμφανίζεται, αλλά ο δημοσιογράφος από τον πολιτικό που χρησιμοποιεί την εξουσία και την ασυλία του.

Δεν φτάνει λοιπόν να καταδικάζεις ή να περιγελάς τον Σαμαρά, χρειάζεται να σέβεσαι το δικαίωμα της ελευθερίας του Τύπου και να εξασφαλίζεις το περιβάλλον για να αναπτύσσεται η δημοσιογραφία. Ο κ. Κοντονής και κατ’ επέκταση η κυβέρνηση πρέπει να απαντήσουν τώρα γιατί διατηρούν αυτό το καθεστώς το οποίο καταδικάζουν διεθνείς οργανισμοί και οργανώσεις που προστατεύουν την ελευθερία του Τύπου. Εκτός αν θέλουν τον δημοσιογράφο στην εισαγγελία για να μπορούν να ορίσουν αυτοί την τύχη του και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον χειρισμό.

Αν δηλαδή θα περάσει τη νύχτα στο τμήμα, αν θα δικαστεί στο αυτόφωρο, αν θα γίνει προκαταρκτική έρευνα ή θα οριστεί τακτική δικάσιμος. Υπόσχομαι πως θα κάνω τα πάντα για να εκθέσω διεθνώς αυτούς που διατηρούν την αθλιότητα, προσπαθώντας να δώσουν στη συναλλαγή άρωμα νομιμότητας και πολιτικής αναγκαιότητας. Το υπόσχομαι.