Μήνυμα με μόνο αποδέκτη τις ΗΠΑ εξέπεμψε από τη Βουλή ο πρώην πρωθυπουργός με φόντο τις παλινωδίες του Ντόναλντ Τραμπ αναφορικά με τον τρόπο αντιμετώπισης της Τουρκίας. «Δεδομένους δεν πρέπει να μας θεωρεί κανείς» είπε, ανοίγοντας παράθυρο αμφισβήτησης της αμυντικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ που αφορά τις τέσσερις βάσεις στην Ελλάδα.
Ο Αλέξης Τσίπρας επισήμανε ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ πάλεψε και εξασφάλισε το στρατηγικό διάλογο με τις ΗΠΑ, προετοιμάζοντας την αναθεώρηση της αμυντικής συμφωνίας που συζητάμε και η οποία αφορά τέσσερις στρατιωτικές εγκαταστάσεις στη χώρα μας.
«Το κάναμε προφανώς όχι από ιδεολογική προσέγγιση αλλά από εθνική ευθύνη, αναγνωρίζοντας ότι τα συμφέροντά μας με τις ΗΠΑ συνέκλιναν στην ανάγκη να καταστεί η Ελλάδα ένας ισχυρός πυλώνας ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή» είπε και ξεκαθάρισε επικρίνοντας εμμέσως την αντιφατική στάση του Ντ. Τραμπ ως προς την Τουρκία: «Αν όμως οι ΗΠΑ θεωρούν ότι μπορούμε να παίξουμε τον ρόλο αυτό ενώ την ίδια στιγμή τα κυριαρχικά μας δικαιώματα απειλούνται με τόσο ξεκάθαρο τρόπο, τότε η Ελλάδα δε πρέπει να είναι δεδομένη. Δεδομένους δε πρέπει να μας θεωρεί κανείς».
Μάλιστα, έκρινε ότι η συμφωνία αυτή δεν μπορεί να προχωρήσει αν πρωτίστως στο επικείμενο ταξίδι του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ δεν στείλει σαφές μήνυμα ότι ο EastMed θα προχωρήσει μεταξύ Κύπρου και Κρήτης και ότι το σχήμα 3+1 με την Κύπρο και το Ισραήλ θα επανασυγκληθεί.
Διαβάστε επίσης: Τσίπρας: Δίνετε ένα μέρισμα «φάντασμα»
«Να μην ακολουθήσει η Ελλάδα τον κατήφορο της Τουρκίας»
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, αναπτύσσοντας τις ανοιχτές διαφορές με τη γείτονα και συγκεκριμένα το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας, της «πληγής» του Κυπριακού αλλά και τον κρίσιμο ρόλο της Τουρκίας στην προσφυγική κρίση, έκρινε ότι ορθώς η Ελλάδα πρωτοστάτησε στο ξεκλείδωμα της τουρκικής ενταξιακής πορείας την περίοδο 1999-2004. Μάλιστα, αναφέρθηκε και στην αξιοποίηση του πλαισίου του Ελσίνκι προκειμένου να προχωρήσουν οι διερευνητικές επαφές για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, με την προοπτική προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, φτάνοντας έως τη δύσκολη -όπως την αποκάλεσε- Συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας.
Υπογράμμισε όμως ότι η Ελλάδα του 2020 δεν πρέπει να ακολουθήσει την Τουρκία στον κατήφορο του 20ου αιώνα που έχει επιλέξει ο Πρόεδρος, Ρ. Τ. Ερντογάν. «Αυτό πρέπει να το ξέρει ο ελληνικός λαός. Αυτό πρέπει να το ξέρει και ο φίλος τουρκικός λαός και οι δημοκρατικές δυνάμεις στις δύο ακτές του Αιγαίου» ανέφερε και συμπλήρωσε πως «η Ελλάδα πρέπει να μείνει σταθερή στην ευρωπαϊκή πυξίδα και τις αξίες που επέλεξε στην χαραυγή του 21ου αιώνα για τη διαχείριση των ελληνοτουρκικών, μετά από μια καταστροφική δεκαετία που μας έφτασε για μια ακόμη φορά στα πρόθυρα του πολέμου».
Εξηγώντας περαιτέρω τις θέσεις του, υποστήριξε πως η προσκόλληση στην κατεύθυνση που δείχνει η ευρωπαϊκή πυξίδα σημαίνει ότι η Ελλάδα θα ακολουθεί φιλειρηνική πολιτική χωρίς αυτό να σημαίνει ότι «δεν φροντίζουμε για την υπεράσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων».
Επ΄αυτού, επέκρινε τις τοποθετήσεις του Κυρ. Μητσοτάκη τόσο μετά τη συνάντηση που είχε με τον Πρόεδρο της Τουρκίας όσο και σε συνέντευξη του σε ξένο Μέσο. «Το μήνυμα που πρέπει να εκπέμπει η χώρα αυτές τις ώρες από την ηγεσία της, δεν μπορεί να είναι να επιδειχθεί καλή διάθεση και από τις δύο πλευρές. Ούτε ότι ¨δεν φοβόμαστε θερμό επεισόδιο¨. Αυτές είναι τουλάχιστον ατυχείς, για να είμαι επιεικής, δηλώσεις» σχολίασε και συνέχισε λέγοντας ότι η φιλειρηνική πολιτική της Ελλάδας πρέπει να συνοδεύεται από ενεργητική διπλωματία. «Και Τρίτον, στόχος μας ήταν είναι και παραμένει ο διάλογος στη βάση του διεθνούς δικαίου» κατέληξε ο πρώην πρωθυπουργός, καταθέτοντας με ευθύ τρόπο τις προτάσεις για τον τρόπο που πρέπει να διαχειριστεί η κυβέρνηση την κρίση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.