Η εκτόξευση του δημοσίου χρέους και η οξύτατη δημοσιονομική κρίση, στην οποία διήλθε η Ελλάδα από τα τέλη του έτους 2009 και τους πρώτους μήνες του έτους 2010, είχαν ως άμεσο επακόλουθο την ψήφιση του πρώτου Μνημονίου, που ενσωματώθηκε στο Νόμο 3845/2010 (ΦΕΚ Α’ 65/06.05.2010). Η μείωση των εισοδημάτων, των συντάξεων και των παροχών γένει, που αφορούσαν πολύ μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και η αύξηση του κόστους ζωής και η άνοδος των δεικτών της ανεργίας, ειδικά μετά τον Σεπτέμβριο του 2008, με την πτώση της Lehman Brothers, που έφερε την μεγαλύτερη χρηματοοικονομική κρίση στην υφήλιο, επέφεραν και την αύξηση των ποσοστών του ιδιωτικού χρέους προς τις τράπεζες.
Γιατί ψηφίστηκε ο νόμος Κατσέλη
Κάτω από αυτές τις καταιγιστικές εξελίξεις, οι οποίες ήταν αναμφίβολα, εξαιρετικά δυσμενείς και επαχθείς για τη χώρα μας, δημοσιεύτηκε στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, την 3η Αυγούστου 2010 ο Νόμος 3869/2010. Στην αιτιολογική έκθεση, μεταξύ άλλων, αναφερόταν ότι:
«Η εισοδηματική στενότητα, τα υψηλά επιτόκια στον χώρο ιδίως της καταναλωτικής πίστης, οι επιθετικές πρακτικές προώθησης των πιστώσεων, ατυχείς προγραμματισμοί, απρόβλεπτα γεγονότα στη ζωή των δανειοληπτών (απώλεια εργασίας κ.ά.), αποτέλεσαν παράγοντες που, δρώντας υπό την απουσία θεσμών συμβουλευτικής υποστήριξης των καταναλωτών σε θέματα υπερχρέωσης, συνέβαλαν ανενόχλητα στην αυξανόμενη υπερχρέωση νοικοκυριών που, αδυνατώντας εν συνεχεία να αποπληρώσουν τα χρέη τους, υπέστησαν και υφίστανται, τις αλυσιδωτά επερχόμενες καταστροφικές συνέπειές της.
»Σημαντικό μέρος των πολιτών έχει οδηγηθεί σήμερα στην περιθωριοποίηση, καθώς, μη διαθέτοντας σοβαρή αγοραστική δύναμη και δυνατότητα απεγκλωβισμού από την υπερχρέωση, δεν είναι σε θέση να σχεδιάσει τη συμμετοχή του στην οικονομική και κοινωνική ζωή. Η υπερχρέωση αναδεικνύεται πλέον ως ένα από τα μεγαλύτερα κοινωνικά προβλήματα και στη χώρα μας και ως σύγχρονο κοινωνικό κράτος δικαίου έχουμε καθήκον να αντιμετωπίσουμε. Κανείς δεν μπορεί πια να αγνοεί την αδήριτη ανάγκη να δοθεί η πραγματική δυνατότητα στους υπερχρεωμένους καταναλωτές και επαγγελματίες να πραγματοποιήσουν πλέον ένα νέο οικονομικό ξεκίνημα στη ζωή τους…
»Η δυνατότητα της ρύθμισης, για το φυσικό πρόσωπο των χρεών του, με απαλλαγή από αυτά, βρίσκει τη νομιμοποίησή της ευθέως στο ίδιο κοινωνικό κράτος δικαίου, που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μία χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία, άλλωστε, και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Μία τέτοια αλλαγή χρεών δεν παύει όμως να εξυπηρετεί και το ευρύτερο γενικό συμφέρον, καθώς οι πολίτες επανακτούν ουσιαστικά μέσω των εν λόγω διαδικασιών την αγοραστική τους δύναμη προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα… στόχος των εν λόγω διατάξεων είναι η επανένταξη του υπερχρεωμένου πολίτη στην οικονομική και κοινωνική ζωή με την επανάκτηση της οικονομικής ελευθερίας που συνεπάγεται η εξάλειψη των χρεών που αδυνατεί να αποπληρώσει.
»Η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών αποβλέπει εν προκειμένω στη δυνατότητα μιας δεύτερης ευκαιρίας στο υπερχρεωμένο φυσικό πρόσωπο για ένα νέο οικονομικό ξεκίνημα, χωρίς τα ανυπέρβλητα βάρη του παρελθόντος με τη δυνατότητα απαλλαγής από υπερχρεώσεις που έχει αναλάβει, εφόσον για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα εξαντλήσει τις δυνατότητες ικανοποίησης των πιστωτών του. Η (μερική έστω) ικανοποίηση των πιστωτών από το εισόδημα του οφειλέτη για μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο προβάλλει ως δοκιμασία και επίδοση του οφειλέτη προκειμένου να επιτύχει με το πέρας αυτής το ευεργετικό αποτέλεσμα της απαλλαγής των χρεών.
»Το νομοσχέδιο δίνει μία ρεαλιστική προοπτική απεγκλωβισμού από τα χρέη σε όλους τους υπερχρεωμένους πολίτες. Διασφαλίζει στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά που θα θελήσουν να αξιοποιήσουν τις ρυθμίσεις του σχεδίου νόμου ένα ελάχιστο επίπεδο οικονομικής διαβίωσης. Με μία πρωτοποριακή ρύθμιση λαμβάνει ιδιαίτερη μέριμνα για τη διατήρηση και προστασία της κύριας κατοικίας των οφειλετών, αφού επιτρέπει σε αυτούς να την εξαιρέσουν από την ρευστοποίηση της περιουσίας τους, τούτο δε υπό όρους και διαδικασίες που δεν θίγουν τα συμφέροντα των πιστωτών».
Λειτούργησε ευεργετικά
Ο Νόμος αυτός, ειδικά κατά τα πρώτα έτη από την θέσπισή του, υπήρξε σοβαρό και αξιόπιστο καταφύγιο για τους δανειολήπτες. Είναι ενδεικτικό ότι από τον Ιανουάριο του 2011, που άρχισε να εφαρμόζεται ο νόμος, μέχρι την 06/09/2012, ο συνολικός αριθμός των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί στην ελληνική επικράτεια ήταν 26.869, εκ των οποίων οι 6.641 είχαν κατατεθεί στο Ειρηνοδικείο Αθηνών (Ειρ. Αθ.). Βάσει των στοιχείων της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή (ΓΓΚ), μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2012 είχαν εκδικαστεί γύρω στις 5.000 υποθέσεις και έχει εκδοθεί απόφαση για τις 3.000 εξ αυτών.2 Η αναλογία ανάμεσα στις απορριφθείσες και τις δεκτές (δεκτές και εν μέρει δεκτές) υποθέσεις είναι 50,0-50,0%. Περίπου το 80,0% των υποθέσεων που έχουν απορριφθεί οφείλεται σε τυπικούς λόγους (αοριστία, εκπρόθεσμη υποβολή δικαιολογητικών, απουσία εγγράφων, δικαιολογητικών, υπεύθυνων δηλώσεων κ.λπ.). Από τις αποφάσεις με θετικό αποτέλεσμα, μόνο 0,1% κατέληξε σε ολική διαγραφή χρέους, ενώ όσον αφορά στις υποθέσεις οφειλετών που δεν είχαν ιδιόκτητη κατοικία για να υπαχθούν στη ρύθμιση του άρθρου 9 για τη διάσωση της κύριας κατοικίας, έγινε διαγραφή χρέους που κατά μέσο όρο ανέρχεται στο 60,0%. (1)
Όπως μπορούμε να συμπεράνουμε και λόγω και των επιβαρυντικών για τη χώρα μας οικονομικών εξελίξεων, οι προθέσεις του νομοθέτη ήταν καλές. Τις ευεργετικές διατάξεις του νόμου αυτού όμως, χρησιμοποίησαν και κατέφυγαν σε αυτές και κάποιοι που δεν είχαν τις προϋποθέσεις, που έτασσε νόμος. Συνέπεια αυτού ήταν να αυστηροποιηθούν κατά τα μεταγενέστερα έτη οι διατάξεις του νόμου αυτού με τις τροποποιήσεις που ψηφίζονταν, είτε με το νόμο 4161/2013, είτε με το νόμο 4335/2015, είτε με το νόμο 4549/2018 είτε τέλος με το νόμο 4605/2029, που προστάτευε μόνο την κύρια κατοικία του εκάστοτε οφειλέτη.
Σανίδα σωτηρίας
Καθ’ όλο αυτό το χρονικό διάστημα, ήτοι από την από το έτος 2010 μέχρι και το έτος 2020, οπότε ψηφίστηκε ο Πτωχευτικός Νόμος (ΦΕΚ A’ Ν. 4738/2020, ΦΕΚ Α’ 207/27.10.2020) με τίτλο «Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας και άλλες διατάξεις“, πολλές ελληνικές οικογένειες ανακουφίστηκαν και γλίτωσαν από τα «πλοκάμια» των τραπεζών, όπως και πολλές από την άλλη αδικήθηκαν, κυρίως λόγω της αθρόας εισροής δικογράφων στα Ειρηνοδικεία της χώρας από οφειλέτες που, κάποιες φορές, προκλητικά, δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις και όχι τόσο λόγω της αυστηρότητας στη δικαιοδοτική κρίση του εκάστοτε δικαστή.
Ο νόμος 3869/2010 υπήρξε όμως, σε κάθε περίπτωση, “σανίδα σωτηρίας” και “ultimum refugium” των απελπισμένων πολλές φορές δανειοληπτών. Υπήρξαν περιπτώσεις με μεγάλες διαγραφές δανείων, ακόμα και, πολύ πιο σπάνια, με ολική διαγραφή, μεγαλύτερη διάρκεια αποπληρωμής, δίνοντας στον πολίτη τη δυνατότητα να «ανασάνει» από τα δανειακά του βάρη.
Ο εξωδικαστικός μηχανισμός
Δύο πολύ σημαντικές καινοτομίες, του νέου νόμου 4738/2020, ήταν η πλατφόρμα του εξωδικαστικού μηχανισμού, η οποία, παρεμπιπτόντως, από το 2017 ήταν μόνο για τις εταιρείες, καθώς και η αίτηση πτώχευσης μικρού αντικειμένου, μία διαδικασία που εξυπηρετεί κυρίως και απαλλάσσει μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις, που δεν έχουν κινητή και ακίνητη περιουσία στο όνομά τους.
Στον εξωδικαστικό μηχανισμό μπορούν να υποβάλλουν φυσικά και νομικά πρόσωπα που έχουν πτωχευτική ικανότητα. Σύμφωνα δε με την παρ. 1 του άρθρου 76 του ίδιου νόμου, πτωχευτική ικανότητα έχουν τα φυσικά πρόσωπα και τα νομικά πρόσωπα που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό. Αίτηση υπαγωγής δηλαδή μπορούν να καταθέσουν όχι μόνον επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες, όπως προβλεπόταν υπό το καθεστώς ισχύος του προηγούμενου εξωδικαστικού μηχανισμού (ν. 4469/2017), αλλά και ιδιωτικοί ή δημόσιοι υπάλληλοι.
Μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού μπορούν να ρυθμιστούν ληξιπρόθεσμες οφειλές μόνον προς χρηματοδοτικούς φορείς, Δημόσιο ή Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, εφόσον το οφειλόμενο ποσό προς τους χρηματοδοτικούς φορείς υπερβαίνει το ποσό των 10.000 ευρώ. Κατ’ εξαίρεση μπορούν να ρυθμιστούν και εξυπηρετούμενες ή ενήμερες οφειλές, εφόσον ο αιτών αποδεικνύει ότι η οικονομική του κατάσταση έχει επιδεινωθεί κατά ποσοστό τουλάχιστον 20% (μείωση εισοδημάτων κατά 20% ή διατήρηση εισοδήματος σταθερού και αύξηση δαπανών κατά 20%). Σε αντίθεση, λοιπόν, με τον ν. 4469/2017, με τον νέο εξωδικαστικό μηχανισμό δεν μπορούν να ρυθμιστούν οφειλές προς άλλα πρόσωπα, π.χ. προς προμηθευτές της επιχείρησης.
Το πρόβλημα παραμένει
Αναντίρρητα, ο νόμος 4738/2020 με την πλατφόρμα του εξωδικαστικού και την πτώχευση μικρού αντικειμένου, κατά πρώτον και στη συνέχεια με τη διαδικασία της εξυγίανσης για τις επιχειρήσεις και την πτώχευση , συνιστούν σημαντικά «όπλα» στη φαρέτρα του δανειολήπτη. Είναι αλήθεια, ότι στην αρχική εφαρμογή του Νόμου 4738/2020 οι ρυθμίσεις από τις τράπεζες μόνο γενναιόδωρες δεν υπήρξαν, τα πιστωτικά ιδρύματα είχαν το δικαίωμα να μην απαντούν στις προτάσεις των δανειοληπτών, ενώ τα ποσοστά διαγραφής δανείων ήταν μικρά. Μεταγενέστερες όμως σημαντικές βελτιώσεις, παράλληλα με την πλατφόρμα του ευάλωτου δανειολήπτη, κατέστησαν τον εξωδικαστικό συμβιβασμό πιο ελκυστική πρόταση για τους δανειολήπτες σε σχέση με παλαιότερα.
Όμως και πάλι το πρόβλημα παραμένει. Στην πλειοψηφία τους οι ρυθμίσεις της πλατφόρμας του εξωδικαστικού, δεν λύνουν σε βάθος το πρόβλημα, παρά μόνο στις ρυθμίσεις για το Δημόσιο και για τα Ασφαλιστικά Ταμεία, όπου το επιτόκιο τρία τοις εκατό της πλατφόρμας είναι πολύ πιο επωφελές για τον οφειλέτη και υπάρχει και μεγαλύτερη διάρκεια αποπληρωμής, ήτοι μέχρι 240 μήνες- σε σχέση με τις ρυθμίσεις που λαμβάνουν χώρα απευθείας με τις οικείες Οικονομικές Υπηρεσίες. Η προσφυγή στη δικαιοσύνη και η καταφυγή του πολίτη στην κρίση του αμερόληπτου δικαστή και όχι σους αριθμούς ενός αυστηρού τεχνοκράτη , μπορεί ίσως, με την ανάλογη νομοθετική ψήφιση, πιο γενναίων διατάξεων, παρόμοιου περιεχομένου με αυτές του νόμου 3869/2010 -Νόμου Κατσέλη-να συνιστά μία καλή λύση στο πρόβλημα της αστικής αφερεγγυότητας, που τόσο οξύνθηκε στη χώρα μας τα τελευταία δεκαπέντε έτη.
*Ο Κώστας Τσουμάνης είναι δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω