Ρωσία: Εχθρική υποδοχή στον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Ρεξ Τίλερσον

Ρωσία: Εχθρική υποδοχή στον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Ρεξ Τίλερσον

Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον μπορεί να έχει μια μεγάλη εμπειρία από το παρελθόν ως επιχειρηματίας και πρόεδρος της Exxon Mobil στις ρωσο-αμερικανικές εμπορικές σχέσεις κάτι που είχε αναγνωρίσει στο παρελθόν και η η Μόσχα, τιμώντας τον με το παράσημο της φιλίας των λαών, αλλά αυτή την φορά με την ιδιότητα του επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ του επεφύλαξε μια εξαιρετικά συγκρατημένη υποδοχή.

 Το πρακτορείο Reuters την χαρακτήρισε «εχθρική». Αλλά ακόμα και αν δεν συμφωνεί κανείς με την εκτίμηση αυτή, το λιγότερο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η υποδοχή αυτή ήταν ψυχρή. Και δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετική, ιδιαίτερα μετά τις κατηγορίες που δέχθηκε από την Ουάσιγκτον για τις δήθεν ευθύνες που είχε η Μόσχα στην χρήση χημικών όπλων στη Συρία. Ούτε φυσικά θα μπορούσε να αγνοήσει τις δηλώσεις που έκανε ο Τίλερσον μετά την λήξη των εργασιών της συνόδου των υπουργών Εξωτερικών της G7, ότι η Μόσχα θα πρέπει να επιλέξει μεταξύ του Άσαντ ή της Δύσης.

Το στίγμα της ατμόσφαιρας μέσα στην οποία έγινε δεκτός ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών το έδωσε ο Βλαντιμίρ Πούτιν. Την ώρα που άρχιζαν οι συνομιλίες μεταξύ Τίλερσον και Λαβρόφ, ο Ρώσος πρόεδρος, δήλωνε σε συνέντευξη του στο τηλεοπτικό δίκτυο «Μιρ», «ότι το επίπεδο εμπιστοσύνης με την Ουάσιγκτον επί Τραμπ, στον τομέα της συνεργασίας, ιδιαίτερα στον στρατιωτικό τομέα, δεν βελτιώθηκε, αλλά αντίθετα υποβαθμίσθηκε», υπονοώντας προφανώς ότι οι σχέσεις Μόσχας Ουάσιγκτον είναι χειρότερες απ ότι ήταν την περίοδο Ομπάμα.

Αλλά και πριν φθάσει ακόμη στην Μόσχα ο Τίλερσον, ο Ρώσος υφυπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Ριαμπκόφ, αναφερόμενος στην αμερικανική πολιτική, χρησιμοποίησε μια εξαιρετικά σκληρή γλώσσα, όταν δήλωνε ότι «η απρέπεια και ο πρωτογονισμός είναι τα χαρακτηριστικά της τρέχουσας ρητορικής της Ουάσιγκτον», εκφράζοντας την ελπίδα για το ότι αυτά τα δύο στοιχεία «δεν θα γίνουν η ουσία της αμερικανικής πολιτικής».

Η ψυχρότητα όμως στην ατμόσφαιρα φάνηκε και κατά την έναρξη της συνάντησης στην έπαυλη του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών όπου διεξάγονται παρόμοιου επιπέδου συναντήσεις. Μόλις εμφανίσθηκε στην αίθουσα ο Σεργκέι Λαβρόφ, οι αμερικανοί δημοσιογράφοι σύμφωνα με την περιγραφή της εκπροσώπου του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα , άρχισαν να φωνάζουν με όλη τους την δύναμη «Mr Lavrov. Mr Lavrov..» βομβαρδίζοντας τον με ερωτήσεις του τύπου «είναι αλήθεια ότι υποστηρίζετε την κυβέρνηση της Συρίας; Τι έχετε να πείτε για τις χθεσινές ανακοινώσεις του Λευκού Οίκου;..». «Ποιος σας έχει διαπαιδαγωγήσει;» ήταν το ερώτημα με το οποίο απευθύνθηκε ο Λαβρόφ στους αμερικανούς δημοσιογράφους, και όχι στον επίσημο προσκεκλημένο, όπως επεσήμαινε σε σχόλιο του το πρακτορείο Ria Novosti. Η Μαρία Ζαχάροβα πάντως έγραψε στην σελίδα της στο Facebook ότι τέτοια «αγοραία συμπεριφορά» δεν είχε υπάρξει εδώ και εκατό χρόνια στην έπαυλη του υπουργείου Εξωτερικών. Ο Λαβρόφ άρχισε να μιλάει και μόλις ολοκλήρωσε την προσφώνηση του και ήταν έτοιμος να δώσει τον λόγο στον αμερικανό ομόλογο του, έκανε μια παύση και απευθυνόμενος στους αμερικανούς δημοσιογράφους είπε «Τώρα μπορείτε να φωνάξετε, αν θέλετε».

Ωστόσο παρά την σχετικά τεταμένη ατμόσφαιρα, που επικράτησε πριν την συνάντηση Τίλερσον-Λαβρόφ, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, προϊδέασε για τις προθέσεις του στις συνομιλίες όταν έλεγε «Θα ήθελα ήδη να κατανοήσω τις πραγματικές προθέσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, λαμβάνοντας υπ όψιν την πληθώρα των διαφορετικών δηλώσεων του Λευκού Οίκου και την επίθεση κατά της Συρίας, η οποία επακολούθησε των δηλώσεων αυτών», ή όταν έλεγε ότι «μας έχουν δημιουργηθεί πολλά ερωτήματα, όσον αφορά τις αμφίσημες και αντιφατικές απόψεις που έχει διατυπώσει η Ουάσιγκτον για όλο το φάσμα των διμερών και πολυμερών σχέσεων».

Η όλη ατμόσφαιρα, υποδείκνυε ότι η Μόσχα δεν πρόκειται να δεχθεί τελεσίγραφα, του τύπου «ή με τον Άσσαντ ή με την Δύση».

Ο Τιλερσον από την πλευρά του, που είχε αποκτήσει πριν γίνει πρόεδρος την φήμη ότι είναι φίλος του Πούτιν, εξέφρασε την ελπίδα ότι θα αρχίσει ένας ανοιχτός και ειλικρινής διάλογος μεταξύ των δύο χωρών και κατά κάποιο τρόπο θα εναρμονισθούν οι σχέσεις.

Οι συνομιλίες διήρκεσαν πέντε ολόκληρες ώρες και ήταν οξύτατες σύμφωνα με τις εκτιμήσεις όλων των αναλυτών.

Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Reuters, Tass

Documento Newsletter