Οι γερμανικές εκλογές ανέσυραν τους Σοσιαλδημοκράτες του Ολαφ Σολτς από την παρακμή, καθαίρεσαν τους Χριστιανοδημοκράτες από την κορυφή και ανέδειξαν τόσο τους Πράσινους όσο και τους Φιλελεύθερους ως ρυθμιστικές δυνάμεις. Η Αριστερά σε αυτό το πλέγμα βρέθηκε χαμηλότερα απ’ ό,τι ήταν χάνοντας 2 εκατομμύρια ψήφους (4%) και τερμάτισε τελευταία, συγκεντρώνοντας το 5% των εκλογικών προτιμήσεων.
Συναντήσαμε τη Μαρία Οσάνα, διευθύντρια του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ στην Ελλάδα, και συζητήσαμε για τις πρόσφατες εκλογές στη Γερμανία, για την Αριστερά και την επόμενη μέρα. Το Ιδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ είναι η επίσημη δεξαμενή σκέψης του κόμματος της γερμανικής Αριστεράς (Die Linke) και διαθέτει σταθερή παρουσία στην Ελλάδα με δικά του γραφεία, εκπονεί έρευνες, διοργανώνει ομιλίες και συνεισφέρει συνολικά στον δημόσιο διάλογο για την Αριστερά, τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη.
Η Μέρκελ, ο βασικός μισθός και το Die Linke
Η Οσάνα ανοίγοντας την κουβέντα μίλησε για την προεκλογική περίοδο και τους παράγοντες που οδήγησαν στην πτώση της Αριστεράς. Για την ίδια «o πρώτος παράγοντας ήταν η μη επανεκλογή της Μέρκελ που άνοιξε ρήγματα και ήταν βέβαιο ότι η χριστιανοδημοκρατία θα έχανε επιρροή, δίνοντας χώρο στους Σοσιαλδημοκράτες να ξαναπαρουσιαστούν. Οι Σοσιαλδημοκράτες έκαναν καλή εκστρατεία με μια κάπως αριστερή ατζέντα που περιλάμβανε την αύξηση του βασικού μισθού, την ενίσχυση του δημόσιου τομέα κ.λπ. Αυτά ήταν αρκετά κοντά στις προγραμματικές θέσεις που είχε η Αριστερά» παρατήρησε.
Οσον αφορά τους Πράσινους, η διευθύντρια του ιδρύματος πιστεύει ότι «εκείνοι είχαν το μομέντουμ, το κορυφαίο θέμα της συζήτησης ήταν το κλίμα και σε ένα σημείο προηγούνταν στις δημοσκοπήσεις. Ωστόσο έκαναν κάποια λάθη και εξαπολύθηκε σεξιστική επίθεση στην υποψήφια καγκελάριο των Πρασίνων Αναλένα Μπέρμποκ. Ετσι τις εκλογές τις κέρδισε ένας τρίτος, ο Ολαφ Σολτς, καλύπτοντας διαφορά 10% σε τρεις μήνες, μιας και ο υποψήφιος των Χριστιανοδημοκρατών Αρμιν Λάσετ δεν είχε την καλύτερη απόδοση».
Και ακριβώς επειδή η προσοχή βρισκόταν σε αυτά τα τρία κόμματα η Αριστερά συμπιέστηκε και δεν κατάφερε να διαφοροποιηθεί από τους Πράσινους και τη σοσιαλδημοκρατία. «Δεν τα καταφέραμε πολύ καλά» ομολογεί αποτιμώντας τον προεκλογικό αγώνα και αναφερόμενη στις αντιφάσεις της στρατηγικής τους. «Το κόμμα περιπλανήθηκε ανάμεσα στην παραμονή στην αντιπολίτευση και τη συμμετοχή στην κυβέρνηση. Γι’ αυτό τον λόγο χάσαμε 600.000 ψήφους από τη σοσιαλδημοκρατία και περίπου 300-400.000 ψήφους προς τους Πράσινους» συμπληρώνει με νόημα.
Στη συνέχεια η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το πρόγραμμα της Αριστεράς και σε θέματα όπως το περιβάλλον. «Το πρόγραμμα του Die Linke ήταν το πιο ρεαλιστικό εάν θέλεις να αλλάξεις πράγματα» κι αυτό διότι Πράσινοι και Σοσιαλδημοκράτες δεν θέλουν να πιέσουν τις βιομηχανίες. Επίσης, μας ενημέρωσε ότι το προωθημένο πρόγραμμα της Αριστεράς είχε εγκριθεί από τα συνδικάτα, σε μια προσπάθεια σφυρηλάτησης επιπλέον δεσμών με την κοινωνία.
Μοιραία η συζήτηση πηγαίνει στην επόμενη μέρα και τη νέα γερμανική κυβέρνηση. «Η κυβέρνηση θα είναι προοδευτική μόνο στα λόγια, αλλά δεν θα επιτύχουν. Κυρίως δεν θα απαντήσουν στο ερώτημα της κλιματικής αλλαγής, δεν θα απαντήσουν στο ερώτημα της εργασίας και της κοινωνικής οικολογικής μεταμόρφωσης γενικότερα». Το ερώτημα για την ίδια είναι «εάν η Αριστερά μπορεί να δώσει αυτοπεποίθηση στους ψηφοφόρους ότι μια πραγματική αλλαγή μπορεί να συμβεί στη Γερμανία χωρίς να έρθει το χάος», όπως προωθείται από το κυρίαρχο αφήγημα. Το Die Linke «πρέπει να βρει ένα αφήγημα και μια προσέγγιση που φτάνουν στους ανθρώπους σε διαφορετικά επίπεδα» προσθέτει.
Ως προς τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Αριστερά, το πρόβλημα εντοπίζεται στην πρώην Ανατολική Γερμανία, όπου η παλιά γενιά που στηρίζει την Αριστερά γερνάει και δημογραφικά υπάρχει ένα κενό. Ως αποτέλεσμα αυτού «πρέπει να χτίσουμε νέες βάσεις όπου μπορούμε» τονίζει η Μαρία Οσάνα. Επιπροσθέτως, η νέα γενιά προσανατολίζεται λιγότερο προς το κοινοβούλιο και περισσότερο προς τα κοινωνικά κινήματα, πιστεύοντας ότι ο αγώνας μπορεί να δοθεί εξίσου και στα δύο πεδία. Η ίδια θεωρεί ότι «αυτή η προσέγγιση θα πετύχει στο τέλος, διότι όταν η Αριστερά ενεπλάκη στα κοινωνικά κινήματα ήταν πιο επιτυχημένη, γιατί οι άνθρωποι κατανοούσαν ότι δεν είμαστε μια αντιπροσωπευτική δύναμη που μιλάει όμορφα δίχως να εκπροσωπεί τα κοινωνικά κινήματα, αλλά είμαστε στο κοινοβούλιο φέρνοντας σ’ αυτό τα κοινωνικά κινήματα».
Η πλειονότητα υπέρ της αναδιανομής πλούτου
Κλείνοντας η Μαρία Οσάνα μίλησε για τις προοπτικές του Die Linke και ανέφερε ότι «υπάρχει μια πλειονότητα στην κοινωνία που είναι υπέρ μιας αριστερής προοδευτικής ατζέντας, ίσως όχι τόσο ριζοσπαστικής όσο του Die Linke. Τώρα αυτοί οι άνθρωποι ψήφισαν σοσιαλδημοκρατία, που έλαβε μόλις το 25% των ψήφων, όχι το 40%. Αν συμπεριλάβεις και τους ψηφοφόρους των Πρασίνων, τότε έχεις μια μεγάλη ποικιλία ψηφοφόρων υπέρ της αναδιανομής του πλούτου, την οποία οι άνθρωποι δεν θα δουν σε μια κυβέρνηση συνεργασίας με τους Φιλελεύθερους. Οπότε υπάρχει μια πιθανότητα οι αριστερές πολιτικές να παραμείνουν ισχυρές στους ανθρώπους, αλλά είναι ανοιχτό το ποιος θα τις εκπροσωπεί καλύτερα. Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση για το Die Linke: να γίνει το κόμμα της κοινωνικής δικαιοσύνης, της αναδιανομής πλούτου και της διαφορετικής εξωτερικής πολιτικής. Το Die Linke δεν έχει ξοφλήσει, αλλά έχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε».