Ξεκίνησε την καριέρα του ως ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα του πορτογαλικού ποδοσφαίρου, αλλά πολύ σύντομα ο αυτοκαταστροφικός χαρακτήρας του, πέρα από το ότι αποτέλεσε τροχοπέδη στην καριέρα του, τον οδήγησε και συνεχίζει να τον οδηγεί σε μεγάλες περιπέτειες.
Ο λόγος για τον 27χρονο διεθνή Πορτογάλο αμυντικό Ρούμπεν Σεμέδο, τον οποίο ο Ολυμπιακός έβαλε στην «μαύρη λίστα» πριν δύο εβδομάδες λόγω της παρατεταμένης κακής απόδοση του στους αγώνες, από την περσινή περίοδο μέχρι σήμερα. Αιτία της κακής απόδοσης του; Η κακή εξωγηπεδική ζωή. Από την οποία έπαθε πολλά αλλά όπως αποδεικνύεται δεν έμαθε, παρά το γεγονός ότι πέρασε τα πάνδεινα στη πολυτάραχη ζωή του, με αποκορύφωμα τη σημερινή –νέα- δικαστική περιπέτεια του, όπου κατηγορείται για ομαδικό βιασμό 17χρονης…
Γεννημένος στην Αμαδόρα με καταγωγή από το Πράσινο Ακρωτήριο, ο Σεμέδο εντάχθηκε στις ακαδημίες νέων της Σπόρτινγκ Λισαβόνας στην ηλικία των 16 ετών και σε ηλικία 20 ετών έκανε ντεμπούτο στην πρώτη ομάδα. Θεωρήθηκε μεγάλο ταλέντο και σε ηλικία 23 ετών, το καλοκαίρι του 2017, τον αγόρασε η Βιγιαρεάλ αντί 14 εκατ. ευρώ. Όμως εκεί ξεκίνησαν οι τραυματισμοί και πολύ σύντομα ξεκίνησε ο κατήφορος του, αγωνιστικά και εξωαγωνιστικά…
Στις 29 Οκτωβρίου 2017 μια γυναίκα κατήγγειλε τον Σεμέδο για επίθεση με σπασμένο μπουκάλι σε κλαμπ μετά από σεξουαλική παρενόχληση. Περίπου 20 μέρες μετά, στις 19 Νοεμβρίου, συνελήφθη εκ νέου και έδωσε κατάθεση για επίθεση σε υπάλληλο κλαμπ υπό την απειλή όπλου. Αιτία, ότι δεν δεχόταν να φύγει όταν του είπαν πως το κλαμπ έκλεισε. Στην έρευνα της Αστυνομία πάντως, το όπλο που φέρεται να κρατούσε δεν βρέθηκε ποτέ.
Όμως ο Σεμέδο, μυαλό δεν έβαλε και τα χειρότερα ήρθαν λίγους μήνες αργότερα. Στις 20 Φεβρουαρίου 2018, ο Πορτογάλος συνελήφθη μαζί με τον ξάδερφό του και έναν φίλο του για μια υπόθεση που τα είχε όλα: απαγωγή, απειλές, παράνομη κράτηση, παράνομη κατοχή όπλου, επίθεση, ληστεία και απόπειρα δολοφονίας οι κατηγορίες με τις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπος. Μπήκε φυλακή όπου παρέμεινε 142 μέρες και αφέθηκε τελικά ελεύθερος στις 13 Ιουλίου 2018, αφού πρώτα κατέβαλε εγγυητική ύψους 30.000 ευρώ, με την απαγόρευση να μην μπορεί να πλησιάσει το θύμα σε απόσταση μικρότερη των 300 μέτρων. Με «λερωμένο» το ποινικό του μητρώο, ο Σεμέδο δεν μπορούσε να αγωνιστεί ξανά στη Ισπανία…
Η μεταγραφή στον Ολυμπιακό
Το καλοκαίρι του 2019 τον απέκτησε από τη Βιγιαρεάλ, ο Ολυμπιακός και έδειξε ότι είχε αφήσει για τα καλά πίσω το κακό παρελθόν του. Πήγε πολύ καλά την πρώτη σεζόν στους Πειραιώτες όμως από την επόμενη η απόδοση του έπεσε κατακόρυφα. Φήμες κάθε λίγο ανέφεραν ότι κάνει κακή εξωγηπεδική ζωή. Ωσπου τον Νοέμβριο του 2020 κι ενώ ολόκληρη η χώρα βρισκόταν σε κατάσταση lockdown και το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν σε αναστολή λόγω της πανδημίας του covid-19, ο Πορτογάλος μαζί με άλλους δυο ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού (Ραντζέλοβιτς, Μπρούνο) συνελήφθησαν μαζί με άλλους θαμώνες από την Αστυνομία σε μυστικό κορονοπάρτι σε ξενοδοχείου της λεωφόρου Συγγρού. Τους επιβλήθηκε πρόστιμο, ενώ η ΠΑΕ Ολυμπιακός καταδίκασε την παρουσία των τριών παικτών της στο κορονοπάρτι. Μάλιστα εξέδωσε και ανακοίνωση πριν ακόμη γίνουν γνωστά τα ονόματα των τριών ποδοσφαιριστών: «Η ΠΑΕ Ολυμπιακός καταδικάζει απερίφραστα τη συμμετοχή τριών ποδοσφαιριστών της, των Ρούμπεν Σεμέδο, Λάζαρ Ραντζέλοβιτς και Μπρούνο Φελίπε σε συγκέντρωση 30 ατόμων το βράδυ της Κυριακής σε ξενοδοχείο της Λ. Συγγρού, όπως προκύπτει από τα όσα είδαν το φως της δημοσιότητας σύμφωνα με το αστυνομικό ρεπορτάζ. Η αψήφιση των απαγορεύσεων αλλά και των κανονισμών της ομάδας μας για αυτή την εποχή, είναι απαράδεκτη. Οι εμπλεκόμενοι έχουν ήδη κληθεί σε απολογία και θα τους επιβληθεί το ανώτατο προβλεπόμενο χρηματικό πρόστιμο, το οποίο θα διατεθεί στο σύνολό του ως δωρεά στο Εθνικό Σύστημα Υγείας».
«Η ζωή μου στη φυλακή»
Τις πρώτες μέρες του στον Ολυμπιακό, ο Ρούμπεν Σεμέδο μίλησε στην εκπομπή “No Você na TV” της Πορτογαλίας και αναφέρθηκε στις δύσκολες στιγμές που αντιμετώπισε στη φυλακή. «Άφησα τον εαυτό μου να παρασυρθεί από πράγματα που δεν έπρεπε, ως επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Νόμιζα ότι μπορώ να κάνω τα πάντα και ότι δεν υπήρχε πρόβλημα. Το πρώτο επεισόδιο είχε γίνει πριν από πολύ καιρό. Σε μια εβδομάδα μπορεί να έβγαινα έξω, 4-5 φορές. Μία φορά λοιπόν, βρέθηκα σε μία ντίσκο. Την πρώτη φορά διαφώνησα με έναν για την ηλικία μου. Τον απείλησα και καθώς δεν με άφησε να μπω, με χτύπησε. Τον απείλησα και με κατήγγειλε αλλά δεν είχε αποδείξεις. Το δεύτερο περιστατικό έγινε επίσης σε ντίσκο. Την τρίτη ήταν το πιο σοβαρό.
Είχα μερικούς φίλους στη Βαλένθια, τους γνώρισα εκεί. Πολλές φορές έρχονταν στην Πορτογαλία, έμεναν στο σπίτι μου ή έπαιρναν τα αυτοκίνητά μου. Άλλη φορά είχαν ζητήσει χρήματα και τους δάνεισα χωρίς πρόβλημα. Ήταν Οκτώβριος τότε, 3-4 μήνες μετά κρύβονταν. Κάποια στιγμή συνάντησα έναν από αυτούς και του είπα ότι με εξαπατά. Το ανακάλυψα από κοινούς γνωστούς. Του είπα ότι ή θα με πληρώσει ή θα καλέσω την αστυνομία και θα τον καταγγείλω. Λίγες μέρες αργότερα τον συνάντησα, ήρθε στο σπίτι μου για να προσπαθήσει να μιλήσει. Τον έβγαλα έξω, είχαμε μια έντονη συζήτηση. Επειδή τον απείλησα, πήγε στην αστυνομία και σκαρφίστηκε μια ιστορία με βάση ότι εγώ είμαι ο… κακός. Αργότερα η αστυνομία ήρθε στο σπίτι μου, με συνέλαβε και συνέβησαν μια σειρά συμπτώσεων που δεν με βοήθησαν καθόλου.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μέρα που με συνέλαβαν. Έμενα στο κελί με άλλους δύο. Ο ένας είχε αυτοκτονικές τάσεις. Είναι ενοχλητικό να σκέφτεσαι ότι ένας άνθρωπος που είναι δίπλα σου, ότι με το οποιοδήποτε υλικό που έχει στην κατοχή του, θα επιχειρήσει να αυτοκτονήσει. Τα πρώτα 2-3 βράδια δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Πίστευα ότι θα προσπαθούσε να αυτοκτονήσει ή ακόμα και ότι θα προσπαθούσε να με σκοτώσει».
Στη συνέχεια ο Πορτογάλος μίλησε για την πρώτη επίσκεψη της μητέρας του στη φυλακή και τόνισε: «Ηταν η πιο ψυχρή στιγμή που μπορούσε να υπάρξει στον κόσμο, να είσαι μπροστά σε έναν άνθρωπο και να μην μπορείς να τον αγγίξεις. Την πρώτη μέρα ούτε που καταφέραμε να μιλήσουμε. Μόνο κοιταζόμασταν».
Δήλωσε ακόμη ότι «στη φυλκή σκεπτόμουν πως θα καθίσω χρόνια. Κρατούσα ακόμα και ημερολόγιο. Είχα ξεκινήσει να γράφω τον τρίτο μήνα. Ένιωθα ότι εκεί θα μπορούσα να απελευθερωθώ. Ένιωθα χαμένος. Υπήρχαν φορές που σκεφτόμουν πολύ. Περνούσα τον χρόνο μου στις φυλακές του Πικασέντ παίζοντας μπάλα, χορεύοντας και κάνοντας γυμναστική για να περνάει πιο γρήγορα ο χρόνος. Στον 5ο μήνα άλλαξα δικηγόρο και μετά από μερικές εβδομάδες βγήκα. Είναι απίστευτο συναίσθημα. Μία από τις πιο χαρούμενες μέρες της ζωής μου ήταν όταν βγήκα. Χρησιμοποιούσα ξανά ρολόι, χωρίς να είναι Casio, το οποίο είχα στη φυλακή. Έκανα μπάνιο σε κανονική μπανιέρα».
Οσο για το τι του έμεινε από εκείνη την περιπέτεια ο Σεμέδο δήλωσε: «Ό,τι πέρασα με έκανε καλύτερο άνθρωπο και καλύτερο παίκτη. Αυτό ποτέ δεν με άλλαξε ως πατέρα. Τα παιδιά και η γυναίκα μου είναι τα στηρίγματά μου. Κάθε μέρα κοιτούσα τη φωτογραφία των παιδιών μου και υποσχέθηκα ότι δεν θα είμαι ποτέ ξανά απών». Για την ώρα όμως και μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, ο Σεμέδο δεν φαίνεται να κράτησε την υπόσχεση του…