Ρότζερ Γκλόβερ: Οι Deep Purple δεν ήταν ποτέ πολιτική μπάντα

Ρότζερ Γκλόβερ: Οι Deep Purple δεν ήταν ποτέ πολιτική μπάντα

Μια κουβέντα με τον μπασίστα των θρύλων του ροκ για τις παρέες που γράφουν ιστορία αλλά και για τα παρασκήνια των κλασικών «Child in time» και «Smoke on the water»

Ηκλήση μου βρίσκει τον Ρότζερ Γκλόβερ στη Βραζιλία. Η μεγάλη απόσταση και οι προβληματικές τηλεφωνικές γραμμές κάνουν την επικοινωνία μας δύσκολη αλλά όχι ακατόρθωτη. Η πρώτη απόπειρα επικοινωνίας απέτυχε – για μια ολόκληρη ημέρα. Ευτυχώς με τη δεύτερη το καταφέραμε. Ακούγεται εξαιρετικά ευγενικός και πρόθυμος να απαντήσει στις ερωτήσεις, ωστόσο ο χρόνος είναι… πεπερασμένος, πόσο μάλλον όταν έχει συμφωνηθεί εξαρχής ότι η συνομιλία θα κρατήσει λίγο παραπάνω από όσο διαρκεί το «Child in time» σε live version.

Από το 1968 που ιδρύθηκαν οι Deep Purple έζησαν όλα τα συνήθη στάδια που περνάει μια μπάντα του δικού τους βεληνεκούς – από τη φάση του νεανικού ψαξίματος, στην κορυφή της επιτυχίας και τη διάλυση μέχρι το πέρασμα στην ωριμότητα, την επανένωση και την καθιέρωση στη σφαίρα του θρύλου. Και η αλήθεια είναι ότι μόνο τρεις ήταν οι μπάντες της αιρετικής αγίας τριάδας της βρετανικής χαρντ ροκ σκηνής: Deep Purple, Led Zeppelin και Black Sabbath.

Σε λίγες μέρες θα ανέβουν στη σκηνή του Terra Vibe για να παίξουν τα κλασικά τους: «Smoke on the water», «Strange kind of woman», «Black night», «Highway star», «When a blind man cries».

Πόσες φορές έχετε γυρίσει τον κόσμο περιοδεύοντας;

432…

Σοβαρά, θυμάστε με τέτοια λεπτομέρεια;

(γέλια) Οχι! Ιδέα δεν έχω. Εχουν περάσει τόσες δεκαετίες που έχω χάσει τον λογαριασμό.

Τι έχει αλλάξει στις περιοδείες σας από τα πρώτα χρόνια μέχρι σήμερα;

Τον πρώτο καιρό –έγινα μέλος των Deep Purple το 1969– είχαμε μόνο δύο άτομα στην ομάδα που μας βοηθούσαν. Πλέον είμαστε περισσότεροι από 22. Είναι εντελώς διαφορετικά τα πράγματα, το μεγάλο επιτελείο μας κάνει να νιώθουμε μεγαλύτερη σιγουριά, γιατί λειτουργούμε ομαδικά – βασιζόμαστε ο ένας στον άλλο. Ξέρετε, η πορεία μας είχε πολλά σκαμπανεβάσματα. Πιστεύω όμως ότι αυτή την εποχή είμαστε σε άνοδο. Αρα νιώθουμε πολύ καλά.

Εχει αλλάξει ο τρόπος που γράφετε τραγούδια;

Κάνουμε τα πάντα όπως παλιά. Από τις μέρες που στο σχήμα ήταν ο Ρίτσι Μπλάκμορ, ο Τζον Λορντ και ο Ιαν Πέις, οι τρεις αυτοί λαμπροί μουσικοί, μέχρι την εποχή που γίναμε μέλη ο Ιαν Γκίλαν κι εγώ, η μουσική είχε πάντα τον πρώτο λόγο. Πρωτίστως είμαστε ορχηστρική μπάντα, χαιρόμαστε δηλαδή να βρισκόμαστε και να παίζουμε παρέα. Και με αυτό τον τρόπο γράφουμε, συμπράττοντας.

Είναι ωραίο αυτό που λέτε. Οτι παρότι η τεχνολογία σάς δίνει τη δυνατότητα να δουλεύετε χωριστά, εξακολουθείτε να ποντάρετε στη δημιουργία της παρέας.

Αυτό είμαστε. Προτού ηχογραφήσουμε ένα άλμπουμ συναντιόμαστε για να παίξουμε και να γράψουμε τα τραγούδια μαζί. Αυτό διαρκεί κάποιες μέρες. Μετά βρισκόμαστε ξανά για να ακούσουμε τι έχουμε κάνει έχοντας πλέον πάρει χρονική απόσταση. Εκεί επεμβαίνουμε με βελτιώσεις. Οταν ολοκληρωθεί και αυτή η διαδικασία έρχεται η ηχογράφηση. Εως την τελευταία στιγμή αλλάζουμε πράγματα μέχρι το αποτέλεσμα να μας ικανοποιήσει.

Εχετε πει κατά καιρούς ότι είστε δημοκρατική μπάντα. Τι εννοείτε;

Οτι δεν υπάρχει αρχηγός. Ολοι είμαστε αρχηγοί. Σεβόμαστε ο ένας τον άλλον και αποφασίζουμε κάτι μόνο όταν έχει τη σύμφωνη γνώμη όλων μας. Κανένας άλλος δεν έχει λόγο στη δουλειά μας πέρα από μας.

Αυτή η ανάγκη για ισοτιμία είναι που σας δένει για τόσες δεκαετίες, παρά τις όποιες παύσεις;

Και αυτή, αλλά βασικά είναι η αγάπη μας για τη μουσική. Δεν είμαστε σε αυτήν τη δουλειά για το κυνήγι της επιτυχίας ή της διασημότητας. Είμαστε για τη μουσική, από την πρώτη στιγμή. Οταν κάνουμε δίσκο δεν μας απασχολεί η τύχη του. Αν γίνει επιτυχία είμαστε εντάξει, αν πάλι δεν γίνει όλα καλά. Θα συνεχίσουμε να γράφουμε τραγούδια γιατί αυτό κάνουμε μια ολόκληρη ζωή.

Ξεκινήσατε τη μουσική σας πορεία ως κιθαρίστας αλλά μετά σας κέρδισε το μπάσο…

Οταν ήμουν δεκατεσσάρων μου άρεσε η μουσική που ερχόταν από την Αμερική, το ροκ εν ρολ. Ημουν μαθητής και είδα στο σχολείο μια μπάντα να παίζει και είπα: «Αυτό θέλω να κάνω». Είπα στον κολλητό μου «έλα να φτιάξουμε ένα γκρουπ». Εκείνος έγινε ο κιθαρίστας, ήταν πολύ καλός κι εγώ που ήμουν αρχάριος άρχισα να παίζω μπάσο. Δεν είχα μπάσο τότε, έπαιζα με μια ισπανική κιθάρα. Οταν πλέον πήρα μπάσο δεν έβλεπα τίποτε μπροστά μου πέρα από αυτό. Είναι πολύ σημαντικό όργανο παρότι θεωρείται κάποιες φορές δεδομένο. Σκεφτείτε όμως τι θα συνέβαινε αν αφαιρούσαμε τον ήχο του μπάσου από ένα τραγούδι. Θα ακουγόταν άδειο.

Στο παρελθόν έχετε υπάρξει και μουσικός παραγωγός. Είναι δύσκολο να κάνει κάποιος την παραγωγή για το γκρουπ στο οποίο συμμετέχει ως μουσικός;

Ναι. Συχνά ο παραγωγός έχει ξεχωριστή θέση για το συγκρότημα και ολοκληρωμένη αντίληψη σχετικά με το τι συμβαίνει. Και αυτό γιατί ενώ είναι μες στο γκρουπ είναι και εκτός ταυτόχρονα. Οταν είσαι μουσικός στο σχήμα είναι πολύ δύσκολο να σε αντιμετωπίσουν και ως παραγωγό. Η γνώμη σου δεν έχει την ίδια αξία. Δεν είναι ακατόρθωτο να συνδυαστούν και τα δύο αλλά χρειάζεται πολλή δουλειά.

Το πιο πρόσφατο άλμπουμ σας είναι το «Turning to crime» στο οποίο παίζετε διασκευές αγαπημένων τραγουδιών. Ωστόσο θα ήθελα να σας ρωτήσω για το «Whoosh!», το προηγούμενο άλμπουμ, το οποίο αναφέρεται στο σύμπαν, το περιβάλλον, το πέρασμα του χρόνου αλλά και στη βία. Πώς βιώνετε την εποχή μας;

Τα τραγούδια μας προέρχονται από τις καταστάσεις της ζωής. Κάποιοι στίχοι είναι εμπνευσμένοι από εμπειρίες που είχε ο Ιαν Γκίλαν ή εγώ, από ειδήσεις που διαβάζουμε καθημερινά ή από πράγματα που ακούμε – κυριολεκτικά από τα πάντα. Προσπαθούμε να γράφουμε με τρόπο τέτοιο ώστε να μη δίνουμε την αίσθηση ότι κάνουμε κήρυγμα. Προτιμούμε να είμαστε παρατηρητές και καταγραφείς παρά δάσκαλοι. Σχετικά με ό,τι συμβαίνει γύρω μας, θα έλεγα ότι ο κόσμος μονίμως βρίσκεται σε χάος. Γράφουμε για όλα όσα μας ξενίζουν ή μας προβληματίζουν. Τα τραγούδια μας όμως δεν λειτουργούν ως αφορισμοί, αλλά ως ευγενικές υπενθυμίσεις.

Πάντα οι στίχοι σας ήταν προσεκτικοί και λεπτοδουλεμένοι.

Μας αρέσει πολύ να πειραματιζόμαστε με τις λέξεις. Ωστόσο δεν είμαστε πολιτική μπάντα. Ποτέ δεν ήμασταν. Αλλωστε καθένας από μας έχει εντελώς διαφορετική προσέγγιση της ζωής, της πολιτικής και της κοινωνίας. Τα τραγούδια μας είναι από καρδιάς αλλά όχι πολιτικά, ελπίζουμε τουλάχιστον να είναι διασκεδαστικά.

Δηλαδή το «Child in time» δεν είναι πολιτικό τραγούδι;

Ναι, αλλά χωρίς να λέει κάτι συγκεκριμένο. Γράφτηκε το 1969.

Δεν ισχύει δηλαδή ότι αναφέρεται στον πόλεμο στο Βιετνάμ;

Οχι. Αναφέρεται σε κάθε κατάσταση εχθρότητας. Είναι ένα τραγούδι που αφορά γενικά τον πόλεμο.

Γιατί δεν το παίζετε πλέον στα live σας;

Οταν το γράψαμε ήμασταν 23-24 χρόνων. Ειδικά η ερμηνεία του Ιαν Γκίλαν το απογείωσε. Ομως όσο μεγαλώνουμε δεν μπορούμε να τραγουδάμε με τον ίδιο τρόπο και έτσι ο Ιαν πριν από αρκετά χρόνια μας ανακοίνωσε ότι δεν ήθελε να το λέει πλέον στα live μας. Είχε δίκιο. Αποφασίσαμε ότι δεν θέλαμε το αποτέλεσμα να είναι κατώτερο του πρωτοτύπου. Δεν θέλαμε καν να προσπαθήσουμε να βρούμε έναν άλλον τρόπο ερμηνείας. Αυτό για μας ήταν το όριο.

Πώς νιώθετε όταν είστε επί σκηνής;

Ενα από τα σόλο άλμπουμ μου λέγεται «Feel like a king» (σ.σ.: Νιώθω βασιλιάς). Είναι μαγικό συναίσθημα, πολύ δύσκολα μπορώ να το περιγράψω. Λίγες ώρες προτού βγούμε να παίξουμε είμαστε στα παρασκήνια χαλαροί και ήρεμοι και συζητάμε για ποδόσφαιρο, μουσική και γυναίκες. Η στιγμή όμως που πατάς το πόδι σου στη σκηνή και νιώθεις την ενέργεια του κοινού είναι μαγική. Αλλάζει ο τρόπος που αντιλαμβάνεσαι τον χρόνο. Δεν βιώνεις απλώς το δευτερόλεπτο αλλά το νανοδευτερόλεπτο. Τα πάντα μεγεθύνονται και σε αυτό το πλαίσιο αισθάνεσαι πάρα πολύ ζωντανός. Νιώθεις ότι βρίσκεσαι σε τόπο μαγικό, κάπου όπου κανείς δεν πρόκειται να σε ενοχλήσει. Κάπου που δεν θα χτυπήσουν τηλέφωνα ούτε κουδούνια, δεν θα σε διακόψει κανείς για να σου πει οτιδήποτε. Οταν είσαι στη σκηνή δεν υπάρχει τίποτε πέρα από τη μουσική και το κοινό. Είναι σχεδόν εξάρτηση.

«Το γράψαμε για να γεμίσει το άλμπουμ»

Εχουν γραφτεί πολλά για το «Smoke on the water» όλες αυτές τις δεκαετίες. Ωστόσο το κοινό σας στην Ελλάδα θα ήθελε πολύ να διαβάσει την ιστορία του, πώς το εμπνευστήκατε.

Τον Δεκέμβριο του 1971 βρεθήκαμε στο Μοντρέ της Ελβετίας, όπου για διάφορους λόγους είχαμε αποφασίσει να ηχογραφήσουμε το νέο μας άλμπουμ, το «Machine head». Θελήσαμε γι’ αυτό να χρησιμοποιήσουμε το φορητό στούντιο των Rolling Stones, το οποίο βρισκόταν στο καζίνο της περιοχής. Είχαμε μπροστά μας τρεις εβδομάδες για να γράψουμε τα τραγούδια και να τα ηχογραφήσουμε. Τη μέρα που θα ηχογραφούσαμε είχαμε κανονίσει να μπούμε στο στούντιο μετά τη συναυλία που θα έδινε ο Φρανκ Ζάπα στο θέατρο του καζίνου, η οποία είχε προγραμματιστεί για τις τρεις το μεσημέρι. Την ώρα της συναυλίας όμως κάποιος εκτόξευσε μια φωτοβολίδα στο ταβάνι. Κανείς δεν θα μπορούσε να σκεφτεί τη συνέχεια. Το καζίνο στεγαζόταν σε ένα πολύ παλιό κτίσμα φτιαγμένο από ξύλο. Η φωτιά επεκτάθηκε με ιλιγγιώδη ταχύτητα και το κτίριο τυλίχτηκε στις φλόγες. Το καζίνο καταστράφηκε ολοσχερώς. Δεν έμεινε τίποτε.

Επειτα από αυτό μείναμε ξεκρέμαστοι. Επρεπε να ηχογραφήσουμε, αλλά πού; Βρήκαμε ένα άλλο θέατρο εκεί κοντά. Οταν όμως ξεκινήσαμε να παίζουμε ήρθε η αστυνομία και μας ζήτησε να σταματήσουμε γιατί ενοχλούσαμε τους περίοικους. Αρχίσαμε να αγχωνόμαστε σοβαρά. Ο χρόνος τελείωνε και εμείς ακόμη δεν είχαμε γράψει τίποτε. Ηταν εξαιρετικά δύσκολο να βρούμε άλλον χώρο σε αυτήν τη μικρή και νυσταλέα πόλη. Τελικά έπειτα από πέντε μέρες ανακαλύψαμε ένα ξενοδοχείο και ηχογραφήσαμε στους διαδρόμους του. Ομως ήδη είχαμε χάσει πολύτιμο χρόνο. Μας έμεναν μόλις δύο εβδομάδες για να γράψουμε τα τραγούδια και να τα ηχογραφήσουμε. Κοντά στην εκπνοή της προθεσμίας μάς έλειπε ένα τραγούδι για να ολοκληρώσουμε το άλμπουμ. Ακούγοντας την ηχογραφημένη πρόβα που είχαμε κάνει στο πρώτο ξενοδοχείο είπαμε: «Και γιατί δεν γράφουμε κάτι γι’ αυτό που μας συνέβη;». Τους είπα τον τίτλο «Smoke on the water». Ηταν το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό την ώρα που ξύπνησα, δυο τρεις μέρες μετά την πυρκαγιά. Το τραγούδι μάς βγήκε αμέσως. Δεν πιστεύαμε ότι ήταν σημαντικό, το γράψαμε για να γεμίσει το άλμπουμ. Αρκετά μετά, όταν ο κόσμος άρχισε να το παίζει και να το τραγουδάει, πήρε ζωή. Δεν το προγραμματίσαμε. Απλώς συνέβη.

Οι Deep Purple θα εμφανιστούν την Παρασκευή 7 Ιουλίου στο Terra Vibe στο πλαίσιο του Rockwave Festival 2023. Την ίδια μέρα θα εμφανιστούν επί σκηνής οι Saxon, Asking Alexandria, As I Lay Dying, Rock ‘n’ Roll Children, Bokassa και Lazy Man’s Load

Documento Newsletter