Σε ηλικία μόλις 21 χρόνων, και κάτω από τη βαριά και ασφυκτική σκιά του δικτατορικού καθεστώτος της Βραζιλίας, ο διάσημος πλέον συγγραφέας Ρομπέρτο Ατάιντε έγραψε το 1970 το αριστούργημα «Δεσποινίς Μαργαρίτα». Ηρωίδα η καταπιεστική δασκάλα μιας σχολικής τάξης, η δεσποινίς Μαργαρίτα. Το έργο στην εποχή του πέρασε διάφορες περιπέτειες, λογοκρισίες και απαγορεύσεις, αφού αποτελεί πολιτικό σχόλιο για την κατάχρηση της εξουσίας. Eκτοτε παραμένει διαχρονικό, όπως αξίζει στα έργα που υπερβαίνουν τον τόπο και τον χρόνο, την εποχή τους, το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο γεννιούνται.
Εδώ και λίγο καιρό έχει ανέβει στο θέατρο Αλμα (σε μετάφραση του Κώστα Ταχτσή) με πρωταγωνίστρια την Κατερίνα Μαραγκού, σε σκηνοθεσία Γιάννη Μαραγκού και με τη σημαντική συμβολή –όχι μόνο στη μουσική– του Σταμάτη Κραουνάκη. Μάλιστα ο Ρομπέρτο Ατάιντε ανταποκρίθηκε με χαρά στην πρόταση του συνθέτη να έρθει στην Αθήνα και να δει την παράσταση. Η κουβέντα που είχαμε μαζί του προηγήθηκε της ορκωμοσίας του Λούλα αλλά και της εισβολής των υποστηρικτών του Μπολσονάρο σε κυβερνητικά κτίρια της Βραζιλίας.
Πώς νιώσατε παρακολουθώντας την παράσταση στο θέατρο Αλμα σε μια γλώσσα που δεν γνωρίζετε;
Βρήκα εξαιρετικά «κοφτερές» τις οπτικές και ηχητικές πτυχές. Ηταν καινοτομία για μένα μια «Μαργαρίτα» τονισμένη από τη μουσική. Το γεγονός ότι ο χαρακτήρας άκουγε τη μουσική του Σταμάτη, ίσως σαν σημάδι της παραφροσύνης που την πιέζει από τα μέσα, δημιούργησε μια πολύ περίεργη ατμόσφαιρα. Επίσης η απόλυτη σωματική δόνηση της Κατερίνας έγινε πιο έντονη από το γεγονός ότι λόγω γλώσσας δεν μπορούσα να παρακολουθήσω το κείμενο. Αυτά τα ασυνήθιστα στοιχεία με έκαναν πολύ χαρούμενο, μέχρι και λίγο αμήχανο.
Είπατε στον Σταμάτη Κραουνάκη ότι «η έλλειψη γνώσης της ελληνικής γλώσσας, ενώ αισθάνομαι ότι εγώ ο ίδιος τυχαίνει να είμαι προϊόν αυτής της κουλτούρας, μου έκανε την εμπειρία ακόμη πιο ενδιαφέρουσα. Ο λεγόμενος “τέταρτος τοίχος” κατέρρευσε και ολόκληρο το θέατρο ήταν στην αγκαλιά του Διονύσου».
Ναι, και το εννοώ αυτό που είπα. Μια καθηλωτική εμπειρία είναι κάτι που μένει στην ψυχή σου και παραμένει εκεί: με έκανε πολιτισμικά πιο πλούσιο.
Είχατε έρθει στην Ελλάδα για το πρώτο ανέβασμα του έργου σας σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη με την Ελλη Λαμπέτη. Τι θυμάστε από τότε;
Θυμάμαι πάρα πολλά από εκείνη την επίσκεψη το 1975. Ηταν συναρπαστικό για έναν 25άρη να γυρνάει στην Ελλάδα με ανθρώπους όπως η Ελλη Λαμπέτη, ο Μιχάλης Κακογιάννης, η Ειρήνη Παπά και η Μελίνα Μερκούρη. Οι τελευταίες δύο ήταν πολύ συνδεδεμένες με τον Μιχάλη και κατά τη διάρκεια των τριών ημερών που έμεινα στο σπίτι του πριν από την πρεμιέρα έρχονταν για πρόβες και στη συνέχεια τρώγαμε όλοι μαζί. Αξέχαστες στιγμές!
Εχει ανέβει στο θέατρο αμέτρητες φορές. Τι αναζητάτε ως συγγραφέας της κάθε φορά που βλέπετε την παράσταση στη σκηνή; Θεωρείτε ότι υπάρχει πάντα χώρος για εκπλήξεις, για μια νέα οπτική;
Η παραφροσύνη της εξουσίας είναι πολύ μεταδοτική και παίρνει τον έλεγχο κάθε φορά σε ένα νέο σκηνοθέτη. Και εγώ ο ίδιος το έχω σκηνοθετήσει τρεις φορές στα αγγλικά. Η τελευταία ήταν αυτή που έκανε το έργο από θεατρικό offBroadway σε θεατρικό στην καρδιά του. Ανέβηκε και στη Νέα Υόρκη με την εκπληκτική Εστέλ Πάρσονς και πήρε θαυμάσιες κριτικές. Κάθε άλλη εκδοχή του έργου μού επιφύλασσε εκπλήξεις.
Η τεράστια επιτυχία του έργου ήταν ποτέ εμπόδιο ή βάρος στην καριέρα σας;
Πρέπει να παραδεχτώ ότι ήταν φορτίο. Περίμεναν από μένα παρόμοια, αντίστοιχα έργα, αλλά δεν το έκανα. Εχω γράψει 29 θεατρικά –καθένα πολύ διαφορετικό από το άλλο–, αλλά και μυθιστορήματα, παραμύθια, ποίηση και ταινίες. Κανένα τους δεν τραβάει τόσο την προσοχή, επειδή η «Δεσποινίς Μαργαρίτα»… καταβροχθίζει τα πάντα.
Εμπνευστήκατε τον χαρακτήρα της Μαργαρίτας κατά τη διάρκεια της δικτατορίας στη Βραζιλία. Από τότε πολλά έχουν αλλάξει, αλλά η Μαργαρίτα παραμένει δημοφιλής ηρωίδα. Πώς το εξηγείτε;
Δυστυχώς οι πολιτικοί πάντοτε καταχρώνται την εξουσία τους, ακόμη κι αν δεν είναι τυπικά δικτάτορες. Οπως ο νυν πρόεδρος της Βραζιλίας (Μπολσονάρο), ο οποίος σύντομα φεύγει. Στα τσακίδια!
Πόσο δύσκολο ήταν για τον Λούλα να κερδίσει τις εκλογές;
Πάρα πολύ δύσκολο. Νομίζω ότι ο Λούλα τα κατάφερε επειδή μερικοί σύμμαχοι του Μπολσονάρο είναι ακόμη χειρότεροι και από τον ίδιο τον Μπολσονάρο. Και έκαναν φοβερά λάθη πριν από τις εκλογές.
Πάντως είναι γεγονός ότι η ανώτερη τάξη στη Βραζιλία ψήφισε Μπολσονάρο ενώ η μεσαία και η φτωχή είχαν μεγάλη αποχή στις εκλογές. Πιστεύετε ότι ήταν κάποιο κόλπο του καθεστώτος για να ελέγξει το σύστημα;
Είναι ακόμη πιο περίπλοκο. Οι περισσότεροι δημόσιοι υπάλληλοι στην περιοχή μου ψήφισαν Μπολσονάρο. Είναι σκληρά εργαζόμενοι φτωχοί άνθρωποι και απεχθάνονται το γεγονός ότι το καθεστώς του Λούλα ήταν κλεπτοκρατία. Και ήταν έτοιμοι να αποδεχτούν τον Μπολσονάρο παρά το γεγονός ότι ήταν ανέντιμος και είχε αυτή την αποκρουστική έλλειψη ευαισθησίας. Στην πραγματικότητα είναι υπεύθυνος για μαζικούς θανάτους κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Για να μην αναφέρω επιπλέον το ευρέως γνωστό γεγονός ότι ο Μπολσονάρο είναι ο δολοφόνος του δάσους του Αμαζονίου.
Εχουν περάσει πενήντα χρόνια από τότε που εμπνευστήκατε τη «Δεσποινίδα Μαργαρίτα». Το σύστημα της εκπαίδευσης στη Βραζιλία έχει αλλάξει από τότε;
Δεν γνωρίζω να σας απαντήσω. Θα σας πω όμως ότι εγώ μέχρι τα 14 μου χρόνια είχα αποβληθεί από τρία σχολεία. Εμαθα γλώσσες και πιάνο στο σπίτι. Στη συνέχεια πέρασα τέσσερα χρόνια στο εξωτερικό: ενάμιση χρόνο στην Αμερική μελετώντας μουσική σύνθεση, έξι μήνες κάνοντας μάθημα λογοτεχνίας στο Παρίσι, έξι μήνες γράφοντας ένα μυθιστόρημα στα αγγλικά στις Μπαχάμες και ένα χρόνο στην Αμερική. Ολα αυτά μέχρι τα 21 μου. Δεν είχα τακτική εκπαίδευση ούτε αποφοίτησα από κάπου. Σχεδόν όλοι ήταν και είναι συγγραφείς στην οικογένειά μου. Ηθελα να γίνω μουσικός αλλά κόπηκα. Επομένως, στην πραγματικότητα έμαθα περισσότερα απορροφώντας την ατμόσφαιρα γύρω μου παρά από την τυπική εκπαίδευση.
INF0
Θέατρο Αλμα (Ακομινάτου 15), κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00