Η τελευταία μέταλ βραδιά των Rockwave Nights θα μνημονεύεται για καιρό από τους οπαδούς του προοδευτικού ήχου.
Λίγες μόλις μέρες μετά την ιστορική συναυλία των Rotting Christ, με την οποία η σημαντικότερη και πλέον εξωστρεφής ελληνική μπάντα όλων των εποχών γιόρτασε τα 35 χρόνια της παρέα με 6.000 φίλους της από όλον τον κόσμο, το μέταλ κοινό ανηφόρισε και πάλι μαζικά στον Λυκαβηττό. Αυτήν τη φορά για χάρη των Opeth και των Leprous που μετά τη ματαίωση της συναυλίας των Machine Head θα έριχναν την αυλαία των μέταλ ημερών στο νεοσύστατο Rockwave Nights στο ανακαινισμένο δημοτικό θέατρο.
Η ανακοίνωση της επιστροφής των Opeth στην Ελλάδα μετά από εννέα ολόκληρα χρόνια, στη διάρκεια των οποίων κυκλοφόρησαν δύο άλμπουμ («Sorceress» το 2016 και «In Cauda Venenum» το 2019), σε συνδυασμό με την παρουσία της σταθερής αξίας που ακούει στο όνομα Leprous είχε προκαλέσει από την πρώτη στιγμή ένα μικρό συναγερμό στους λάτρεις του προοδευτικού ήχου σε ένα καλοκαίρι που η συναυλιακή εκπροσώπηση του είδους είναι περιορισμένη.
Ο συναγερμός αυτός μεταφράστηκε σε ένα κυκλοφοριακό κομφούζιο στους δρόμους και στα στενά γύρω από τους πρόποδες του λόφου με το ετερόκλητο κοινό να έχει πάρει από νωρίς θέση για να δει πρώτα τους ευρηματικούς Νορβηγούς που επέστρεψαν στη χώρα μας ενάμιση μόλις χρόνο μετά την καθηλωτική εμφάνισή τους στο Gagarin τον Μάρτιο του 2023, λίγες μόλις μέρες μετά το δυστύχημα των Τεμπών ανοίγοντας μια παρένθεση στο σκοτάδι εκείνων των ημερών. Στα περίπου 80 λεπτά που έμεινε στη σκηνή, η παρέα του χαρισματικού Einar Solberg απογειωνόταν όσο περνούσε η ώρα και -κυρίως- όσο έπεφτε ο ήλιος και με σύμμαχο έναν εξαιρετικό ήχο μας χάρισαν ακόμα μία υπέροχη εμφάνιση, κρατώντας ψηλά τον πήχη που οι ίδιοι έχουν ανεβάσει με την αρτιότητα των εκτελέσεων και τη σκηνική τους παρουσία. Μάλιστα, με τον χρόνο για την κυκλοφορία του «Melodies of Atonement» που θα διαδεχτεί το «Aphelion» του 2021 να μετρά αντίστροφα, οι Leprous έπαιξαν και τα δύο κομμάτια που έχουν κυκλοφορήσει μέσα από το επερχόμενο άλμπουμ τιμώντας μας με την παρθενική ζωντανή εκτέλεση του Silently Walking Alone.
Σημείο αναφοράς για ακόμη μια φορά η απόδοση του Einar Solberg ο οποίος με την προσθήκη του Harrison White στα πλήκτρα είναι ακόμα πιο απελευθερωμένος φθάνοντας σε φωνητικά επίπεδα που λίγοι σύγχρονοι frontmen μπορούν να φτάσουν όταν ερμηνεύει το «Slave». Το «The Sky is Red» έδεσε αρμονικά με το περιβάλλον και αποτέλεσε τον ιδανικό επίλογο μιας ακόμη επιβλητικής εμφάνισης των Leprous, οι οποίοι έκλεψαν αρκετή από τη δόξα των headliners Opeth, σε μια βραδιά πάντως που κερδισμένος ήταν ο κόσμος αφού και η πολυαναμενόμενη επιστροφή των σημαντικότεροι εκφραστών της σουηδικής progressive metal σκηνής κυμάνθηκε και αυτή σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Στις δύο ώρες που έμειναν στη σκηνή οι Opeth τίμησαν τα 11 από τα 14 άλμπουμ της τριακονταετούς δισκογραφικής τους πορείας παίζοντα ένα κομμάτι από το καθένα και αφήνοντας εκτός setlist το πολύ μακρινό («Orchid», 1995 και «Morningrise», 1996) και το πιο πρόσφατο παρελθόν («In Cauda Venenum», 2019). Αρκετές ήταν οι ενστάσεις που ακούστηκαν από εκείνους που θα ήθελαν περισσότερα κομμάτια μέσα από την… αγία τριάδα των Opeth («Blackwater Park», «Deliverance» και «Damnation) αλλά στο τέλος, στα μονοπάτια της καθόδου από τον λόφο τα χαμόγελα περίσσευαν. Απόλυτα λογικό για μια βραδιά που έχει κλείσει με ύμνους όπως τα «Black Rose Immortal», «Sorceress» και «Deliverance», όσο κι αν μας έλειψε ένα «Blackwater Park», ένα «Ghost of Perdition» ή ένα «Hope Leaves». Τι να πρωτοχωρέσει όμως ο κύριος Mikael Åkerfeldt όταν έχει τόσο πολύ υλικό και με τραγούδια που η μέση διάρκειά τους είναι κοντά στα δέκα λεπτά…
Εχοντας δει τους Opeth ζωντανά άλλες δύο φορές στο παρελθόν -το 2004 στο Ρόδον και το 2012 στο Fuzz- δυσκολεύομαι να βάλω την εμφάνιση στον Λυκαβηττό αυτή πάνω από εκείνες. Όμως ο συνδυασμός του πακέτου Opeth –Leprous με το venue που, με τα όποια προβλήματά του, αποτελεί ένα από τα ομορφότερα συναυλιακά σκηνικά της πόλης, αυτό που μένει βραδιά που οι οπαδοί του προοδευτικού μέταλ ήχου θα μνημονεύουμε για καιρό.
Περισσότερες φωτογραφίες εδώ.