Για τον Ρίτσαρντ Μπελιά η φωτογραφία είναι ο τρόπος που ανασαίνει. Bλέµµα βαθύ και εξερευνητικό, φωνή που θα µπορούσε να είναι ενός πετυχηµένου ραδιοφωνικού παραγωγού νυχτερινής εκποµπής και ηρεµία.
Αυτά είναι, νοµίζω, τα στοιχεία που τον έκαναν γκουρού της τέχνης της φωτογραφίας. Είναι χαρούµενος που βρίσκεται στην Αθήνα για δεύτερη φορά. Η πρώτη ήταν το καλοκαίρι του ’85 για να φωτογραφίσει τις ιστορικές συναυλίες στο Καλλιµάρµαρο. Από τότε µέχρι σήµερα ο κόσµος µας έχει γίνει ψηφιακός και από εκεί ξεκίνησε η συζήτησή µας.
Τι σε φοβίζει στον ψηφιακό κόσµο;
Βλέπω τον κόσµο να χρησιµοποιεί τα ψηφιακά µέσα συνεχώς. Αλλά δεν είναι ανάγκη να είσαι κοµµάτι του. Όχι, δεν «αντιστέκοµαι». Απλώς χρησιµοποιώ τα ψηφιακά µέσα εκεί που είναι απαραίτητα και προσφέρουν αποτέλεσµα: αγοράζω εισιτήρια, δηµοσιοποιώ τη δουλειά µου, τη διαφηµίζω µέσα από τα µέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αλλά όταν έρχεται η ώρα της δηµιουργίας, τότε δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να µε παρασύρουν. Οταν ένας φωτογράφος τραβάει φωτογραφίες είναι θέµα συναισθήµατος, ενέργειας. Το υλικό που καταγράφει το συναίσθηµα αυτό είναι κοµβικό. Η φωτογραφία είναι ό,τι έχεις τραβήξει αλλά και το ίδιο το χαρτί πάνω στην οποία είναι τυπωµένη. Μου είπες πριν από λίγο: «Eπαθα πλάκα µε αυτήν τη φωτογραφία». Είναι εδώ όµως, την είδες στον τοίχο. Είναι λοιπόν δύο διαφορετικά πράγµατα: αυτό που είδα και τι έκανα µε αυτό που είδα µέσα από τον φακό µου. Και όταν η φωτογραφία κρεµαστεί στον τοίχο εγώ δεν υπάρχω. Είναι εκεί και όποιος τη βλέπει καταλαβαίνει ό,τι θέλει. Εγώ δεν είµαι δίπλα να εξηγήσω. Ποτέ δεν θα είναι το ίδιο ένα τυπωµένο χαρτί µε µια φωτογραφία που βλέπεις ψηφιακά.
Ποια είναι η αίσθηση όταν είσαι στον σκοτεινό θάλαµο και τυπώνεις τις φωτογραφίες σου;
Θα σ’ το περιγράψω µε ένα σχήµα: φαντάσου µια κλεψύδρα. Στο πάνω µέρος είναι η πράξη. Τραβάω τη φωτογραφία µου. Στο κάτω µέρος, εκεί όπου καταλήγουν οι κόκκοι της άµµου, είναι η τυπωµένη φωτογραφία. Στη µέση αυτής της κλεψύδρας/διαδικασίας είναι η στιγµή που βάζεις το αρνητικό στον εκτυπωτή. Εχει προηγηθεί η εµφάνιση του αρνητικού. Τη στιγµή, όµως, που το αρνητικό µπαίνει στον εκτυπωτή η περιπέτεια της φωτογραφίας κορυφώνεται. Το τυπωµένο χαρτί είναι η κορύφωση.
Τι εξοπλισµό χρησιµοποιείς;
Το πιο σηµαντικό κοµµάτι του εξοπλισµού ενός φωτογράφου είναι ο φακός. Από αυτόν περνάνε όλα. Εγώ χρησιµοποιώ µόνο φακούς Zeiss και τους φακούς αυτούς τους φοράνε οι κάµερες Hasselblad, Rollei 35, Leica και µια Contax που χρησιµοποιούσα για πολλά χρόνια. Η Contax είναι µια φτηνή µηχανή µε φακούς Zeiss. Μάλιστα έχει δύο µοντέλα, τα RTS και RTS2, που τα έχει σχεδιάσει ο Πόρσε. Κι αν σκεφτείς ότι ο Καρλ Τσάις είναι η Ρολς Ρόις των φακών και η κάµερα σχεδιασµένη από τον Πόρσε, είναι σαν να δουλεύεις µε το απόλυτο εργαλείο.
Οι φωτογραφίες που εκθέτεις και πουλάς είναι µαυρόασπρες.Η εποχή µας το αντέχει;
Κοίτα, φωτογραφικά µιλώντας η καλή µαυρόασπρη φωτογραφία θέλει καλό φωτισµό, όπως και η έγχρωµη. Και ζωντανά χρώµατα. Αν µιλήσουµε όµως λίγο µεταφορικά –αφού εκεί το πας–, ο κόσµος µας είναι µάλλον έγχρωµος αλλά µε πολύ χάλια χρώµατα. Ο σηµερινός κόσµος είναι γεµάτος µε αυτό το σκατόχρωµα µε την ψυχρή µπλε LED απόχρωση των περιπολικών της αστυνοµίας, του φλας του κινητού σου.
Βάλε µας λίγο στον κόσµο των µεγάλων ροκ σταρ που φωτογραφίζεις.
Κοίτα, όλοι αυτοί που λέµε, οι πετυχηµένοι, οι σταρ, έχουν ένα κοινό γνώρισµα: δουλεύουν πολύ και σκληρά. Ξέρουν τι θέλουν να κάνουν και παράλληλα, όπως όλοι οι καλλιτέχνες, έχουν ανασφάλειες. Ακόµη κι οι Nirvana όταν έβγαλαν το «Nevermind» είχαν ανασφάλεια και ήθελαν να ακούνε γνώµες από οποιονδήποτε. Οι καλλιτέχνες θέλουν να ακούν κριτική για τη δουλειά τους. Όλοι.
Έχεις σταθεί απέναντι από όλους: Nirvana, Ρόµπερτ Σµιθ, Μπόουι, για να πω λίγα ονόµατα. Ποιο χαρακτηριστικό τους θέλεις να συλλάβεις µε τον φακό σου;
Όταν κάνω πορτρέτα, αυτό που θέλω είναι να υπάρχει κάτι στη µατιά του µοντέλου µου. Αν είσαι βαρετός φωτογράφος, όποιος είναι απέναντί σου θα σε κοιτάζει µε βλέµµα βαριεστηµένο. Επίσης δεν πάω µε τη λογική ότι θα τραβήξω εκατοντάδες φωτογραφίες για να βρω την καλή. Συνήθως τους λέω: «Εχω λίγες πόζες για σένα, έχουν µείνει έξι πόζες στο φιλµ µου». Τότε το µοντέλο βγάζει τον καλύτερο εαυτό του. ∆οκίµασέ το µε τα παιδιά σου. Είναι άλλο να ζητήσεις «έλα να σε τραβήξω δύο φωτογραφίες» κι άλλο να ζαλίζεις τον άλλον µε πολλές πόζες.
Σκέφτεσαι καθόλου αυτούς που θα δουν τις φωτογραφίες σου;
Οχι, δεν αναρωτιέµαι καθόλου. ∆εν είναι σαν τους µουσικούς που λένε «κάνουµε µουσική για µας κι αν αρέσει στον κόσµο OK». Φυσικά και κάνουν µουσική για να γουστάρει ο κόσµος. Εγώ φωτογραφίζω για µένα. Την ώρα του κλικ ευχαριστιέµαι πρώτα από όλα εγώ.
Τι σκέφτεσαι όταν βλέπεις µια φωτογραφία τυπωµένη;
Η φωτογραφία είναι το τελευταίο πράγµα που θα µείνει! Πιστεύω ότι όσοι χρησιµοποιούν Photoshop και άλλα ψηφιακά µέσα επεξεργασίας της εικόνας –πρόσεξες τη λέξη; «Επεξεργασία εικόνας»– δεν πρέπει να λέγονται φωτογράφοι. Αυτοί επεξεργάζονται εικόνες. Εγώ φωτογραφίζω.
Τι θα συµβούλευες έναν νέο φωτογράφο;
Ψηφιακή ή αναλογική φωτογραφία είναι σχεδόν το ίδιο πράγµα όταν κάνεις το κλικ. Μόνο που στην ψηφιακή φωτογραφία υπάρχουν τρία διαφορετικά στάδια µετά προκειµένου να µη χάσεις τις φωτογραφίες σου, τα οποία έχουν κόστος. Πρώτον, περνάς πολλή ώρα σε υπολογιστή. ∆εύτερον, πρέπει να αναβαθµίζεις τον εξοπλισµό σου συχνά και τρίτον πληρώνεις µε τον µήνα για να έχεις τις φωτογραφίες σου σε κάποιο cloud. Η φωτογραφία, όταν την τυπώσεις και τη βάλεις σε ένα συρτάρι, έχει µια αξία. Η διαφορά λοιπόν µεταξύ αναλογικής και ψηφιακής φωτογραφίας είναι ότι η πρώτη παράγει πλούτο, ενώ η δεύτερη δηµιουργεί χρέος!