Δύο εβδομάδες έχουν περάσει από το Σάββατο 9 Νοεμβρίου, όταν ξεκίνησε ο δεύτερος κύκλος απογείωσης της χονδρεμπορικής τιμής ενέργειας μέσα στο 2024 και οι υψηλές πτήσεις συνεχίζονται, με νοικοκυριά, επαγγελματίες και βιομηχανία να καταλαμβάνονται από άγχος για το τι θα τους κοστίσει τον χειμώνα το ρεύμα.
Η χονδρεμπορική τιμή όλο αυτό το διάστημα έχει συμπεριφορά-ασανσέρ, ανεβοκατεβαίνοντας πάνω και κάτω από τον πήχη των 200 ευρώ, ξεπερνώντας ενίοτε ακόμη και επίπεδα που δεν είχαμε ξαναδεί μετά το 2022, όταν η Ευρώπη ακόμη αντιμετώπιζε ενεργειακή κρίση, με τις μέγιστες τιμές να φτάνουν την περασμένη εβδομάδα τα 733 ευρώ.
Αποτέλεσμα; Ο μέσος όρος της χονδρεμπορικής τιμής Νοεμβρίου να διαμορφωθεί τις 20 πρώτες μέρες του μήνα στα 143,18 ευρώ ανά μεγαβατώρα, 56% υψηλότερα σε σχέση με τον Οκτώβριο όταν οι τιμές ήταν στα 91 ευρώ. Μιλάμε δηλαδή για συνθήκες ενεργειακής κρίσης και η αύξηση αυτή, αν περάσει στις τιμές λιανικής, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα όπου το 100% της ενέργειας που καταναλώνεται παίρνει τιμές μέσω Χρηματιστηρίου Ενέργειας, έναντι ποσοστού χαμηλότερου του 30% σε όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, συνεπάγεται αυξήσεις της τάξης των 7,5 λεπτών ανά κιλοβατώρα. Ή αλλιώς για τα νοικοκυριά εκτόξευση της τιμής για το ρεύμα από τα 14,1 λεπτά η κιλοβατώρα τον Οκτώβριο στα 22 τον Δεκέμβριο και για τους επαγγελματίες από τα 15,1 λεπτά τον Οκτώβριο στα 23 τον Δεκέμβριο.
Μεγάλες εκπτώσεις
Βεβαίως, επειδή οι εταιρείες έχουν πολύ υψηλά περιθώρια κέρδους, π.χ. η ΔΕΗ τον Οκτώβριο αγόραζε την κιλοβατώρα από τη χονδρική στα 9,1 λεπτά και την πούλαγε στα 14,1 και 15,1 λεπτά, έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τις εκπτώσεις προς τους καταναλωτές και να απορροφήσουν σημαντικό μέρος της αύξησης της χονδρεμπορικής τιμής τουλάχιστον για τον επόμενο μήνα. Αυτό μάλιστα είναι που από την περασμένη εβδομάδα μεθοδεύεται από το υπουργείο Ενέργειας μέχρι να δουν σε κεντρικό επίπεδο τι θα κάνουν.
Ομως όταν η αύξηση των τιμών φτάνει το 56% και η τιμή τον Οκτώβριο ήταν στα 14,1 λεπτά, από τις υψηλές δηλαδή του τελευταίου δωδεκαμήνου, η δε κυβέρνηση θεωρεί ανεκτά επίπεδα τιμών τα 15 λεπτά που διασφάλιζε, επί ενεργειακής κρίσης, με τις επιδοτήσεις, οι εκπτώσεις των εταιρειών δεν αρκούν, χρειάζονται επιδοτήσεις και μάλιστα γενναίες.
Θεόδωρος Σκυλακάκης και Κυριάκος Μητσοτάκης βγήκαν στα τέλη της περασμένης εβδομάδας και υποσχέθηκαν ότι «δεν θα περάσουν στα νοικοκυριά οι υπερβολικές αυξήσεις στη χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος», αλλά μέχρι στιγμής δεν έχουμε ανακοινώσεις πώς θα γίνει, γιατί η βασική ιδέα, η οποία βρίσκεται υπό συζήτηση στο υπουργείο Ενέργειας, προσκρούει σε σοβαρά εμπόδια.
Κατά τη μίνι ενεργειακή κρίση του καλοκαιριού η κυβέρνηση είχε επιβάλει έκτακτο τέλος στο φυσικό αέριο για να δώσει επιδοτήσεις στα νοικοκυριά, όμως τώρα δεν μπορεί να το επαναλάβει, διότι για το συγκεκριμένο μέτρο δέχτηκε σκληρή κριτική, με το σκεπτικό ότι ήταν μια «τρύπα στο νερό» επειδή οι εταιρείες το μετακύλισαν στην κατανάλωση.
Συν τοις άλλοις, σε αντίθεση με το καλοκαίρι, αυτήν τη στιγμή δεν έχουμε μίνι αλλά κανονική κρίση που αναμένεται να κρατήσει όλο τον χειμώνα: οι αυξήσεις της χονδρεμπορικής τιμής είναι υψηλότερες και θα έχουν μεγάλη διάρκεια. Γιατί; Επειδή οι ευρωπαϊκές τιμές φυσικού αερίου ανεβαίνουν, γιατί η Ουκρανία απορροφά όλο και μεγαλύτερες εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας καθώς το ενεργειακό της σύστημα γονατίζει από τα επαναλαμβανόμενα ρωσικά πλήγματα, επειδή τίποτε δεν έχει αλλάξει σε ό,τι αφορά τα αλγοριθμικά κόλπα των Γερμανών που εμποδίζουν την τροφοδοσία της Ουκρανίας με ρεύμα από την κεντρική Ευρώπη και μεταφέρουν το βάρος αποκλειστικά στην Ουγγαρία και στις χώρες του βαλκανικού διαδρόμου ως την Ελλάδα, γιατί τίποτε δεν έχει αλλάξει σε ό,τι αφορά το ολιγοπώλιο των παραγωγών με φυσικό αέριο στην Ελλάδα, που όταν αυξάνεται η ζήτηση βρίσκουν ευκαιρία να αυξήσουν τα κέρδη τους στέλνοντας στα ύψη τις τιμές.
Θέλουν πλαφόν
Υπό αυτές τις συνθήκες λοιπόν θα χρειαστούν περισσότερα χρήματα για υψηλότερες ενεργειακές επιδοτήσεις και για περισσότερο καιρό, οπότε στο τραπέζι τέθηκε από το ΥΠΕΝ η επαναφορά του πλαφόν στα κέρδη της κάθε μονάδας ανά τεχνολογία (ΑΠΕ, φυσικού αερίου, λιγνίτη), στα πρότυπα του ειδικού μοντέλου που είχε εφαρμοστεί το διάστημα Αύγουστος 2022 – Ιούλιος 2023, το οποίο μπορεί να τα εξασφαλίσει.
Με τη μόνη διαφορά ότι το 2022 η εφαρμογή αυτού του μοντέλου επιτρεπόταν, γιατί η Ευρώπη είχε αλλάξει τους κανόνες της ένεκα της ενεργειακής κρίσης, σήμερα όμως που τυπικά δεν υπάρχει ενεργειακή κρίση, καθώς το συγκεκριμένο μοντέλο θίγει το target model, η εφαρμογή του χρειάζεται την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Την έγκριση όμως δεν την έχει πάρει και δεν θα την πάρει αν κρίνουμε από την απάντηση που έδωσε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην επιστολή Μητσοτάκη που έθετε το πρόβλημα των υψηλών τιμών ενέργειας της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στην οποία η πρόεδρος της Κομισιόν υποστήριζε ότι το πρόβλημα των υψηλών τιμών ενέργειας δεν έχει τοπικό χαρακτήρα –σε αντίθεση με ό,τι έδειχναν τα διαγράμματα– και αρνούνταν ότι παράγει πρόβλημα η ενεργειακή τροφοδοσία της Ουκρανίας. Αρνητική απάντηση στο ελληνικό αίτημα έδωσε επίσης ο νέος επίτροπος Ενέργειας Νταν Γιόργκενσεν, όπως ανέφερε την περασμένη εβδομάδα ο αντιπρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Δημήτρης Φούρλαρης, με το επιχείρημα ότι «το target model λειτουργεί με τον καλύτερο τρόπο για τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες».
Αφού λοιπόν οι Βρυξέλλες αρνούνται κατηγορηματικά να ενδώσουν στο αίτημα πλέον όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, που υφίστανται την ίδια πίεση της εκτόξευσης της χονδρεμπορικής τιμής, για επιβολή πλαφόν ανά τεχνολογία στα έσοδα των μονάδων παραγωγής ενέργειας, είναι ασαφές τι μπορεί ή τι θα γίνει. Θα κινηθούν οι χώρες μόνες τους;
Σύμφωνα πάντως με πηγές του υπουργείου Ενέργειας κι ενώ υποτίθεται ότι δεν επρόκειτο να αποφέρει κάτι άμεσα η περιοδεία κάποιων στελεχών της Κομισιόν που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη και την Παρασκευή στις τρεις πρωτεύουσες, Βουκουρέστι, Σόφια και Αθήνα, με επίκεντρο της συζήτησης τη βαλκανική πρόταση περί πλαφόν, προαναγγέλλονταν ανακοινώσεις για τα σχέδια της ελληνικής κυβέρνησης αμέσως μετά.
Αντιδρούν επαγγελματίες και βιομηχανία για τις αυξήσεις
Νέες βολές από την ΕΒΙΚΕΝ ενάντια στο ολιγοπώλιο των παραγωγών ενέργειας
Οι μέχρι στιγμής κυβερνητικές υποσχέσεις ότι δεν θα περάσουν στους καταναλωτές οι υψηλές τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς αφορούν αποκλειστικά τα νοικοκυριά. Αφήνουν όμως εκτός τους επαγγελματίες και τη βιομηχανία καθώς το επόμενο τετράμηνο θα κληθούν να πληρώσουν 50% πάνω το ρεύμα που θα χρειαστούν για τη λειτουργία τους. Για τον λόγο αυτό η απογείωση της χονδρεμπορικής τιμής προκάλεσε τις οξύτατες αντιδράσεις του προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών Γιάννη Χατζηθεοδοσίου και πολύ περισσότερο των φορέων της ενεργοβόρας βιομηχανίας.
«Η εκρηκτική άνοδος των τιμών ενέργειας δεν είναι απλώς αριθμοί στα χαρτιά. Πρόκειται για βίαιη αφαίμαξη των κόπων των επαγγελματιών, που δίνει το τελειωτικό χτύπημα στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις» προειδοποίησε ο Γ. Χατζηθεοδοσίου, ζητώντας άμεσα κυβερνητική παρέμβαση υπέρ των μικρομεσαίων για το ρεύμα. «Δεν μπορούμε να αφήσουμε τον φετινό χειμώνα να συνοδευτεί από την οικονομική εξόντωση του ελληνικού επιχειρηματικού κόσμου» τόνισε.
Ακόμη πιο ισχυρό ήταν ωστόσο το σήμα κινδύνου που εύλογα εξέπεμψε η Ενωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ), η οποία εκπροσωπεί την ελληνική βαριά βιομηχανία (μέταλλα, χημικά, λιπάσματα, τσιμεντοβιομηχανία, υαλουργία), στην οποία το κόστος ενέργειας φτάνει να αντιστοιχεί στο 20-60% του συνολικού κόστους παραγωγής.
Η ΕΒΙΚΕΝ μάλιστα από κοινού με τις βιομηχανικές ενώσεις της Βουλγαρίας (BFIEC) και της Ρουμανίας (ACER) ενεργοποιήθηκε ακόμη μια φορά, στέλνοντας επιστολή στην Κομισιόν στην οποία επισήμανε ότι οι μεγάλες διαφορές στο κόστος του ρεύματος που πληρώνουν οι βιομηχανίες της νοτιοανατολικής Ευρώπης σε σύγκριση με αυτές της κεντρικής παραμένουν κι αυτό συνεπάγεται κίνδυνο για ολική απώλεια ανταγωνιστικότητας που δεν μπορεί να γίνεται αποδεκτός.
Ζητούν παρέμβαση
Παράλληλα, απευθυνόμενη προς την κυβέρνηση, η βαριά βιομηχανία δήλωσε ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια αναμονής για μια απόφαση της Κομισιόν –μπορεί να μην έρθει ποτέ– και ζήτησε άμεση παρέμβαση εδώ και τώρα σε τρεις άξονες. Ζήτησε συγκεκριμένα, πρώτον, να φορολογηθούν άμεσα τα υπερκέρδη των παραγωγών και να μην μπαίνουν φόροι στο φυσικό αέριο, όπως είχε γίνει το καλοκαίρι, που επιβαρύνουν τελικά τους καταναλωτές και όχι τους παραγωγούς· δεύτερον, να δοθούν οριζόντιες επιδοτήσεις σε όλες τις επιχειρήσεις και ιδιαίτερα στις βιομηχανίες έντασης ενέργειας, όπως κάνει η Βουλγαρία· και, τρίτον, να μην ξανακουστούν από πρωθυπουργικούς συμβούλους (Νίκος Τσάφος) δηλώσεις ότι τάχα είναι μύθος πως οι υψηλές τιμές αποτελούν τροχοπέδη για τις βιομηχανίες, γιατί έχουν μπει πολλά λουκέτα κι έρχονται κι άλλα.
Σκληρές αλήθειες
Τέλος, με αφορμή τη νέα ενεργειακή κρίση που πλήττει την Ελλάδα, ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ Αντώνης Κοντολέων επανέλαβε τις σκληρές αλήθειες για τον τρόπο λειτουργίας της ελληνικής αγοράς ενέργειας που ευνοεί την αισχροκέρδεια, σημειώνοντας μεταξύ των άλλων ότι κι αυτήν τη φορά «δεν υπάρχει κανένας σοβαρός λόγος για τις υψηλές τιμές που διαμορφώνονται στο ελληνικό χρηματιστήριο», οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με το κόστος παραγωγής κι αυτό, πρόσθεσε, φαίνεται στην Ιταλία, που επιλέγει να αποσυνδέεται από μας κι έχει χαμηλές τιμές. Είναι οι συνθήκες που υπάρχουν στην ελληνική αγορά που επιτρέπουν τη χειραγώγηση των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά που έχει χαρακτηριστικά ολιγοπωλίου, επανέλαβε ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ. «Τα στοιχεία που έχουμε συγκεντρώσει δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι οι υψηλές τιμές διαμορφώνονται από Ελληνες παίκτες» κατέληξε ο Αντ. Κοντολέων.
Διαβάστε επίσης
Θέατρο σκιών με γνωστούς πρωταγωνιστές
«Γιατί δεν βάλατε υπότιτλους;»