Μια βόλτα στους ανοιχτούς χώρους της Αθήνας, εκεί όπου τα συστημικά ΜΜΕ στρέφουν σήμερα τα βέλη τους
Διανύουμε μια χρονιά στην οποία τίποτε δεν είναι ίδιο με όσα έχουμε ζήσει στο παρελθόν. Αφήνοντας κατά μέρος τις επιστημονικές και ιατρικές αναλύσεις και έχοντας φτάσει στην κατόπιν καραντίνας εποχή, ξεκινήσαμε ένα μικρό οδοιπορικό στα σημεία αναφοράς της αθηναϊκής νύχτας, τις πλατείες. Μικρές και μεγάλες, κεντρικές και μη, οι πλατείες αποτελούν σημεία συνεύρεσης, ζύμωσης, εκτόνωσης, πολιτικής τριβής, εκδήλωσης και συμπερίληψης των συναισθημάτων· είναι ο πυκνωτής της κοινωνικής ζωής. Κάθε πλατεία στην οποία περπατήσαμε έχει τον δικό της χαρακτήρα και φυσικά τους δικούς της θαμώνες και μερικές φορές κανόνες.
Πλατεία Δημαρχείου στο Μοσχάτο
Η βόλτα ξεκίνησε από τη συνοικία μου και φτάνοντας στην πλατεία –με τα μαγαζιά της κλειστά– παρατηρεί κανείς το φαινόμενο της «πίστας αγώνων». Απειρα παιδάκια με ποδήλατα και πατίνια έχουν μετατρέψει τον χώρο σε υπαίθριο σιρκουί και οι γονείς ακροβολισμένοι περιμετρικά επιτηρούν και συζητούν. Η πλατεία είναι σαν να ανακάλυψε τον τροχό, καθώς εκτός από ποδήλατο/πατίνια υπάρχουν και τα καροτσάκια με τα μωρά· ρόδες παντού.
Στην άκρη της πλατείας συναντάμε τον πλανόδιο καλαμποκά Γιώργο Μαυρίδη, ο οποίος μας μεταφέρει όσα βλέπει καθημερινά. «Ο κόσμος κυκλοφορεί κανονικά πλέον, αν και τους βλέπω διχασμένους στο θέμα της μάσκας. Σίγουρα υπάρχει πρόβλημα ρευστότητας χρήματος σε σύγκριση με την περασμένη χρονιά. Επίσης βλέπω λιγότερα χαμόγελα, παρόλο που όλοι πίστευαν ότι με τη λεγόμενη απελευθέρωση θα ήμασταν μες στην τρελή χαρά. Ο φόβος και η ανασφάλεια παίζουν τεράστιο ρόλο στην ψυχολογία όλων μας και τελικά αυτά είναι τα στοιχεία που διχάζουν τους ανθρώπους».
Περιμετρικά της πλατείας βρίσκουμε τον Γιώργο Πετεινάρη, πατέρα τριών παιδιών, ο οποίος μοιράζεται τις σκέψεις του μαζί μας. «Οικογενειακώς βιώσαμε την καραντίνα σε όλο της το μεγαλείο, ειδικά τα παιδιά. Ο μεγάλος μου γιος είναι 16 χρόνων και τα δίδυμα 9. Ολο αυτό το διάστημα έκαναν τα μαθήματα από το σπίτι και φυσικά δεν συναντήθηκαν με κανέναν φίλο τους. Παρακολουθούσαν όσα έδειχναν οι ειδήσεις και όταν φτάσαμε στην ημέρα εξόδου στην πλατεία υπήρχε ο φόβος τι θα συναντήσουμε αλλά και η χαρά των παιδιών, καθώς και η ανάγκη να βγουν για τις δραστηριότητες και το παιχνίδι τους. Η πλατεία έχει μετατραπεί σε τεράστια καφετέρια, με κλειστές τις καφετέριες, και σε τεράστια παιδική χαρά, με την κεντρική παιδική χαρά κλειδωμένη. Είναι σαν να μην έχει συμβεί το παραμικρό, καθώς οι οδηγίες σχετικά με τον αριθμό συναθροισμένων ατόμων έχουν πάει περίπατο. Οι ίδιοι που θα σύχναζαν στην πλατεία με ανοιχτά τα μαγαζιά συχνάζουν και τώρα, απλώς ό,τι θέλουμε να καταναλώνουμε το φέρνουμε από το σπίτι. Ο ανθρώπινος χείμαρρος ήταν αναμενόμενος, ειδικά για εμάς τους Ελληνες. Φτάνουμε σε ένα σημείο να μην ξέρουμε τι να πιστέψουμε και φυσικά βγαίνει απ’ όλους μια αντίδραση. Δεν ξέρω τι είναι σωστό και τι όχι, αλλά σίγουρα ζούμε το θέατρο του παραλόγου».
Πλατεία Μερκούρη στα Ανω Πετράλωνα
Φτάνοντας στην πλατεία Μερκούρη στα Ανω Πετράλωνα σταματάμε στο παντοπωλείο Συνοικία το Ονειρο για ανεφοδιασμό και μιλάμε με την ιδιοκτήτρια Θεοδώρα Σπυριδωνίδου. «Τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά από πριν, αφού μαζεύεται περισσότερος κόσμος. Η πλατεία γεμίζει καθώς τα μαγαζιά είναι κλειστά και ο κόσμος δεν έχει να πάει κάπου αλλού. Δημιουργούνται πηγαδάκια και απλώς συζητούν μεταξύ τους, όπως θα έκαναν και σε φυσιολογικές συνθήκες».
Μπαίνοντας στην πλατεία συναντάμε τον Νικόλα, τον Νομικό, τη Σοράγια, τη Σωσώ, τον Διονύση, την Αγλαΐα, τον Αλέξανδρο και τον Μάκη, παρέα που συχνάζει κάθε βράδυ εκεί. Το ιδιαίτερο της ημέρας είναι τα 28α γενέθλια του Διονύση. Καθισμένοι σε καφάσια και στα πεζούλια, παίρνουμε θέση ανάμεσά τους. Η πρώτη ερώτηση ήταν τι θα κάνουν όταν ανοίξουν τα μαγαζιά της πλατείας και η απάντηση ήταν ακαριαία. «Πάλι εδώ θα είμαστε, εκτός αν θέλει κάποιος τσίπουρο, το οποίο απαιτεί μεζέ, άρα θα κάτσει σε ένα από τα μαγαζιά. Το σκάλωμα των περισσότερων με τις πλατείες είναι καθαρά ιδεολογικό, καθώς ο ίδιος και ίσως περισσότερος κόσμος θα είναι εδώ όταν όλα ανοίξουν».
Ζητώντας ένα σχόλιο σχετικά με τα όσα καταλογίζουν στους θαμώνες των πλατειών, η απάντηση της Σοράγιας είναι καταπέλτης. «Οσοι μπαίνουν σε τέτοια διαδικασία, μιλώντας για αλκοόλ και διακίνηση ναρκωτικών, μάλλον ξεχνάνε ότι ο βασικός κατηγορούμενος για εμπόριο έχει δικό του κανάλι, “πυροβολώντας” τον κόσμο καθημερινά με τους “Δυο ξένους”. Εμάς μας πονάει η αναστολή σύμβασης στη δουλειά τούς τελευταίους δύο μήνες και ο φόβος για το πιθανό πρόστιμο. Εγιναν τα εγκαίνια της πλατείας Ομονοίας με πολύ περισσότερο κόσμο απ’ ό,τι εδώ και δεν άνοιξε ρουθούνι».
Η συζήτηση με την παρέα εστιάζει στην πανδημία και ανάβει. «Ξέρουμε ότι κάθε ιός που είναι επιθετικός θα εντοπιστεί πρώτα σε μια ευπαθή ομάδα. Αυτός είναι ο λόγος που κρατήσαμε αποστάσεις από τους παππούδες και τις γιαγιάδες μας και από όσους ανήκουν στη συγκεκριμένη κατηγορία στις οικογένειές μας. Δεν χρειαζόμαστε κάποιον ειδικό να μας πει πώς πρέπει να πλένουμε τα χέρια μας, γιατί το γνωρίζουμε από μικρά παιδιά. Εχει γίνει μεγάλη συζήτηση για τον ιό, αλλά πρέπει να γίνει μεγαλύτερη τώρα που επανέρχονται τα πράγματα στο φυσιολογικό. Είναι προτιμότερο να είναι οι πλατείες γεμάτες με κόσμο παρά με τραπεζοκαθίσματα» λέει ο Μάκης.
Από ποιες πηγές ενημέρωσης προτιμούν να αντλούν πληροφορίες σχετικά με τον ιό; «Μόνο από το διαδίκτυο και μόνο ειδήσεις σχετικά με την πρόληψη και την αποτροπή και όχι εκείνες που μεγεθύνουν τον φόβο, είτε από την αρρώστια είτε από τα πρόστιμα. Ο φόβος που περνούν τα περισσότερα Μέσα έσπασε αρχικά με την ψυχαναγκαστική ανάγκη για ομορφιά, καθώς άνοιξαν πρώτα τα κομμωτήρια. Το πείραμα με το μάντρωμα πέτυχε γιατί στην Ελλάδα δεν είμαστε κρατιστές όπως στο εξωτερικό. Εξω ξέρουν ότι το κράτος θα βρίσκεται πάντα δίπλα τους και δεν τους ενδιαφέρει να αποκτήσουν 15 ακίνητα για τις επόμενες γενιές. Εδώ προσέχουμε τον κώλο μας και ψαρώνουμε πολύ εύκολα, άρα ήταν δεδομένο ότι θα πετύχαινε η δοκιμασία του εγκλεισμού. Οσο προπαγανδίζεις κάτι τόσο περισσότερο γιγαντώνεται, ακόμη και αν είναι κάτι απάνθρωπο και κακό».
Φτάνοντας στη μετά καραντίνα περίοδο και αντί επιλόγου για το οδοιπορικό μας η παρέα σχολιάζει: «Δεν υπάρχει θέμα ανακατάληψης της πλατείας, όπως λένε πολλοί. Με τα μαγαζιά κλειστά, εδώ θα κάτσουν όλοι με τη ζέστη που έχει. Θα σου πούμε και το εξής. Για πολλά χρόνια τα Εξάρχεια ήταν μια συμβολική πλατεία. Κάποια στιγμή έγινε και γκέτο, αλλά ο κόσμος που πήγαινε εκεί έπρεπε να είναι εναλλακτικός. Με αυτό που γίνεται αυτή την περίοδο αποδεικνύεται ότι οι σκεπτόμενοι και διαφορετικοί άνθρωποι βρίσκονται παντού, απλώθηκαν. Οι άνθρωποι που συζητούν και μοιράζονται τις σκέψεις του έχουν απλωθεί σε κάθε πλατεία, παγκάκι και πεζούλι με κύρια χαρακτηριστικά την προσοχή και το ανοιχτό μυαλό και όχι τον φόβο».