Ρεπορτάζ: Εθνικό μουσείο σύγχρονης αδιαφάνειας (ΕΜΣΤ-ΟΔΕΜΣΤ)

Ρεπορτάζ: Εθνικό μουσείο σύγχρονης αδιαφάνειας (ΕΜΣΤ-ΟΔΕΜΣΤ)

Μια αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία, η ΟΔΕΜΣΤ, πλέον διαχειρίζεται και τα κονδύλια του υπουργείου για το ΕΜΣΤ

 

Τον Απρίλιο του 2014 το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος ενέκρινε δωρεά ύψους 3 εκατ. ευρώ προς το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ) με σκοπό την άμεση ολοκλήρωση των εργασιών ανακατασκευής του κτιρίου του μουσείου στο πρώην εργοστάσιο Φιξ. Όπως φαίνεται, το πολύπαθο μουσείο χρειαζόταν την υποστήριξη ενός ιδιωτικού φορέα για να καταφέρει να ανοίξει επιτέλους στο κοινό. Όπως είχε αναφέρει το ίδρυμα στη σχετική ανακοίνωσή του, «η δωρεά δίνει την ευκαιρία για πρώτη φορά στο ΕΜΣΤ να ανταποκριθεί πλήρως στην αποστολή του και να αναλάβει τον κεντρικό του ρόλο ως ο κύριος χώρος σύγχρονης τέχνης στην Ελλάδα». Απαραίτητη προϋπόθεση όμως που θέτει συνήθως το ίδρυμα στις περιπτώσεις χορήγησης δωρεάς σε δημόσιους οργανισμούς είναι η δημιουργία ενός φορέα που να μπορεί να παρακάμπτει την κεντρική γραφειοκρατία και με ένα πιο ευέλικτο σχήμα να γίνεται ο διαχειριστής της δωρεάς.

Θαύμα! Η ΟΔΕΜΣΤ πέθανε και αναστήθηκε

Υπακούοντας λοιπόν στις επιταγές του χορηγού τον Δεκέμβριο του 2014 συστάθηκε η αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία με την επωνυμία ΟΔΕΜΣΤ (Ομάδα Δράσης για το ΕΜΣΤ) με αρχικό κεφάλαιο 51 ευρώ. Όπως αναφέρεται στο καταστατικό της, αποκλειστικός σκοπός της είναι «η υλοποίηση της δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος υπέρ και προς όφελος του ΕΜΣΤ, σύμφωνα με τους όρους που τίθενται στην από 14.4.2014 σύμβαση δωρεάς». Ιδρυτές της εταιρείας ήταν ο αρχιτέκτονας Αθανάσιος Κυρατσούς και δύο στελέχη του υπουργείου Πολιτισμού, ο Γεώργιος Λιόντος και ο Μάριος Κωστάκης.

Μη διαθέτοντας το μουσείο τον απαραίτητο μηχανισμό, έπρεπε να περάσουν τέσσερα χρόνια προκειμένου να αρχίσει ουσιαστικά η διαδικασία υλοποίησης των έργων με τη δωρεά του ιδρύματος. Ταυτόχρονα όμως το 2018 το ΔΣ αποφάσισε ότι δεν υφίσταται λόγος λειτουργίας της ΟΔΕΜΣΤ καθώς το μουσείο μπορούσε πλέον να διαχειριστεί τα χρήματα της δωρεάς. Συστήθηκε τότε ειδική επιτροπή παρακολούθησης η οποία απαρτίζεται από μέλη του διοικητικού συμβουλίου και του ιδρύματος. Ο κ. Κωστάκης υπέβαλε την παραίτησή του από την ΟΔΕΜΣΤ και αντικαταστάθηκε από τον Δημήτρη Μπουμπουρή, ταυτόχρονα μέλος του διοικητικού συμβουλίου του ΕΜΣΤ, και η ΟΔΕΜΣΤ παρέμεινε ανενεργή. Αυτή η επιτροπή αναλαμβάνει όλες τις ενέργειες σχετικά με την υλοποίηση των έργων και στη συνέχεια εισηγείται –προ τετελεσμένου– τις αποφάσεις στο ΔΣ προς επικύρωση.

Στις 3 Φεβρουαρίου 2020 με τροποποίηση του καταστατικού της η ΟΔΕΜΣΤ επέκτεινε ουσιαστικά τις αρμοδιότητές της. Πέραν της υλοποίησης της δωρεάς προστίθενται «η αποδοχή επιχορηγήσεων από το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού και η διαχείρισή τους με σκοπό την ανάληψη κάθε υποχρέωσης απαιτούμενης για την αποτροπή του ενδεχομένου να τεθεί σε κίνδυνο η υλοποίηση του απώτερου σκοπού της δωρεάς, ήτοι η απρόσκοπτη λειτουργία του ΕΜΣΤ και η επίτευξη του καταστατικού του σκοπού». Ποιοι άραγε ήταν οι λόγοι που επέβαλαν την επανενεργοποίηση της ΟΔΕΜΣΤ; Ποια αδήριτη ανάγκη οδήγησε σε νεκρανάσταση; Η απάντηση που επαναλαμβάνεται σταθερά είναι «προκειμένου να ξεπεραστούν οι γραφειοκρατικοί σκόπελοι». Όμως δεν μπορεί να τίθεται τέτοιο ζήτημα στην περίπτωση δημόσιου χρήματος, η διαχείριση του οποίου απαιτεί απόλυτη διαφάνεια.

Στις 28 Φεβρουαρίου 2020 το ΥΠΠΟΑ ενέκρινε τη δέσμευση πίστωσης ύψους 100.000 ευρώ ως «ειδική έγκριση επιχορηγήσεων για τον φορέα με την επωνυμία Ομάδα Δράσης για το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης». Την έγκριση υπογράφει με εντολή της υπουργού ο Μάριος Κωστάκης ως προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Σύγχρονου Πολιτισμού. Στη συνέχεια, στις 10 Σεπτεμβρίου, εγκρίθηκε δέσμευση πίστωσης ύψους 300.000 ευρώ. Στις 6 Οκτωβρίου αποφασίστηκε η επιχορήγηση του κοινωφελούς ιδρύματος (ΕΜΣΤ) με το ποσό των 300.000 ευρώ για την κάλυψη των εξόδων φύλαξης του μουσείου και δαπανών εκπόνησης μελέτης βιωσιμότητας του εν λόγω μουσείου (ένα ερώτημα που εγείρεται εδώ είναι για ποιον λόγο η μελέτη δεν εκπονείται από το ίδιο το υπουργείο). Μάλιστα ακούγεται ότι τη μελέτη θα αναλάβει η Κατερίνα Γρέγου, η οποία ταυτόχρονα τους τελευταίους μήνες φημολογείται ότι θα είναι η νέα διευθύντρια του ΕΜΣΤ.

Την ίδια εταιρεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα λοιπόν που συστάθηκε κατ’ απαίτηση του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος χρησιμοποιεί και το υπουργείο Πολιτισμού αντλώντας χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό. Κι εδώ τίθεται το εξής ερώτημα: γιατί αυτές οι επιχορηγήσεις δεν δίνονται απευθείας στο μουσείο και πρέπει να μεσολαβήσει τρίτος φορέας; Η εύκαιρη απάντηση στην οποία καταφεύγουν οι πολέμιοι του «κρατικού τέρατος» και οι λάτρεις της «ευέλικτης (πλην όμως ανεξέλεγκτης) ιδιωτικής πρωτοβουλίας» είναι η αποφυγή της γραφειοκρατίας. Σε επικοινωνία μας ο πρόεδρος του ΔΣ του ΕΜΣΤ Γιώργος Παπαναστασίου ανέφερε χαρακτηριστικά: «Με τους μηχανισμούς που έχει το δημόσιο –παρότι δεν είμαστε ακριβώς δημόσιος φορέας· είμαστε ένα υβριδικό νομικό πρόσωπο– δεν θα τελείωνε τίποτε. Επιπλέον το μουσείο έχει λίγους ανθρώπους και δεν μπορεί να υλοποιήσει τις διαδικασίες που απαιτούνται. Με αυτό τον τρόπο, με την ΟΔΕΜΣΤ, τα πράγματα έγιναν μια χαρά, όπως στις πολιτισμένες χώρες». Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα της ανάγκης παράκαμψης των τυπικών διαδικασιών αναφέρεται η φύλαξη του μουσείου, έργο το οποίο επειδή υπερβαίνει το ποσό των 60.000 ευρώ απαιτεί διεθνή διαγωνισμό και η υλοποίησή του μπορούσε να αποδειχτεί χρονοβόρα. Το μουσείο δεν θα μπορούσε να μείνει αφύλακτο, οπότε επιστρατεύτηκε η ΟΔΕΜΣΤ για να προχωρήσει η ανάθεση σε εταιρεία σεκιούριτι. «Αν τα χρήματα πάνε απευθείας στο μουσείο για να κάνει διαγωνισμό για φύλαξη, θα χρειαστεί έναν χρόνο. Η απλοποίηση είναι υπέρ της ζωής μας» λέει ο πρόεδρος.

Πώς είναι δυνατόν να αφήνεται σε μια ΑΜΚΕ, η οποία δεν δεσμεύεται από το δημόσιο λογιστικό και τους απαραίτητους ελέγχους, η διαχείριση κονδυλίων που προέρχονται από τον κρατικό προϋπολογισμό;

Καυτά ερωτήματα (μάταια) ζητούν απαντήσεις

Από αυτή την απλοποίηση ωστόσο προκύπτει μια σειρά από ερωτήματα: η αποφυγή της διαδικασίας διαγωνισμών δεν αφαιρεί το δικαίωμα σε εταιρείες να καταθέσουν την πρότασή τους (τελικά είμαστε υπέρ ή κατά της ελεύθερης αγοράς); Η απευθείας ανάθεση δημόσιου έργου δεν παραβιάζει την τήρηση των τυπικών και νομότυπων διαδικασιών; Με ποιον τρόπο διασφαλίζεται η επιλογή της πιο συμφέρουσας πρότασης για το μουσείο; Στα δημόσια μουσεία δεν προβλέπεται ότι οι θέσεις φύλαξης πρέπει να καλύπτονται από αρχαιοφύλακες και όχι από σεκιούριτι;

Με όχημα την ΟΔΕΜΣΤ λοιπόν ένα μέρος του προϋπολογισμού του ΥΠΠΟΑ εκφεύγει από κάθε μορφής δημόσιο έλεγχο. Το να βγαίνει από το πεδίο του δημόσιου ελέγχου ένα κομμάτι δημόσιας δαπάνης αποτελεί εξ ορισμού πρόβλημα. Οι επιχορηγήσεις που προέρχονται από τον κρατικό προϋπολογισμό θα πρέπει να τηρούν το δημόσιο λογιστικό. Εφόσον τα χρήματα αυτά πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε έργα ή προμήθειες, οφείλεται να τηρηθούν απαρέγκλιτα όλες οι διαδικασίες του νόμου περί διαγωνισμών.

Από την αρχή της λειτουργίας του το μουσείο αντιμετωπίζει προβλήματα που όσο περνάει ο χρόνος διογκώνονται καθώς ποτέ δεν σχεδιάστηκε με βάση τις ρεαλιστικές του ανάγκες. Μάλιστα, άνοιξε εσπευσμένα (προς εξυπηρέτηση του επικοινωνιακού σόου της κυβέρνησης συνολικά της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη και του γενικού γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού) ενώ είχε μεγάλα οργανικά κενά σε καίριες θέσεις, η κάλυψη των οποίων ήταν απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία του. Επιπλέον το υβριδικό νομικό σχήμα του μουσείου κάθε άλλο παρά βοηθάει. Ταυτόχρονα είναι κοινώς αποδεκτό πόσο τρομακτικά δυσκίνητο μπορεί να είναι το ελληνικό δημόσιο και πως για να ολοκληρωθούν κάποιες διαδικασίες σε εύλογο χρόνο πρέπει να βρίσκονται παράθυρα παράκαμψης της γραφειοκρατίας. Στην περίπτωση του ΕΜΣΤ και της ΟΔΕΜΣΤ η πολιτεία οφείλει να παρέμβει άμεσα ώστε να επιλύσει κρίσιμα ζητήματα προκειμένου να μην απαιτείται να εφευρίσκονται τρόποι για να παρακάμπτονται οι διαδικασίες που προβλέπονται για τον δημόσιο τομέα.

Πώς είναι δυνατόν να αφήνεται σε μια ΑΜΚΕ, η οποία δεν δεσμεύεται από το δημόσιο λογιστικό και τους απαραίτητους ελέγχους, η διαχείριση κονδυλίων που προέρχονται από τον κρατικό προϋπολογισμό; Γιατί να μη διασφαλίζονται η διαφάνεια, η υπευθυνότητα και η λογοδοσία, στην οποία είναι υπόχρεοι οι φορείς άσκησης καθηκόντων στη δημόσια σφαίρα (μέσω της υποχρέωσης ανάρτησης των πράξεών τους στη Διαύγεια και στο Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων);

Αναρωτιόμαστε, κάποια από τα έργα δεν θα μπορούσαν να υλοποιηθούν με την πρόσληψη επιπλέον προσωπικού –κάτι το οποίο εναγωνίως ζητάει το σωματείο των εργαζομένων του ΕΜΣΤ– και αντί αυτού τελικά γίνονται με εργολαβίες χωρίς διαγωνισμούς; Δεν θα ήταν ορθότερο το μουσείο να στελεχωθεί επαρκώς προκειμένου να λαμβάνει το ίδιο τις επιχορηγήσεις και να διεκπεραιώνει το ίδιο τις υποθέσεις του; Το να χρησιμοποιείται ως άλλοθι η δυσκαμψία του κράτους κι έτσι να υποτάσσεται στις επιταγές του νεοφιλελευθερισμού ένας δημόσιος φορέας δεν αποτελεί έλλειμμα πολιτικής σκέψης και σχεδιασμού, από αυτούς που όρισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης να υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον από τις θέσεις των υπουργών;

Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι την ώρα που γράφεται αυτό το ρεπορτάζ τα ερωτήματα που έχουμε θέσει στο υπουργείο Πολιτισμού σχετικά με την αναγκαιότητα επιχορήγησης 400.000 ευρώ προς την ΟΔΕΜΣΤ έχουν παραμείνει αναπάντητα. Ο κ. Κωστάκης δε σε τηλεφωνική μας επικοινωνία απάντησε λιτά και περιεκτικά: «Δεν γνωρίζω τίποτε καθώς παραιτήθηκα το 2018», απάντηση που συνόδευσε με εκκωφαντικό κλείσιμο του τηλεφώνου. Όσο εκκωφαντικά είναι τα ερωτήματα που απαιτούν απαντήσεις.

*Το ρεπορτάζ δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Documento

Documento Newsletter