Χαρακτηριστικό του καπιταλισµού είναι να αναγεννιέται όπως ο φοίνικας, το µυθικό πουλί, από τις στάχτες του. Στην περίπτωση των πολεµικών εξοπλισµών σκόπιµα αυτοπυρπολείται σε τακτά χρονικά διαστήµατα, γιατί ο στόχος του είναι η διαρκής αναγέννησή του που αποφέρει κέρδη καταστρέφοντας τα παλιά και επενδύοντας διαρκώς στα µελλοντικά προϊόντα θανάτου, ανεξάρτητα από την ικανοποίηση πραγµατικών εθνικών ή µη επιχειρησιακών αναγκών. Αλλωστε οι ανάγκες υποδεικνύονται και επιβάλλονται µέσα από ένα σύστηµα προπαγάνδας και καταναγκαστικών συγκρούσεων.
Η ΕΕ ως παρακολούθηµα της αµερικανοβρετανικής καπιταλιστικής πολιτικής εγκαταλείπει την πράσινη ανάπτυξη, που δεν απέδωσε τα αναµενόµενα, κυρίως λόγω της υπέρτερης παρέµβασης της Κίνας στον τοµέα και επιλέγει ως προτεραιότητα το πρόγραµµα ReArm Europe.
Τo ReArm Europe είναι ένα σχέδιο εξοπλισµών και άµυνας της ΕΕ εναντίον της Ρωσίας που έχει εκπονήσει η Κοµισιόν και το οποίο προβλέπει τη διάθεση 800 δισ. ευρώ (650 από τους προϋπολογισµούς και 150 από δάνεια) στα επόµενα τέσσερα χρόνια. Σκοπός είναι η Ευρώπη να αντιµετωπίσει έναν αντίπαλο που κληρονόµησε από τους Αµερικανούς, οι οποίοι έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους στην Κίνα και στον Ειρηνικό ωκεανό (βλέπε συµφωνία AUKUS που επί του παρόντος έχει κοστίσει στην Αυστραλία 584 εκατοµµύρια δολάρια – αποζηµίωση προς τη γαλλική αµυντική εταιρεία Naval Group για αθέτηση συµβατικών υποχρεώσεών της, ένεκα της προσχώρησης της χώρας στη στρατιωτική συµµαχία µε τη Βρετανία και τις ΗΠΑ).
Ιστορικά και πολιτιστικά η Ευρώπη ως οντότητα πάντα συµπεριλάµβανε το ευρωπαϊκό τµήµα της Ρωσίας και αντίστοιχα η τελευταία δεν µπορούσε να διαχωρίσει την ύπαρξή της από τη γηραιά ήπειρο. Ωστόσο, για να επιτευχθεί µε οικονοµικούς όρους αυτό το ιστορικά «παρά φύσιν» διαζύγιο και να επιτευχθούν οι στόχοι του ReArm Europe, προϋποτίθεται η χαλάρωση των δηµοσιονοµικών κανόνων του συµφώνου σταθερότητας της «κολοβής» Ευρώπης, ώστε να µη συνυπολογίζονται οι αµυντικές δαπάνες στο έλλειµµα και το χρέος ως προς το ΑΕΠ. Σύµφωνα µε αυτό, οι ιδιώτες επενδυτές θα πρέπει να αλλάξουν το µοντέλο χρηµατοδότησής τους για να ικανοποιήσουν µια «πολεµική οικονοµία» στερώντας κονδύλια από την πραγµατική οικονοµία, τα δε κράτη θα πρέπει να αποδεχτούν τον εκφυλισµό του κράτους πρόνοιας.
Ολα αυτά για να αλλάξει ρότα το ράλι εξοπλισµών σε νέες κατευθύνσεις που η τιµονιέρισσα Ούρσουλα φον ντερ Λάινεν θα επιλέξει, καθότι –όπως ανέφερε– «κάθε χρόνο το 80% των δαπανών εξοπλιστικών προγραµµάτων της ΕΕ πηγαίνει σε χώρες και εταιρείες εκτός ΕΕ και κυρίως στις ΗΠΑ». Το γεγονός αυτό αλλά και προηγούµενες δηλώσεις του επικεφαλής της Dassault δείχνουν ότι η ευρωπαϊκή αµυντική βιοµηχανία δεν είναι ικανή να αντεπεξέλθει στις τρέχουσες αµυντικές ανάγκες, πόσο µάλλον σε αυτές που θα προκληθούν από την ανάληψη της υποχρέωσης παροχής ευρωπαϊκών εγγυήσεων στην Ουκρανία µετά τη λήξη του πολέµου και την αντιµετώπιση της Ρωσίας.
Πόσο άραγε κοστίζει η νέα πολιτική και το –κυριότερο– ποιος θα πληρώσει αυτή την κούρσα εξοπλισµών; Θύµατα θα είναι τα 350 δισ. ευρώ που διατίθενται για τα Ταµεία Συνοχής, η µέχρι πρότινος πολυδιαφηµισµένη «αειφόρος ανάπτυξη», οι χρηµατοδοτήσεις που αφορούν τη µείωση του δηµόσιου χρέους των υπερχρεωµένων κρατών-µελών (βλ. Ελλάδα) και το ΕΣΠΑ.
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν υποστηρίζει ότι το σχέδιό της δεν θα δώσει µόνο ώθηση στην ανάπτυξη της αµυντικής βιοµηχανίας της Ευρώπης αλλά σε ολόκληρη την οικονοµία και ειδικότερα στους κλάδους αιχµής, όπως η ψηφιακή τεχνολογία, η τεχνητή νοηµοσύνη, η ροµποτική και οι δορυφορικές επικοινωνίες.
Ο παραπάνω συλλογισµός της «πολεµικής οικονοµίας» αποκρύπτει ότι η επιστηµοσύνη που αφορά την ανάπτυξη των τοµέων αυτών θα είναι πλέον κυριολεκτικά «στρατευµένη» και επιπλέον τα παραγόµενα οικονοµικά οφέλη θα κατευθύνονται προς τις χώρες που πρωταγωνιστούν στους τοµείς αυτούς, δηλαδή στη Γαλλία και τη Γερµανία. Τα υπόλοιπα κράτη θα συνεισφέρουν στον τύπο αυτό της οικονοµίας ως υποκατασκευαστές, ως πάροχοι φτηνού εργατικού δυναµικού και στρατιωτικού προσωπικού εν είδει µισθοφόρων, καθότι θα έχει χαθεί η εθνική υπόστασή τους και πλέον το προκαλούµενο άνοιγµα της ψαλίδας µεταξύ πλούσιων και φτωχών θα οδηγεί πολλούς από τους οικονοµικά αδύναµους σε στράτευση. Προφανώς οι επιλογές αυτές θα οδηγήσουν στη γιγάντωση των ακροδεξιών κοµµάτων.
Η στρατιωτικοποίηση των εσκεµµένα απαξιωµένων οικονοµικά Ευρωπαίων πολιτών είναι µέρος του σχετικού οικονοµικού σχεδιασµού, σύµφωνα µε τη συνήθεια της Ευρώπης να σχεδιάζει τις πολιτικές της βάσει της οικονοµίας, αφήνοντας µέχρι τώρα το στρατηγικό και επιχειρησιακό κοµµάτι της άµυνάς της, θεσµοθετηµένα µάλιστα, στο ΝΑΤΟ και δη στους Αµερικανούς.
Οι Αµερικανοί όµως, που τώρα πλέον συµπεριλαµβάνονται µαζί µε τους Ρώσους στους «διαζευγµένους» µε την Ευρώπη, έχουν για δεκαετίες επενδύσει, σύµφωνα µε το δικό τους σχέδιο πολεµικής οικονοµίας, στην τελευταία. Εχουν αφήσει ένα τεράστιο και ανεξίτηλο αποτύπωµα (βλ. F-35), που είναι πολύ δύσκολο έως ακατόρθωτο να εξαφανιστεί τόσο στο επίπεδο του οπλισµού όσο και στο επίπεδο της οργάνωσης και εκτέλεσης των επιχειρήσεων.
Ετσι, η ευρωπαϊκή πολεµική οικονοµία θα εξακολουθεί στα επόµενα χρόνια να περιλαµβάνει αµερικανικές εταιρείες σε προνοµιακό ρόλο στο κοµµάτι της παραγωγής ως αντιστάθµισµα για τη µείωση των δασµών του Τραµπ στα ευρωπαϊκά προϊόντα, αλλά και «νατοϊκούς» (Αµερικανούς ή µη) µέντορες στους ευρωπαϊκούς στρατιωτικούς σχεδιασµούς.
Διαβάστε επίσης:
Τουρκία: Ούτε το όνομα του Ιμάμογλου δεν μπορούσε να ακουστεί στον αέρα του ΣΚΑΪ (Video)
Η Κεραμέως «κάνει εικόνισμα» τα μνημόνια απαντώντας σε συνταξιούχο που δεν βγάζει τον μήνα (Video)