Ο Περικλής Μουστάκης σκηνοθετεί το τελευταίο έργο του Γιάννη Μαυριτσάκη «Rayman ούρλιαξε», σε μια παράσταση πυρετώδους αμφιθυμίας και παραισθητικών διακυμάνσεων.
Ενας άντρας σκαρφαλωμένος ψηλά σ’ έναν τετράγωνο στύλο προσφέρει από την αρχή της παράστασης στον θεατή το κεντρικό συμβολικό νόημα του έργου που θα παρακολουθήσει. Σε αντίθεση με τους θρυλικούς στυλίτες μοναχούς που εφησυχάζουν σε καθιστή στάση, αυτός είναι όρθιος, επίμοχθα και σε πυρετώδη εγρήγορση, έτοιμος να πετάξει προς τη δόξα ή να γκρεμιστεί στην άβυσσο. Πρόκειται, ταυτόχρονα, για ηρωικό πρωτοπόρο και φοβισμένο ανθρωπάκο, έναν διαπρεπή επιστήμονα στη δημόσια σφαίρα κι έναν αναχωρητή έγκλειστο στην απόκοσμη φήμη του. Η φυσιογνωμία του εν ολίγοις ακολουθεί τη μοίρα εκείνων των προσωπικοτήτων που από την αρχαιότητα έως σήμερα ακροβατούν στη μεσοτοιχία ιδιοφυΐας και παράνοιας, ακτινοβολώντας με τη λάμψη της μίας και απειλούμενοι από το σκότος της άλλης.
Λέγε με Φιλοκτήτη ή Χαλεπά
Ο ήρωας του Γιάννη Μαυριτσάκη έρχεται λοιπόν από μακριά, βγαίνει από το βαθύ κοίτασμα που στοιχειώνει το μυθικό παρελθόν της ανθρωπότητας. Λέγεται Φιλοκτήτης ή, αν προτιμάτε τη σύγχρονη εκδοχή του, Αλαν Τούρινγκ. Κατέχει εκθαμβωτικά όπλα και πολιορκεί το άλυτο κοσμικό αίνιγμα. Βασανίζεται από τον γόρδιο δεσμό διανοητικού σθένους και ψυχικής ασθένειας. Αν είναι ποιητής, παίρνει τη μορφή του Χέλντερλιν αν είναι γλύπτης, του Χαλεπά. Συχνά τον λοιδορούν εν ζωή και τον δοξάζουν μετά θάνατον. Κάποτε τον εξορίζουν από την πόλη ή τον φυλακίζουν, τον οδηγούν στην αυτοκτονία ή στο πλησιέστερο άσυλο. Στην εποχή μας έγινε ο μικρούλης θεός της βιολογίας και ο μέγας τελετάρχης της ύλης. Εχει προαχθεί σε μάγιστρο της θεωρητικής φυσικής και στην κυριαρχούσα λαϊκή του εκδοχή αποτελεί το πρότυπο του απροσέγγιστου αλλά και επίφοβου μεγαλείου. Είναι ο πασίγνωστος «τρελός επιστήμονας», έχει βιογραφηθεί εξαντλητικά κι έχει εμπνεύσει πλήθος μυθιστορημάτων, θεατρικών έργων και ταινιών.
Στη θεατρική του αναπαράσταση από τον Μαυριτσάκη αυτός ο ήρωας λέγεται Rayman, είναι αγοραφοβικός, ζει με αποκλειστική παρέα μια ορχιδέα και τη στοχαστική του απομόνωση έρχεται να διαταράξει η πρόταση μιας ιδιαίτερα υψηλής αναγνώρισης. Μια βράβευση που αποδέχεται ύστερα από έντονη εσωτερική πάλη και σπεύδει να παραστεί στην τελετή της χωρίς να φτάσει ποτέ. Μάρτυρας της αμφιθυμικής του περιπέτειας είναι ένας ανώνυμος οδηγός, που θυμίζει αμυδρά τον Στάλκερ του Ταρκόφσκι, και ακροάτρια της αφήγησής του μια συνοδηγός, συμπάσχουσα και ειδωλικός αντικατοπτρισμός τού αφύσικα δοκιμαζόμενου φυσικού. Οι αμφιβολίες του ήρωα για την ανώτατη βράβευση και η επιθυμία να καταξιωθεί όχι για το ήδη γνωστό έργο του αλλά για μια ύστατη εκτόξευση προς την τελική λύση του κοσμικού αινίγματος είναι εντούτοις ξεπερασμένες προ πολλού. Η φυσική του 20ού αιώνα είναι βαφτισμένη στο λίκνο της αβεβαιότητας και ο παλιός καλός αιτιοκρατικός αναγωγισμός έχει ναυαγήσει στον ύφαλο της τυχαιότητας. Υποθέτω, λοιπόν, ότι ο συγγραφέας παραμερίζει αυτές τις επιγνώσεις, που είναι κοινόχρηστες σε κάθε επιστήμονα κύρους και ναρκοθετούν κάθε απόπειρα να συνταχθεί ένας οριστικός χάρτης της συμπαντικής τάξης, για να προκρίνει το αίσθημα της μεταφυσικής αγωνίας του ήρωά του απέναντι στο ακατόρθωτο.
Το ίδιο αγωνιώδες και βαθιά εγκαυστικό αίσθημα, χρωματισμένο από παραισθητικές διακυμάνσεις, δεσπόζει κατά τη μεταφορά του στη σκηνή από τον Περικλή Μουστάκη. Δεν έχω διαβάσει το κείμενο και δεν ξέρω αν η ιδέα του ομιλούντος στυλίτη αποτελεί συγγραφική οδηγία ή σκηνοθετική επινόηση, αλλά σε όποιον και αν οφείλεται αποτελεί ιδεώδες εύρημα για την απόδοση της μετέωρης στάσης του ήρωα. Αλλοτε ο θυελλώδης επικός πρωταγωνιστής έπαιρνε τη μορφή ιστορικής καταιγίδας, με τον Αλέξανδρο πάνω στον Βουκεφάλα ή τον Ναπολέοντα του Χέγκελ να παρουσιάζεται ως έφιππη ενσάρκωση του παγκόσμιου πνεύματος. Ο Μουστάκης βάζει τον ήρωά του ν’ αγκομαχάει σ’ ένα βάθρο που γίνεται εφαλτήριο συνειδησιακών υπερπτήσεων και κατακρημνιστικό βάραθρο. Η προοπτική αυτής της αμφίδρομης προοπτικής ενισχύεται από την υδάτινη κιβωτό, φέρετρο και καθαρτήριο λουτρό που τοποθετεί στη μέση της σκηνής η Νίκη Ψυχογιού, υπογραμμίζεται από τα συγκρουόμενα μουσικά ποικίλματα του Τηλέμαχου Μούσα και διαυγάζεται από τους φωτιστικούς μετατονισμούς του Αλέκου Αναστασίου.
Οι εξάρσεις του ήρωα
Ο σκηνοθέτης ξέρει ότι ο Rayman δεν έχει τη χιουμοριστική αυτοπεποίθηση ενός Αϊνστάιν ούτε τον παιγνιώδη αυτοσαρκασμό ενός Φάινμαν και βασίζει την παράστασή του στο παράδοξο των κατατονικών εξάρσεων του κεντρικού ήρωα. Παράλληλα αλλά και αντιστικτικά προς αυτόν στοιχίζει και τους συμπρωταγωνιστές του. Τους καταπονεί συνενοχικά με διαρκείς σωματικές εντάσεις και αποσπά από τη δοκιμασία τους το αντίκρισμα δύο συμπληρωματικών μονολόγων που συντάσσονται ως ασκήσεις ύφους με τον μονόλογο του Rayman και λογχίζονται από την εξαίρετη μα εντελώς απροσδόκητη παρουσία της υψιφώνου Λητώς Μεσσήνη. Ο Κώστας Νικούλι πλάθει στον ρόλο του Οδηγού έναν λαϊκό τύπο που εμπλέκεται άθελά του σε μια κατάσταση που τον υπερβαίνει και αποδίδει με επιδέξιες πινελιές το δέος που στην πορεία τον συντρέχει. Η Φραγκίσκη Μουστάκη υποδύεται τη Συνοδηγό με την αναρχούμενη ελευθεριότητα και το ζωηφόρο πάθος που διακρίνει την εξεγερμένη της ηρωίδα. Ο Χάρης Φραγκούλης, τέλος, αποδεικνύεται εύστοχη επιλογή για τον κεντρικό ρόλο, καθώς ενσαρκώνει τον Rayman με την τρεκλίζουσα άνεση του ακροβάτη που ξέρει πως θα πέσει για να σηκωθεί. Εμπνέεται από την παροξύτονη αγωνία του ήρωά του, διαπρέπει στην αμφιθυμική προσέγγιση των βαθύτερων ενορμήσεών του και απογυμνώνει ως το κόκαλο τον αγχώδη και δημιουργικό μηχανισμό της προμηθεϊκής βούλησης.
INFO
Παρασκευή – Κυριακή, Θέατρο Σφενδόνη, Μακρή 4, στάση Μετρό Ακρόπολης