Με λυμένη… τη γλώσσα εμφανίστηκε ο Κώστας Καραμανλής το βράδυ της Δευτέρας, στην πρώτη του δημόσια τοποθέτηση έπειτα από την απόφασή του να μην κατέβει εκ νέου υποψήφιος, επιβεβαιώνοντας την ερμηνεία που τον ήθελε να «αποχωρεί από το κοινοβούλιο και όχι από την πολιτική», αφού με τις θέσεις του επί της εξωτερικής πολιτικής προέταξε έναν ασφυκτικό κλοιό γύρω από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Υπό το φως των χθεσινών κυβερνητικών παραδοχών για την βαθύτερη εμπλοκή της χώρας στην πολεμική κρίση στη Μέση Ανατολή με την επιβεβαίωση της «αμερικανοποίησης» της 112 Πτέρυγας Μάχης της Ελευσίνας, η παρέμβαση Καραμανλή για το Παλαιστινιακό και την πρόσδεση της χώρας στο άρμα των ΗΠΑ αποκτά μέγιστη σημασία, τουλάχιστον ισάξια από την καταγγελία του κατευνασμού με την Τουρκία που κατέθεσε.
Διαβάστε επίσης: «Καρφιά» Καραμανλή προς Μητσοτάκη για Παλαιστινιακό, Ελληνοτουρκικά και γερμανικές Αποζημιώσεις (Video)
«Προφανώς και όλοι καταδικάζουμε απερίφραστα τις τρομοκρατικές και βάναυσες πρακτικές της Hamas. Το δικαίωμα του Ισραήλ στην νόμιμη άμυνα έναντι τέτοιων ωμοτήτων και την υπεράσπιση της ακεραιότητας και των πολιτών του είναι αυτονόητο. Όπως βέβαια είναι αυτονόητο ότι κάθε πόλεμος έχει κανόνες που αφορούν τους ευάλωτους και αμάχους που πρέπει να γίνονται σεβαστοί. Και βέβαια μην λησμονούμε, άλλο Hamas και άλλο Παλαιστινιακός λαός. (…)επιτακτικό και χρονίζον ζήτημα της ειρήνευσης και της σταθερότητας στην περιοχή. Δεν θα την φέρει η όποια επιχείρηση του Ισραήλ στην Γάζα» ανέφερε μεταξύ άλλων για την κατάσταση στη Γάζα και το λουτρό αίματος κατά αμάχων που συντελείται.
Η δήλωση αυτή του Κ. Καραμανλή έρχεται επίσης την ημέρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης βρέθηκε στο πλευρό του Μπενζαμίν Νετανιάχου, προτάσσοντας για μία ακόμα φορά το «δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα», χωρίς καν αναφορά στις τεράστιες απώλειες για τους Παλαιστίνιους στη Γάζα, ούτε καν για τον βομβαρδισμό της ελληνορθόδοξης εκκλησίας του Αγ. Πορφυρίου. Μάλιστα, ευθύ χτύπημα ήταν και η επαναφορά της «εθνικής γραμμής» για το Παλαιστινιακό, την οποία ο Έλληνας πρωθυπουργός απέφυγε και από το Ισραήλ να αναφέρει.
«Το Παλαιστινιακό είναι για πάρα πολλά χρόνια μια χαίνουσα πληγή που κακοφορμίζει συνεχώς. Είναι ανάγκη όσο ποτέ το φλέγον ζήτημα της επίλυσης του Παλαιστινιακού να καταστεί άμεση προτεραιότητα. Πρώτο βήμα η διακοπή των ισραηλινών εποικισμών, κύριος στόχος η ίδρυση Παλαιστινιακού κράτους. Δεν είναι απλό, αλλά επείγει, αν δεν θέλουμε να δούμε στην ευρύτερη γειτονιά της Ευρώπης και ένα δεύτερο γενικευμένο πόλεμο» τόνισε ο πρώην πρωθυπουργός την εθνική θέση της λύσης των δύο κρατών.
Η σύγκριση με τα όσα ο Κυρ. Μητσοτάκης δήλωσε ακόμα και στο πλευρό του Μπ. Νετανιάχου είναι αδυσώπητη, όπου παρά τις κτηνωδίες των τελευταίων εβδομάδων, επανέλαβε μονότονα το «δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα», και δεν ψέλισε ούτε λέξη για λύση: «Η Ελλάδα από την πρώτη στιγμή υπερασπίστηκε και υποστήριξε το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο. Κάναμε μια πολύ σαφή διάκριση μεταξύ της Χαμάς και του παλαιστινιακού λαού. Θα συνεχίσουμε να σας στηρίζουμε και να ελπίζουμε πως ό,τι και αν συμβεί πρέπει να συμβεί χωρίς μεγάλο ανθρωπιστικό κόστος. Μπορείτε να υπολογίζετε στην υποστήριξή μας, τη βοήθειά μας» ήταν τα λόγια του Έλληνα πρωθυπουργού.
Σκεπτικισμός για ΗΠΑ και «καλό μαθητή» της Ευρώπης
Τα καρφιά του όμως έφτασαν έως τον σφιχτό εναγκαλισμό της χώρας με τις ΗΠΑ και τον ρόλο που διαδραματίζει η Ευρώπη. Αφενός, για την πλήρη πρόσδεση στο αμερικανικό άρμα, ο πρώην πρωθυπουργός είπε πως «Η εποχή που διανύουμε χαρακτηρίζεται από ολοένα αυξανόμενη αστάθεια και ρευστότητα. Οι διεθνείς ανταγωνισμοί οξύνονται, πολεμικές συγκρούσεις ξεσπούν στην ευρύτερη γειτονιά μας, η ένταση στην διεθνή σκηνή αυξάνεται, οι σταθερές του ψυχροπολεμικού διπολισμού, αλλά και μετά της αδιαφιλονίκητης ηγεμονίας των ΗΠΑ έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί».
Μάλιστα, τοποθέτησε σε αντιδιαστολή το γεγονος πως «βλέπουμε όλο και περισσότερα κράτη να προβάλλουν απαιτήσεις, ακόμα και εδαφικές, να διεκδικούν μεγαλύτερο ρόλο, να αμφισβητούν συνθήκες και συμφωνίες». Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη σχεδόν παραχώρησε στην αεροπορία των ΗΠΑ την Ελευσίνα, σε συνδυασμό με τη Σούδα και την Αλεξανδρούπολη, και που ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απέφυγε να απαντήσει εάν προβλέπεται η παραχώρηση επιπλέον αεροδρομίων.
Αναφορικά δε με τη στάση της Ευρώπης συνολικότερα, ο Κ. Καραμανλής αφού υπογράμμισε πως «ο ρόλος της Ευρώπης θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι κομβικός», τόνισε πως «δυστυχώς, όμως, άλλη είναι η οδυνηρή πραγματικότητα». Κατηγόρησε την Ευρώπη πως περιορίζεται σε ρόλο «κομπάρσου», παρά τις «δυνατότητες και την δυνητική επιρροή». Επίσης, την επέκρινε έντονα για το ότι «δυσκολεύεται ή και αποφεύγει δυστυχώς, να πάρει αποφάσεις, η παρέμβασή της στο διεθνές στερέωμα είναι αναιμική, η προοπτική της ενοποίησής της, που με ενθουσιασμό προσδοκούσαμε πολλοί, μοιάζει χαμένο όνειρο».
«Οι άκαιρες και χωρίς θεσμική εμβάθυνση διευρύνσεις της διάβρωσαν την ομοιογένειά της. Την οδήγησαν σε εικόνα μωσαϊκού ετερόκλητων στοχεύσεων και συμφερόντων. Ακόμα και το μεγάλο επίτευγμα των περασμένων δεκαετιών, της κοινωνικής συνοχής, της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των πολιτών – συνεπώς και της πολιτικής ομαλότητας – έχει τεθεί σε αμφιβολία» ανέπτυξε ακόμα περισσότερο σε μία γραμμή «ευρωσκεπτικισμού», φέρνοντας όμως ως παράδειγμα την διαχείριση της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008.
«Αντί η ΕΕ να αναζητήσει κοινή πολιτική διαχείριση της παγκόσμιας κρίσης, πολιτική με αμοιβαιοποίηση των κινδύνων μέσω κοινού δανεισμού, οι εύρωστες οικονομίες του Βορρά με την προεξάρχουσα Γερμανία επέβαλαν σκληρή δημοσιονομική πειθαρχία προτάσσοντας το στενό εθνικό συμφέρον έναντι του πραγματικού ορθολογισμού, των κοινών ευρωπαϊκών συμφερόντων και αναγκών, εμπλέκοντας το ΔΝΤ στα της ΕΕ και της Ευρωζώνης» εξήγησε, ενώ έστρεψε τα βέλη του και πάλι στους Γερμανούς, που με τις προνομοιακές της σχέσεις με τους Ρώσους για τα ενεργειακά, με τους Κινέζους και άλλους, εξασφάλισαν την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους.
Στον αντίποδα, ο Κυρ. Μητσοτάκης μόλις και μετά βίας έχει αναφερθεί στην ανάγκη εξαίρεσης από τον ευρωπαϊκό δημοσιονομικό ζουρλομανδύα τις δαπάνες για τα εξοπλιστικά, αλλά παράλληλα, εφαρμόζει μία «μητσοτατική» λιτότητα στα πρότυπα των μνημονίων στο όνομα της «ανάπτυξης», της επενδυτικής βαθμίδας και του… καλοπιάσματος των αγορών.
Υπογράμμιση της «μίας και μοναδικής διαφοράς»
Βαρυσήμαντη ήταν και η αναφορά του στα ελληνοτουρκικά και απέναντι στη στάση του «κατευνασμού» έναντι της Τουρκίας, επαναλαμβάνοντας την εθνική θέση και στέλνοντας εμμέσως μήνυμα στον Κυρ. Μητσοτάκη, τονίζοντας πως «πλάνες και αυταπάτες στα εθνικά θέματα δεν συγχωρούνται».
«Μια και μοναδική είναι η διαφορά της Ελλάδας με την Τουρκία, η οριοθέτηση της ΑΟΖ και συνακόλουθα της υφαλοκρηπίδας, που επιλύεται σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, και ειδικότερα το ισχύον Δίκαιο της Θάλασσας» ανέφερε, αδειάζοντας ουσιαστικά την προσέγγιση της «μεγάλης θετικής ατζέντας» που εντάσσει τη «μία και μόνη διαφορά» ανάμεσα σε άλλες, άνευ ουσιαστικής σημασίας και άλλης τάξεως διαφορές. Μάλιστα, ο Κ. Καραμανλής τοποθετήθηκε και για την συζήτηση περί αφοπλισμού ελληνικών νησιών, δίνοντας ένα ακόμα ράπισμα σε μία τέτοια προσέγγιση.
«Ζητήματα εθνικής κυριαρχίας και ακεραιότητας, μονομερή δικαιώματα κυριαρχίας ερειδόμενα στο Διεθνές Δίκαιο και το αυτονόητο δικαίωμα αμυντικής θωράκισης των νησιών έναντι εμφανούς απειλής δεν είναι αντικείμενα διαπραγμάτευσης, συμβιβασμού ή υποχώρησης. Υποχωρήσεις σε ηγεμονικές βλέψεις και παροτρύνσεις τρίτων ή ασαφή μηνύματα που ενδέχεται να εκληφθούν ως διάθεση ενδοτικότητας, απλώς θαμπώνουν την πραγματικότητα και οδηγούν σε μεγαλύτερη ένταση ή και ανοιχτή κρίση. Ο κατευνασμός υπήρξε κατά κανόνα ο προθάλαμος των συγκρούσεων» ανέφερε συγεκριμένα, απορρίπτοντας τις πιέσεις του ξένου παράγοντα για την ικανοποίηση των τουρκικών αιτημάτων για τον αφοπλισμό των νησιών.
«Ζωντανές» οι γερμανικές αποζημιώσεις
Τέλος, βαρυσήμαντη ήταν και η απόφασή του να επαναφέρει το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου.
«Ένα από τα μεγάλα θέματα που εγείρονται στο βιβλίο, κρισιμότατο από ελληνική ειδικά σκοπιά, είναι το ζήτημα του κατοχικού δανείου και των οφειλόμενων αποζημιώσεων από την ναζιστική κατοχή και θηριωδία. Η Ελλάδα και στα δύο σκέλη έχει αξιώσεις όχι μόνο με ηθικό έρεισμα, αλλά πρωτίστως με ξεκάθαρη νομική τεκμηρίωση. Η αποπληρωμή του κατοχικού δανείου, που συνήφθη αναγκαστικώς, δεν παραγράφηκε ποτέ και η Ελλάδα δεν παραιτήθηκε ποτέ από αυτήν. Αλλά και οι αποζημιώσεις για τα ανθρώπινα θύματα και τις υλικές καταστροφές από τα στρατεύματα κατοχής ούτε παρεγράφησαν ούτε χαρίσθηκαν» είπε καθαρά για τις γερμανικές οφειλές, υπογραμμίζοντας πως αυτές παραμένουν ενεργές και πως η Γερμανία δεν έχει απαλλαγεί αυτές της τις υποχρεώσεις.
«Κανένα νομικό κείμενο δεν την απάλλαξε από αυτές τις υποχρεώσεις της, τις οποίες άλλωστε είχε αναγνωρίσει ήδη από το 1965 επισήμως ο τότε Καγκελάριος Ludwig Erhart. Και πολύ πρόσφατα το 2019 με γνωμοδότησή της η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Εμπειρογνωμόνων του Γερμανικού Κοινοβουλίου αναγνώρισε ότι δεν τίθεται θέμα παραίτησης ή παραγραφής των ελληνικών αξιώσεων και προέτρεψε την Γερμανία να αποδεχθεί την προσφυγή Ελλάδας και Γερμανίας στο αρμόδιο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης» συμπλήρωσε ο πρώην πρωθυπουργός, βάζοντας ξανά στη συζήτηση ένα θέμα που η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει… πετάξει στον κάλαθο των σκουπιδιών.
Προφανώς, ο πρώην πρωθυπουργός εμφανίζεται «λυμένος» από την αποχή του από τα κοινοβουλευτικά καθήκοντα και τα νέα του ενδιαφέροντα, με τη στάση του να μην κρίνεται -σε πρώτη φάση- απειλητική για την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Όμως τα όσα ανέφερε στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιώργου Χαρβαλιά «Γιαβόλ: Αίμα, Λήθη και Υποτέλεια» δεν παύουν να αποτελούν μια πλατφόρμα για την εξωτερική πολιτική που πιέζει όλο και περισσότερο την κατάσταση εντός της Νέας Δημοκρατίας.