Ραγκούσης: ΚΙΝΑΛ & ΣΥΡΙΖΑ, μας αρέσει – δεν μας αρέσει υπάρχουν νέα δεδομένα

Ραγκούσης: ΚΙΝΑΛ & ΣΥΡΙΖΑ, μας αρέσει – δεν μας αρέσει υπάρχουν νέα δεδομένα

O Γιάννης Ραγκούσης – με τίτλο «μήπως είναι νέα σοβαρά δεδομένα κι όχι αντιφάσεις» απαντά σε άρθρο του δημοσιογράφου Μιχάλη Μιχαήλ που δημοσιεύθηκε στο Protagon: 

Όσοι δήθεν σκίζουν τα ρούχα τους λέγοντας πως δεν μπορούμε ούτε καν διάλογο να έχουμε εξαιτίας των επικρίσεων που έχουμε ανταλλάξει, τότε ας ψάξουν να βρουν τι έλεγαν αυτοί οι ίδιοι για τη ΝΔ, και αντίστροφα, πριν σχηματίσουν την κυβέρνηση Σαμαρά. Μια απάντηση σε ένα άρθρο του Protagon.

Συνηθισμένα πράγματα, θα πει κανείς, στην πολιτική. Ναι, ιδίως -θα συμπληρώσω εγώ- όταν ανοίγει μια νέα ατζέντα που αντικειμενικά αποσταθεροποιεί στερεότυπα και θέτει σε κίνηση νέες ταλαιπωρίες για την κλειδωμένη σκέψη ορισμένων. Ωστόσο, και πάλι η ατμόσφαιρα της δημόσιας συζήτησης δεν απέφυγε τη δυσοσμία που προκάλεσαν οι συκοφαντίες, οι προσβολές ακόμη και η παραποίηση γραπτά διατυπωμένων απόψεων. Δεν ανήκουν σε κάποια από τις κατηγορίες αυτές όσα έγραψε ο Μιχάλης Μιχαήλ εδώ στο Protagon (σ.σ. δημοσιεύεται στο τέλος του άρθρου) με τίτλο «Οι αντιφάσεις του Γιάννη Ραγκούση».

Γι’ αυτό και αποφάσισα να δώσω εδώ τη δική μου απάντηση. Απάντηση χωρίς την οποία με βεβαιότητα κάποιοι, σε δεύτερο στάδιο, ήταν έτοιμοι να πουν «η σιωπή του, απέδειξε την ενοχή του».

Νομίζω πως δεν αυθαιρετώ αν χωρίσω βασικά τις αιτιάσεις-ερωτήματα που εγείρονται στις εξής τέσσερις κατηγορίες:

α) Γιατί τώρα ξαφνικά τέτοιες απόψεις;

Τα περισσότερα σημεία της κυριακάτικης ομιλίας μου, περιέχονται σχεδόν αυτούσια στις απόψεις που γραπτώς κατέθεσα στο συνέδριο του ΚΙΝΑΛ.

Πρόκειται για απόψεις που δεν δίστασα να διατυπώσω συστηματικά κατά τις εσωκομματικές εκλογές του Νοεμβρίου και προφανώς τις πλήρωσα αφού την ώρα που δημιουργούνταν προσδοκίες εξουσίας με τη ΝΔ, εγώ με αυτές τις απόψεις ουσιαστικά υποσχόμουν «προοδευτικά δάκρυα και αντιδεξιό ιδρώτα»

Η ΝΔ είναι το κόμμα που χρεοκόπησε την Ελλάδα. Την πενταετία 2004-2009 διέλυσε τα δημόσια οικονομικά. Τι ακριβώς όμως είπα; Κατά λέξη το ακόλουθο:

«Εχω ακλόνητη προσωπική πίστη ότι το Κίνημα Αλλαγής, αν θέλει να επανασυνδεθεί με τις κοινωνικές δυνάμεις της συντελεσμένης προοδευτικής παράταξης, αν πραγματικά επιθυμεί να βγει από τη μιζέρια της μικρής συμπληρωματικής δύναμης, πρέπει άμεσα να λάβει τέσσερις κορυφαίες αποφάσεις:

»Πρώτον, ότι ανήκει στη συντελεσμένη προοδευτική παράταξη.

»Δεύτερον, ότι είναι αυτόνομο μεν, εντός της προοδευτικής παράταξης δε.

»Τρίτον, ότι στρατηγικός του αντίπαλος είναι η ΝΔ.

»Τέταρτον, ότι αποκλείει στη μεταμνημονιακή περίοδο κάθε ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης με τη ΝΔ».

β) Γιατί σιωπώ για διάφορα θέματα, όπως λόγου χάρη για τον Κλεισθένη;

Δεν σιωπώ. Εχω ήδη δηλώσει ότι:

«Όπως κάνω πάντα, με βάση αρχές και με αποκλειστικό σκοπό το συμφέρον των πολιτών, θα πω καθαρά τη γνώμη μου. (…) Ο Κλεισθένης θα είναι ένα πολύ χρήσιμο πεδίο άσκησης σύγχρονης πολιτικής, τόσο για μια αντιπολίτευση χωρίς κραυγές και υστερίες, αλλά με επιχειρήματα, όσο και για μια κυβέρνηση που θέλει να αποδείξει ότι πιστεύει στην προοδευτική συνεννόηση και συνδιαμόρφωση μεγάλων αποφάσεων».

γ) «Πώς εξηγείται αυτός ο παθιασμένος έρωτας με την Κουμουνδούρου;» ήταν το εύλογο ερώτημα του Μιχάλη Μιχαήλ. Η χυδαία και συνάμα γελοία εκδοχή αυτού του εύλογου ερωτήματος ήταν σε πολλές άλλες περιπτώσεις του τύπου: «Η μεταγραφή στον ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνει και την υποχρέωση να στήνει εκδηλώσεις; Πηγαίνει για δήμαρχος Αθήνας; Για βουλευτής, για ευρωβουλευτής;».

Απαντώ στη χυδαία εκδοχή:

1. Πρόκειται για κλασική γκεμπελική μέθοδο. Δεν κρύβω βέβαια, και λίγο βαρετή πια για εμένα. Προσπαθούν να αποδώσουν ιδιοτελή κίνητρα σε πολιτικές ή ακαδημαϊκές απόψεις νομίζοντας ότι έτσι θα ξεμπερδέψουν με αυτές. Ομως, δεν είμαστε όλοι στην πολιτική εξαγορασμένοι. Εμένα, δεν υπάρχει άνθρωπος που μπορεί να σηκώσει το τηλέφωνο και να μου υπαγορεύσει τι θα πω. Ούτε επιχειρηματίας ούτε εκδότης. Σωστές ή λάθος, αποκλειστικά δικές μου απόψεις είναι. Προσωπικά έχω μείνει εκτός Βουλής από το 2012 και μπορώ, αν χρειαστεί, να παραμείνω μέχρι το τέλος της ζωής μου. Απόδειξη γι’ αυτό είναι πως δεν έσπευσα να γίνω υπουργός της κυβέρνησης Σαμαρά. Αλλά ούτε και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν, από το 2012 και μετά, η ανερχόμενη πολιτική δύναμη στη χώρα.

Απαντώ στο εύλογο ερώτημα του κ. Μιχαήλ:

1. Ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν μου ζήτησε να προσχωρήσω στις τάξεις του ή οτιδήποτε άλλο. Προσωπικά ποτέ δεν διανοήθηκα να ζητήσω το παραμικρό από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο,τι λέω, το λέω ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κινήματος Αλλαγής γιατί το πιστεύω. Με την ευκαιρία, σε όσους μάταια προσπαθούν να τραυματίσουν τον πολιτικό μου χαρακτήρα, απαντώ πως εγώ μέλος μόνο δύο κομμάτων έχω γίνει στη ζωή μου. Πρώτη φορά και για 29 χρόνια του ΠΑΣΟΚ, δεύτερη φορά τώρα του Κινημάτος Αλλαγής. Παράταξη δε, δεν άλλαξα ποτέ. Δεν έγινα ποτέ υπουργός με Πρωθυπουργό τον κ. Σαμαρά, πρόεδρο της ΝΔ και δεδηλωμένη βασικά από τη ΝΔ. Οχι από σύμπτωση. Στις εκλογές του 2012 είχα προεκλογικά και επαναλαμβανόμενα ενημερώσει τους ψηφοφόρους της Β’ Αθήνας ότι δεν επρόκειτο να δεχτώ να γίνω υπουργός του κ. Σαμαρά, αναλαμβάνοντας το εκλογικό κόστος που αυτό συνεπαγόταν για εμένα. Ο Πρωθυπουργός κ. Λουκάς Παπαδήμος, στην κυβέρνηση του οποίου μετείχα, ήταν προηγουμένως σύμβουλος του εκλεγμένου Πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, και η δεδηλωμένη στην κυβέρνησή του προερχόταν κατά απόλυτη πλειοψηφία από τους 153 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ.

Μήπως όμως τότε πρέπει να ζητήσουμε και εμείς συγγνώμη για όλα εκείνα που μας καταλογίζουν, αρχίζοντας από τα πιο εύκολα και τα πιο πρόσφατα; Λόγου χάρη, από την ατιμωτική καταδίκη του πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ κ. Τάσου Μαντέλη;

δ) Τι έλεγα στο παρελθόν για τον ΣΥΡΙΖΑ; Είχα δίκιο τότε ή τώρα; Ιδιας οικογένειας είναι και το ερώτημα: «Διάλογο με αυτούς που σε προπηλάκιζαν τότε, Γιάννη Ραγκούση; Μόνον αφού πρώτα ζητήσουν συγγνώμη».

1. Οι εκατέρωθεν επικρίσεις για τα λάθη του κάθε κόμματος στο παρελθόν προφανώς δεν διαγράφονται. Για όποιον δεν είναι επιρρεπής στον πολιτικό κατινισμό στα social media, ζήτημα τέτοιο δεν υπάρχει. Το ερώτημα που υπάρχει είναι εάν μπορούμε να κοιτάξουμε μπροστά, με δεδομένες τις διαφωνίες για το χθες. Εάν μπορούμε να συζητήσουμε για την επόμενη Ελλάδα, χωρίς τους ΑΝΕΛ και τη ΝΔ.

2. Οσοι δήθεν σκίζουν τα ρούχα τους λέγοντας πως δεν μπορούμε ούτε καν διάλογο να έχουμε εξαιτίας των επικρίσεων που έχουμε ανταλλάξει, τότε ας ψάξουν να βρουν τι έλεγαν αυτοί οι ίδιοι για τη ΝΔ, και αντίστροφα, πριν σχηματίσουν την κυβέρνηση Σαμαρά. Οι εκατέρωθεν επικρίσεις με τη ΝΔ ήταν ίδιες και χειρότερες, όμως η συγκυβέρνηση με τη ΝΔ μια χαρά σχηματίστηκε.

3. Προσωπικά είμαι υπέρ της συγγνώμης και της αυτοκριτικής. Πρόσφατα μάλιστα σε μια συνέντευξη ζήτησα συγγνώμη για το άρθρο 86 του Συντάγματος περί ποινικής ευθύνης υπουργών, μολονότι δεν είχα καμία απολύτως συμμετοχή στην υπερψήφισή του.

4. Εντάξει λοιπόν, να ζητήσουν εκείνοι συγγνώμη για όλα τα λάθη του παρελθόντος. Επιπλέον, ας προσπεράσουμε σαν να μην έχει καμία αξία και το γεγονός ότι με δεδομένο και πασίγνωστο το πρώτο εξάμηνο εκείνου του έτους, ζήτησαν και ανανέωσαν τη λαϊκή εντολή τον Σεπτέμβριο του 2015. Μήπως όμως τότε πρέπει να ζητήσουμε και εμείς συγγνώμη για όλα εκείνα που μας καταλογίζουν, αρχίζοντας από τα πιο εύκολα και τα πιο πρόσφατα; Λόγου χάρη από την ατιμωτική καταδίκη του πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ κ. Τάσου Μαντέλη; Αλήθεια, όσοι καταψήφισαν μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ το πρώτο μνημόνιο και σήμερα καλώς συμπορευόμαστε, πόσες φορές ζήτησαν συγγνώμη; Οσοι υπονόμευσαν εκ των έσω την τότε κυβέρνησή μας και σήμερα πάλι συμπορευόμαστε, πόσες φορές έχουν ζητήσει συγνώμη;

5. Μας αρέσει-δεν μας αρέσει, υπάρχουν νέα δεδομένα σε στρατηγικής σημασίας ανοιχτά θέματα για το μέλλον της πατρίδας και της ελληνικής κοινωνίας. Σκοπιανό, συνταγματική αναθεώρηση, ολοκλήρωση αξιολογήσεων χωρίς καθυστερήσεις, τέλος μνημονίων, νέα ελάφρυνση χρέους και πάνω από όλα οι υγιείς και πλεονασματικοί κανόνες της μεταμνημονιακής εποχής. Οσοι θέλουν να τα αρνούνται και να επιμένουν σε μια άλλων εποχών αντιπολίτευση δεν μπορούν να έχουν την απαίτηση να πάμε όλοι μαζί στον γκρεμό της αναξιοπιστίας.

Αντίφαση για εμένα θα ήταν να αρνηθώ ότι υπάρχουν αυτά τα νέα δεδομένα.

Αντίφαση, για εμένα που πήρα στην πλάτη μου ευθύνες που δεν μου ανήκαν και υλοποίησα τις εθνικά υποχρεωτικές πολιτικές του 1ου και το 2ου μνημονίου –όχι από τις στήλες εφημερίδων ή από το fb– θα ήταν υποκριτικά να πετροβολώ την υλοποίηση των εθνικά υποχρεωτικών πολιτικών του 3ου μνημονίου.

Αντίφαση για εμένα θα ήταν να διατύπωνα τις συγκεκριμένες απόψεις στην ομιλία μου χωρίς να υπάρχουν αυτά τα –τόσο σοβαρά για τον τόπο– νέα δεδομένα.

Τελειώνοντας. Αυτονόητες θα θεωρούνταν οι απόψεις υπέρ του διαλόγου μεταξύ των κομμάτων της συντελεσμένης προοδευτικής παράταξης καθώς και η συνεργασία στις αυτοδιοικητικές εκλογές, αν δεν επικρατούσε γενικευμένη αμνημοσύνη. Τι εννοώ;

Η χώρα βάδιζε προς τις δημοτικές εκλογές του 1990 σε συνθήκες ακραίας κομματικής πόλωσης και φανατισμού. Πολιτικές συνθήκες πολύ χειρότερες από τις σημερινές. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε ήδη παραπεμφθει στο Ειδικό Δικαστήριο με τις ψήφους και του τότε ενιαίου Συνασπισμού. Ωστόσο η Μελίνα Μερκούρη στην Αθήνα, ο Μίμης Φατούρος στη Θεσσαλονίκη και ο Στέλιος Λογοθέτης στον Πειραιά αναγορεύτηκαν ως κοινοί υποψήφιοι δήμαρχοι του ΠΑΣΟΚ και του Συνασπισμού. Η απόφαση από πλευράς ΠΑΣΟΚ ήταν του ίδιου του Ανδρέα Παπανδρέου. Ενός μεγάλου ηγέτη, ο οποίος ποτέ δεν πρόδωσε τη συντελεσμένη προοδευτική παράταξη γιατί αντιλαμβανόταν το ιστορικό, ιδεολογικό και πολιτικής ηθικής φορτίο της.

* Ο Γιάννης Ραγκούσης διατέλεσε κατά σειράν υπουργός Εσωτερικών (2009 – 2011), Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (2011), καθώς και αν. υπουργός Αμυνας (2011-2012)

Ακολουθεί το άρθρο (8/5/2018) του Μιχάλη Μιχαήλ:

Ο ίδιος που πριν από 14 μήνες έλεγε «ή ΣΥΡΙΖΑ ή εμείς, ή ΣΥΡΙΖΑ ή πρόοδος» τώρα προωθεί με κάθε τρόπο τη συνεργασία του ΚΙΝΑΛ με τον ΣΥΡΙΖΑ. Πώς εξηγείται αυτός ο παθιασμένος έρωτας με την Κουμουνδούρου;

Μεγάλη περπατησιά έχει ανοίξει ο Γιάννης Ραγκούσης, υποστηρίζοντας ευθέως ότι το Κίνημα Αλλαγής πρέπει να συνεργαστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ και αποκλείοντας σε κάθε περίπτωση τη συνεργασία με τη ΝΔ από την προεκλογική περίοδο. Παρά την πρόσφατη απόφαση του συνεδρίου ότι η πορεία του ΚΙΝΑΛ θα είναι αυτόνομη τόσο απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ όσο και στη ΝΔ και ότι μετεκλογικά το κίνημα θα απευθυνθεί προς όλους για να υπάρξει εθνική συνεννόηση για την πορεία της χώρας μετά το Μνημόνιο, ο πρώην υπουργός πνέει μένεα εναντίον όσων αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο να στηρίξουν κυβέρνηση συνεργασίας, υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Ο κ. Ραγκούσης δείχνει σαφώς ότι δεν αποδέχεται ούτε βεβαίως δεσμεύεται από όσα έχουν αποφασισθεί. Επίσης δείχνει ότι δεν συμμερίζεται την τακτική της εκλεγμένης αρχηγού Φώφης Γεννηματά. Ο «μεγάλος εχθρός» του είναι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Γιατί; Ενδεχομένως ο κ. Ραγκούσης να χρεώνει στον κ. Μητσοτάκη ότι ως υπουργός Δημόσιας Διοίκησης στη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ του 2012-2014 άλλαξε τις ρυθμίσεις για την επιλογή γενικών διευθυντών που ο ίδιος είχε θεσπίσει ως υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης στη κυβέρνηση Παπανδρέου. Καταλογίζει με λίγα λόγια στον πρόεδρο της ΝΔ ότι εμφανίζεται μεν ως μεταρρυθμιστής αλλά ευνοεί τη πελατειακή νοοτροπία της Δεξιάς.

Τα σκάγια του κ. Ραγκούση παίρνουν και τον Βαγγέλη Βενιζέλο. Μάλλον γιατί δεν πάτησε πόδι ως αντιπρόεδρος στη, προ ΣΥΡΙΖΑ, κυβέρνηση, για να υπερασπιστεί τις μεταρρυθμίσεις του 2010-2012. Αν λάβουμε υπ όψιν και τα κατάλοιπα της εσωκομματικής διαμάχης του 2007 προκύπτει μια λογική εξήγηση.

Ως εδώ καλά. Θα μπορούσε κάποιος να δείξει κατανόηση.

Αλλά ο παθιασμένος έρωτας του κ. Ραγκούση με τον ΣΥΡΙΖΑ πώς εξηγείται; Η ξαφνική μεταστροφή είναι κραυγαλέα. Ιδού η αντίφαση:

Ελεγε ο Γιάννης Ραγκούσης στις 15 Ιανουαρίου 2017, στην πρώτη εκδήλωση της Ωρας Αποφάσεων στη Θεσσαλονίκη: «…κάνουν μεγάλο ιστορικό λάθος όσες και όσοι νομίζουν ότι το πολιτικό δίλημμα στον προοδευτικό χώρο είναι ή εμείς ή η Δημοκρατική Συμπαράταξη.

» Το πολιτικό δίλημμα είναι ή ο ΣΥΡΙΖΑ ή μία νέα, μεγάλη κι ενωμένη προοδευτική παράταξη.

Αυτό είναι το πολιτικό δίλημμα: ή ΣΥΡΙΖΑ ή εμείς. Ή ΣΥΡΙΖΑ ή πρόοδος».

Δεκατέσσερις μήνες μετά, την περασμένη Κυριακή το απόγευμα, στην εκδήλωση που διοργάνωσε, ο ίδιος κ. Ραγκούης ανέφερε: «Αν ο Πρωθυπουργός και ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ δεν τα παρατήσουν τελευταία στιγμή. Αν αντέξουν και δεν δραπετεύσουν από τις εθνικές και ιστορικές τους ευθύνες και αυτοί, και αν παράλληλα αναλάβουν επίσημες πρωτοβουλίες για διάλογο και σύγκλιση με άλλες προοδευτικές δυνάμεις μέσα στις οποίες αυτονόητο είναι πως δεν συγκαταλέγονται οι ΑΝΕΛ ή η ΝΔ, τότε ναι, η προσωπική μου άποψη είναι πως πρέπει να ανταποκριθούμε θετικά. Πρέπει να πούμε ναι στο διάλογο. Πρέπει να πούμε ναι και στη συνδιαμόρφωση κοινών πρωτοβουλιών ως ένα πρώτο βήμα».

Έχει ενδιαφέρον ότι ο κ. Ραγκούσης που αρέσκεται να καταγγέλλει το πελατειακό κράτος, βλέπει τον ΣΥΡΙΖΑ να διορίζει αβέρτα στο Δημόσιο συγγενείς, φίλους και κομματικά στελέχη. Κι ακόμη περισσότερο βλέπει την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τον «Κλεισθένη», το νομοσχέδιο για την Τοπική Αυτοδιοίκηση που έχει ξεσηκώσει ακόμη και φίλα προσκείμενους στον ΣΥΡΙΖΑ δημάρχους, να ξηλώνει πλήρως τον «Καλλικράτη», την όντως σημαντική μεταρρύθμιση που εισηγήθηκε ο ίδιος το 2011.

Το ερώτημα λοιπόν είναι: Πότε είχε δίκιο, τότε ή τώρα που δεν αντιδρά;

Τα συμπεράσματα δικά σας!

Documento Newsletter