Το Τοπικό Παράρτημα Κρήτης του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων εξαπολύει «πυρά» κατά της υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνη, για τη επιδιωκόμενη μετατροπή του θεσμικού πλαισίου των μουσείων σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου.
Οι αρχαιολόγοι του κρητικού παραρτήματος του ΣΕΑ κάνουν λόγο για «ημέρα ντροπής», σχολιάζοντας την εισήγηση της Λίνας Μενδώνη, υπογραμμίζοντας ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιδιώκει να μετατρέψει χώρους που αποτελούν «στολίδια της χώρας» σε ένα τύπο διοίκησης που εξασφαλίζει την εμπλοκή του «κατ’ επανάληψιν διεφθαρμένου» (όπως αναφέρουν) ιδιωτικού τομέα, μέσω διορισμών στο Διοικητικό Συμβούλιο.
Το Παράρτημα Κρήτης ζητά από τους βουλευτές της Κρήτης να απέχουν από οποιαδήποτε ψηφοφορία αφορά τη μετατροπή των Δημόσιων Μουσείων σε ΝΠΔΔ, αλλά και την αρωγή του λαού.
Η ανακοίνωση
Η εισαγωγή στις 22 Δεκέμβρη 2020 στο Υπουργικό Συμβούλιο νομοσχεδίου μετατροπής των μεγάλων Δημόσιων Μουσείων της χώρας, σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, είναι η μέρα ντροπής για την κυβέρνηση Μητσοτάκη και την επικεφαλής του Υπουργείου Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη. Είναι η μέρα που το πολιτικό σύστημα της κερδοφορίας που οι κυβερνήσεις αυτές υπηρετούν αποδεικνύει περίτρανα την απέχθειά του για οτιδήποτε αποτελεί δικαίωμα του λαού στην μόρφωση και την εκπαίδευση μέσω του Πολιτισμού.
Απεχθάνονται την ανεξαρτησία των ελληνικών Μουσείων ως Ειδικές Περιφερειακές Υπηρεσίες του Υπουργείου μακριά από τους εξωυπηρεσιακούς παράγοντες, εκλεκτούς, φίλους και αρεστούς του/της εκάστοτε υπουργού. Για αυτόν τον λόγο επιδιώκουν, τα Μουσεία και όλα όσα αυτά εμπεριέχουν (συλλογές, υλικοτεχνική υποδομή, εργαζόμενοι) να αποτελούν προίκα στα συμφέροντα της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας, με όλα όσα συνεπάγεται αυτό.
Επιδιώκουν να μετατρέψουν τα στολίδια της χώρας μας, που φιλοξενούν εκατομμύρια μοναδικά εκθέματα δημιουργίες του λαού μας και που χιλιάδες υπάλληλοι που έχουν υπηρετήσει σε αυτά πάσχισαν για την προστασία τους, σε ένα τύπο διοίκησης που διασφαλίζει την εμπλοκή του κατ΄επανάληψη διεφθαρμένου όπως έχει αποδειχτεί ιδιωτικού τομέα μέσω διορισμένου Διοικητικού Συμβουλίου.
Για να επιτύχουν τον σκοπό τους για την κερδοφορία του ιδιωτικού κεφαλαίου σκόπιμα δυσφημούν το πραγματικά δημόσιο έργο που επιτελούν τα Μουσεία της Χώρας μας, φθάνοντας να αποκρύπτουν τις συχνές διακρίσεις τους όπως ότι για το 2020 το βραβείο των επισκεπτών του Tripadvisor απονεμήθηκε σε 31 μουσεία του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού – και μέσα σε αυτά στην 5η θέση βρίσκεται το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου.
Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου θα εξυπηρετούν, εν δυνάμει, μικροπολιτικά ή και ιδιωτικά συμφέροντα και όχι κατ’ ανάγκην το δημόσιο συμφέρον, το συμφέρον όλων μας. Η νομική μορφή του Ν.Π.Δ.Δ. παρέχει τη δυνατότητα συμπράξεων με τον ιδιωτικό τομέα ή ανάθεσης τομέων (όπως η φύλαξη) σε εταιρείες, ή ακόμα και προνομιακές σχέσεις με Ιδρύματα Πολιτισμού που αδημονούν να εισβάλουν και στον χώρο της διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η προτεινόμενη αποκοπή των Μουσείων από την Αρχαιολογική Υπηρεσία θα προκαλέσει με βεβαιότητα προβλήματα στη λειτουργία και χρηματοδότηση Αρχαιολογικών Χώρων και Μουσείων με χαμηλότερη επισκεψιμότητα, καθώς η μέχρι σήμερα πολιτική του Ταμείου στηρίζεται στην κατανομή των κερδών ανά την επικράτεια, με βάση την αρχή της αλληλεγγύης. Η λεγόμενη αυτοτέλεια των Μουσείων θα οδηγήσει περιφερειακά Μουσεία στην ασφυξία και στο λειτουργικό αδιέξοδο. Καινούργια μικρά περιφερειακά Μουσεία, αληθινά κοσμήματα, που δημιουργήθηκαν και με πόρους από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι σχεδόν σίγουρο ότι, εάν κλείσει η στρόφιγγα χρηματοδότησης από τα έσοδα μεγαλύτερων, κεντρικότερων Μουσείων, δεν θα έχουν τα μέσα να παραμείνουν ανοιχτά. Η μετατροπή των μεγάλων Δημόσιων Μουσείων και η μείωση των εσόδων για λογαριασμό του πρώην ΤΑΠΑ (νυν ΟΔΑΠ) που αυτή θα επιφέρει,θα οδηγήσει στον οικονομικό στραγγαλισμό και των περιφερειακών μουσείων και των αρχαιολογικών χώρων τα οποία σύντομα θα παραδοθούν σε ιδιωτικά συμφέροντα. Και όπως καλά διατυπώθηκε από το Τοπικό Παράρτημα Δωδεκανήσου του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων : ‘Όσον αφορά τις ακριτικές Εφορείες, κάποιος θα έπρεπε να σκεφτεί και τον εθνικό ρόλο των μονάδων αυτών.
Όσον αφορά τα έσοδα που ανήκουν και έπρεπε να αποδίδονται στις ανάγκες του λαού, σκόπιμα δεν έχουν παρουσιάσει ένα σαφώς διατυπωμένο το κυβερνητικό σχέδιο για αυτά, όμως, η εμπειρία από την λειτουργία άλλων ΝΠΔΔ του δημοσίου λέει πως η οικονομική διαχείριση θα γίνεται αποκλειστικά από το διορισμένο από τον εκάστοτε υπουργό Διοικητικό Συμβούλιο. Ήδη από δηλώσεις της Υπουργού (πρόταση για εκπόνηση και εφαρμογή πολιτικών για την ολοκληρωμένη βιώσιμη ανάπτυξη περιοχών με μείζονα μνημεία: Κνωσός, Μεσσήνη, Ρόδος, Δωδώνη, Δήλος, Φίλιπποι, Αμφίπολη, Βεργίνα, Ακαδημία Πλάτωνος), διαφαίνεται ότι η κυβέρνηση απεργάζεται και τη διοικητική-οικονομική αυτοτέλεια των μεγάλων (και άρα με πολλά έσοδα) αρχαιολογικών χώρων.
Όσον αφορά τα εκθέματα π.χ. των μουσείων θα κατατάσσονται όχι με βάση τη σημασία τους αλλά τι είναι πιο εντυπωσιακό, τι κόβει περισσότερα εισιτήρια ή ακόμα μπορεί να περνούν και σε δεύτερη μοίρα, προς όφελος της θέας του εστιατορίου, της καφετέριας τους, του πωλητηρίου τους… Κάτω από αυτές τις συνθήκες θα παρακάμπτονται και οι όποιοι ηθικοί ενδοιασμοί υπήρχαν μέχρι σήμερα απέναντι στη βεβήλωση των αρχαιολογικών χώρων από τις κάθε είδους εμπορικές δραστηριότητες, όπως η διοργάνωση επίδειξης μόδας στο Ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο που έγινε πρόσφατα, ή η διαφήμιση της «Coca – Cola» στην Ακρόπολη που επιχειρήθηκε παλιότερα.
Με λίγα λόγια, όπως πολύ καλά έχει γραφτεί και σε άλλες ανακοινώσεις, το μόνο που δεν απασχολεί την κυβέρνηση είναι η ουσιαστική επαφή του λαού και ειδικά της νεολαίας με τα μνημεία της πολιτιστικής κληρονομιάς, η κατανόηση του ιστορικού παρελθόντος και των επιτευγμάτων της ανθρωπότητας, ως μία βαθμίδα στην εξέλιξη του πολιτισμού που είναι πανανθρώπινο δημιούργημα και συλλογική περιουσία. Αυτό που απασχολεί είναι η εισπραξιμότητα και η κερδοφορία που συνεπάγεται η μαζικοποίηση των δραστηριοτήτων των μουσείων και των επιχειρήσεων που κινούνται γύρω από αυτά.
Η πολιτική προϊστάμενη του Υπουργείου Πολιτισμού εξυπηρετεί άριστα μια ομάδα φιλεύθερων πολιτικών που βυθίζουν κάθε μέρα που περνάει την χώρα σε μια άκρατη ιδιωτικοποίηση και στέρηση πόρων από όλους τους τομείς της κοινωνίας που τα έχουν πραγματική ανάγκη.
Ζητούμε μετ΄ επιτάσεως από όλους του βουλευτές και κυρίως τους βουλευτές της Κρήτης την αποχή από οποιαδήποτε ψηφοφορία για την μετατροπή των Δημόσιων Μουσείων: Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών, Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού και μέσα σε αυτά του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου, σε νομικά πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου.
Ζητούμε την στήριξη του λαού για την κατάργηση κάθε διάταξης βλαπτικής για το μέλλον του αρχαιολογικού πλούτου της χώρας, όπως η πρόσφατα ψηφισθείσα τροπολογία που άνοιξε το δρόμο για την εξαγωγή αρχαιοτήτων με το μανδύα του μακροχρόνιου δανεισμού για 50 χρόνια.
Εμάς του αρχαιολόγους και όλους τους υπαλλήλους του Πολιτισμού θα μας βρουν απέναντι τους για όλα τα ανόσια που σχεδιάζουν για τον Πολιτισμό της Χώρα μας.
Αυτά τα Χριστούγεννα θα είναι διαφορετικά· μαζί με την οικονομική κρίση στην οποία βυθίζουν για ακόμα μια φορά το λαό, τα ονόματά των υπεύθυνων θα γραφτούν με μελανά χρώματα στην Ιστορία της γενιάς μας, αν δεν αποσύρουν τώρα τη συζήτηση για το ξεπούλημα των Μουσείων της Χώρας μας.