Η εισαγγελική έρευνα που ξεκίνησε μετά τις αποκαλύψεις του Documento για την περιουσιακή κατάσταση του πρωθυπουργού και της συζύγου του σκόνταψε σε παραγραφή και ξέχασε να ερευνήσει το μη παραγραμμένο αδίκημα του πιθανού ξεπλύματος μαύρου χρήματος.
Μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ότι δεν μπορεί να γίνει φορολογικός έλεγχος σε βάθος χρόνου πέραν της πενταετίας, αλλά κυρίως τη σε βάρος του ελληνικού δημοσίου ερμηνεία που έδωσε σε αυτή την απόφαση ο διοικητής της ΑΑΔΕ Γιώργος Πιτσιλής, η υπόθεση της Μαρέβας Γκραμπόφσκι ακολούθησε τον δρόμο της παραγραφής όπως η λίστα Λαγκάρντ, η λίστα Μπόργιανς και άλλες μεγάλες υποθέσεις. Δεν αποδείχθηκε λοιπόν με στοιχεία η «αθωότητα της Μαρέβας» αλλά η παραγραφή και μόνο. Κατά τη διαδικασία, ωστόσο, που ακολουθήθηκε από την έρευνα του ΚΕΦΟΜΕΠ αποδεικνύεται πως ενώ το τυχόν μαύρο χρήμα δεν είχε παραγραφεί, ουδέποτε αναζητήθηκε και ουδέποτε ελέγχθηκε επαρκώς και διεξοδικά. Κυρίως αποδείχθηκε ότι οι ελεγκτές δημιούργησαν σκόπιμες συγχύσεις στην έρευνα. Ετσι εμφανίζουν τη Μ. Γκραμπόφσκι να είναι σε θέση να δικαιολογήσει την αγορά του σπιτιού του Βολταίρου με τα εισοδήματά της, ενώ ο αγοραστής είναι η εταιρεία, η οποία δεν είχε καμία τέτοια δυνατότητα και εμφανίζεται ξαφνικά να δίνει ένα τεράστιο ποσό. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.
Μετά τις αποκαλύψεις του Documento τον Φεβρουάριο του 2017 για το πόθεν έσχες του ζεύγους Μητσοτάκη και την αγορά του σπιτιού του Βολταίρου, εισαγγελία, ΑΑΔΕ και Βουλή δεν κινήθηκαν αυτεπάγγελτα για να βρουν την αλήθεια. Ετσι στις 10 Φεβρουαρίου του 2017 ο υπογράφων θέλησε να κινήσει διαδικασίες έρευνας με μηνυτήρια αναφορά στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου εναντίον του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Μ. Γκραμπόφσκι.
Η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου παρήγγειλε έρευνα στην Εισαγγελία Οικονομικού Εγκλήματος και αυτή με τη σειρά της ζήτησε έρευνα από το Β΄ Τμήμα Ελέγχου του ΚΕΦΟΜΕΠ. Οι ελεγκτές, Ιωάννης Καθαρός και Ιωάννης Βέρρος, πραγματοποίησαν φορολογικό έλεγχο και διαβίβασαν στην επίκουρη εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος Ελένη Μιχαλοπούλου το πόρισμά τους, όπου συμπεραίνουν πως όσα αφορούν τις χρονιές από το 2011 έως το 2006 έχουν παραγραφεί.
«Λαθροχειρίες» και δημιουργία σύγχυσης
Ενώ λοιπόν οι δύο ελεγκτές δεν μπορούν να ελέγξουν τις παραβάσεις λόγω παραγραφής, φροντίζουν να συντάξουν μία παράγραφο πονηρής διατύπωσης που προκαλεί σύγχυση. Γράφουν συγκεκριμένα: «Σημειώνεται ότι με βάση τα υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών προϊόντων και ειδικότερα αυτά που υφίσταντο στις 31/12/2005, τα οποία επίσης η ελεγχόμενη έθεσε υπόψη του ελέγχου, σε συνδυασμό με τα εισοδήματά της προ της αγοράς του ως άνω ακινήτου (σ.σ.: σπιτιού Βολταίρου), ήτοι εισοδήματα χρήσεων 2005 και προγενέστερων, όπως αυτά δηλώθηκαν με τις οικείες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που υπέβαλλε, φαίνεται ότι δύνατο αυτή να καλύψει το μέρος του τιμήματος για την αγορά του υπόψη ακινήτου, το οποίο δεν αποτέλεσε προϊόν χρηματοδότησης μέσω δανείου». Οι ελεγκτές κάνουν τρεις εξόφθαλμες εξυπηρετήσεις προς όφελος της κ. Γκραμπόφσκι, οι οποίες κατά την κρίση μας αποτελούν και παράβαση καθήκοντος, η οποία οδήγησε σε μη συνειδητή προφανώς αρχειοθέτηση μιας προδήλως βάσιμης καταγγελίας και στην επιβολή «στοπ» στον περαιτέρω έλεγχο της συζύγου του πρωθυπουργού ο οποίος, εάν γινόταν, κανείς δεν γνωρίζει πού ακριβώς θα σκόνταφτε.
01 – Εκφέρουν άποψη για υπόθεση που έχει παραγραφεί την οποία, όπως ομολογούν, δεν μπορούν να ελέγξουν.
02 – Φροντίζουν να αφήσουν να εννοηθεί πως η Μ. Γκραμπόφσκι, από μια ματιά που έριξαν, είχε τα εισοδήματα για να καλύψει την αγορά. Ακόμη και να είχε τα εισοδήματα, πώς γνωρίζουν ότι τα ποσά αυτά δόθηκαν από αυτά τα εισοδήματα και όχι από άλλα, μαύρα; Η διαπίστωση αυτή χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στο δικαστήριο από την κ. Γκραμπόφσκι στην προσπάθειά της να καταδικάσει τοDocumento, δηλώνοντας «αθώα», πλην όμως εις μάτην. 03 Το βασικότερο όμως είναι ότι αναφέρουν την κ. Γκραμπόφσκι ως φυσικό πρόσωπο που έχει την οικονομική δυνατότητα αγοράς του σπιτιού, ενώ τα μετρητά εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ τα κατέβαλε η εταιρεία η οποία είχε κεφάλαιο μόλις 10.000 ευρώ. Δημιουργούν σύγχυση μεταξύ φυσικού προσώπου και εταιρείας, πράγμα που δεν θα ήταν τόσο γενναιόδωροι να πράξουν για έναν απλό πολίτη της χώρας.
Ύποπτα ποσά σε προσωπικούς λογαριασμούς
Τα περίεργα της έρευνας, όμως, έχουν και συνέχεια. Η Μ. Γκραμπόφσκι ελέγχεται για τις χρονιές 2011 και 2012, αφού οι φορολογικές παραβάσεις δεν έχουν παραγραφεί γι’ αυτήν τη διετία. Για τη χρονιά 2012 οι ελεγκτές έχουν καταγράψει ποσά 4.000 ευρώ, 4.000 ευρώ, 5.432 και 3.250 στους προσωπικούς λογαριασμούς της Μ. Γκραμπόφσκι. Για τα ποσά αυτά σημειώνουν: «για τις πιστώσεις αυτές, η ελεγχόμενη υποστήριξε ότι αφορούν τη μίσθωση ακινήτου, το οποίο ανήκει στην εταιρεία SCI Personal Ventures η οποία εδρεύει στη Γαλλία όπου φορολογείται». Δηλαδή οι ελεγκτές εντοπίζουν ποσά που λαμβάνει από μισθώματα σε προσωπικούς λογαριασμούς, ενώ έπρεπε να είναι σε εταιρικούς της γαλλικής εταιρείας.
Ιδιαίτερης σημασίας είναι εύρημα σε λογαριασμούς το 2010, όπου αναφέρεται «μεταξύ των κινήσεων υπό έρευνα στη χρήση 2010 είναι και δύο πιστώσεις για ποσά 50.000 ευρώ και 7.635 αντίστοιχα. Για τις πιστώσεις αυτές η ελεγχόμενη υποστήριξε ότι αφορούν είσπραξη επιταγών από τον ΓΕΩΡΓΙΟ ΣΠΑΗ, για τη σύσταση του Επενδυτικού Κεφαλαίου VOYAGER. Προσκόμισε δε προς απόδειξη του ισχυρισμού της, μεταξύ άλλων απόσπασμα της από 14/5/2010 Εμπιστευτικής Αιτιολογικής Επεξηγηματικής Εκθεσης σχετικά με το επενδυτικό κεφάλαιο VOYAGER360D LTD. Στο απόσπασμα αυτό η ελεγχόμενη μετά του κου ΣΠΑΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ αναφέρονται ως Principals της εδρεύουσας στα νησιά CAYMAN εταιρείας με την επωνυμία ETERNIA CAPITAL MANAGEMENT, η οποία με τη σειρά της παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες επενδύσεων και είναι διαχειρίστρια εν προκειμένω του Επενδυτικού Κεφαλαίου VOYAGER360D».
Δηλαδή για μια ακόμη φορά στους προσωπικούς λογαριασμούς της Μ. Γκραμπόφσκι βρίσκονται μεγάλα ποσά που έπρεπε να βρίσκονται σε εταιρικούς λογαριασμούς. Πρόκειται για ποσά που σχετίζονται με την offshore εταιρεία των Paradise Papers. H συγκεκριμένη εταιρεία της συζύγου του πρωθυπουργού συνδέεται με το fund Voyager που σχετίζεται με τον Σταύρο Παπασταύρου, γνωστό από τα Panama Papers και τη λίστα Λαγκάρντ.
Πέφτοντας σε αυτό το εύρημα οι ελεγκτές δεν θεώρησαν πως βρήκαν κάτι που πρέπει να ελεγχθεί για πιθανή διακίνηση μαύρου χρήματος, ώστε να εξαπατήσουν με τον χειρότερο τρόπο την εισαγγελία. Για την ιστορία και μόνο, μετά το συγκεκριμένο πόρισμα και οι δύο ελεγκτές προάχθηκαν σε σημαντικές θέσεις στο υπουργείο Οικονομικών.