Μετά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι ο τότε πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ανέθεσε σε μια ανεξάρτητη επιτροπή υπό τον καθηγητή του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ και διευθυντή του Παγκόσμιου Κέντρου Παρακολούθησης Πυρκαγιών δρ Γιόχαν Γκέοργκ Γκόλνταμερ την ακτινογράφηση του προβλήματος με τις δασικές πυρκαγιές καθώς και την εξέταση του συστήματος πρόληψης και καταστολής, προκειμένου να υπάρξουν συγκεκριμένες προτάσεις για την αναδιάρθρωση του κρίσιμου τομέα.
Η ανεξάρτητη επιτροπή κατέθεσε το πόρισμά της 150 σελίδων τον Ιανουάριο του 2019, ένα πόρισμα που η κυβέρνηση, οι περιφερειάρχες, οι δήμαρχοι αλλά και όλα τα πολιτικά κόμματα και οι εμπλεκόμενοι φορείς θα πρέπει να μελετήσουν και να προχωρήσουν –χωρίς κομματικές αγκυλώσεις και πελατειακούς δεσμούς– στην εφαρμογή των προτάσεών του προτού να είναι πολύ αργά.
Τα μέλη της επιτροπής, όλοι διακεκριμένοι επιστήμονες, διαπίστωσαν σε πρώτη φάση αυτό που όλοι οι πολιτικοί αλλά και οι πολίτες εκείνοι που δρουν μόνο ως ψηφοφόροι αρνούνται μέχρι σήμερα να αποδεχτούν. Δηλαδή, ότι τη στιγμή που η χώρα έχει σοβαρό πρόβλημα εκδήλωσης δασικών πυρκαγιών μεγάλης κλίμακας είναι επιεικώς ελλιπέστατη η πολιτική πρόληψης και διαχείρισης των δασών και επιεικώς τραγική η πολιτική δασοπυρόσβεσης.
Οι διαπιστώσεις
Σύμφωνα με την έκθεση της ανεξάρτητης επιτροπής, «υπάρχει αύξηση του αριθμού των δασικών πυρκαγιών και των καμένων δασικών εκτάσεων στην Ελλάδα από τη δεκαετία του ’80 και μετά, φτάνοντας μάλιστα τα 2.700.000 καμένα στρέμματα κατά τη δραματική χρονιά του 2007 – περίπου πενταπλάσια του μέσου όρου των τελευταίων σαράντα ετών». Επίσης, από τα στατιστικά στοιχεία προκύπτει ότι το 75% των καμένων εκτάσεων οφείλεται σε πυρκαγιές που ξεπερνούν τα 10.000 στρέμματα οι οποίες αντιστοιχούν στο 4% του συνόλου των πυρκαγιών, δείχνοντας ότι υπάρχει σαφώς πρόβλημα μεγάλων δασικών πυρκαγιών.
Τα αίτια της επιδείνωσης
Οι επιστήμονες στο πόρισμά τους διέγνωσαν και τα αίτια της επιδείνωσης του προβλήματος αποδίδοντας σημαντικό ρόλο στους εξής παράγοντες:
-Στην αύξηση χωρίς διακοπή της ποσότητας της καύσιμης ύλης, εξαιτίας της εγκατάλειψης της υπαίθρου και της ελλιπούς διαχείρισης των δασών λόγω περιορισμού των διαθέσιμων κονδυλίων, αλλά και στην άνευ σχεδιασμού οικονομική και περιφερειακή ανάπτυξη πολλών περιοχών.
-Στην έλλειψη ενιαίου και κοινού σχεδιασμού αντιπυρικής προστασίας.
-Στην απουσία εγκεκριμένων και τεκμηριωμένων τοπικών αντιπυρικών σχεδίων.
-Στην άναρχη και απρογραμμάτιστη δόμηση δασικών εκτάσεων και τη δημιουργία ζωνών μείξης δασών και οικισμών γύρω από μεγάλα αστικά και τουριστικά κέντρα.
-Στη μεγάλη δυσαρμονία των κονδυλίων που διατίθενται για την πρόληψη σε σχέση με τα πολλαπλάσια κονδύλια που δαπανώνται για την καταστολή των πυρκαγιών. Ειδικότερα στο θέμα της καταστολής στο πόρισμα επισημαίνεται ότι «τα αυξανόμενα κονδύλια της τελευταίας εικοσαετίας δεν οδήγησαν σε
αντίστοιχη αύξηση της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας του μηχανισμού. Τα επιμέρους προβλήματα αφορούν τόσο τις δυνάμεις και τα μέσα (επίγεια, εναέρια) όσο και τον τρόπο συνεργασίας των φορέων μεταξύ
τους. Τόσο το θεσμικό πλαίσιο όσο και η εφαρμογή στην πράξη της διαχείρισης των πυρκαγιών δασών και υπαίθρου στην Ελλάδα είναι οι κύριοι λόγοι για την αναποτελεσματική διακυβέρνηση για την αντιμετώπιση του προβλήματος».
Οι προτάσεις
Οι επιστήμονες πρότειναν τη σύσταση ενός επιστημονικού, συμβουλευτικού και συντονιστικού οργανισμού για τη συστηματική οργάνωση της διαχείρισης
των πυρκαγιών δασών και υπαίθρου (ΟΔΙΠΥ) σε εθνικό επίπεδο. Μεταξύ άλλων ευθύνη του ΟΔΙΠΥ θα πρέπει να είναι:
– Η δημιουργία του εθνικού σχεδίου διαχείρισης πυρκαγιών δασών και υπαίθρου που θα περιλάβει τον ενιαίο και κοινό σχεδιασμό μέτρων και δράσεων διαχείρισης των πυρκαγιών σε όλα τα επίπεδα διοίκησης με τη
συμμετοχή και συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων.
– Η αναθεώρηση της διάρκειας και της έναρξης – λήξης της αντιπυρικής περιόδου σύμφωνα και με τις προβλέψεις για την κλιματική αλλαγή.
– Η εξισορρόπηση της σχέσης και ο εξορθολογισμός των δαπανών μεταξύ πρόληψης και καταστολής των δασικών πυρκαγιών.
Ειδικότερα για την αναδιάρθρωση της δασικής υπηρεσίας η ανεξάρτητη επιτροπή προτείνει:
– Καθετοποίηση της δομής της με την επανένταξη των περιφερειακών υπηρεσιών από τις αποκεντρωμένες διοικήσεις σε έναν ενιαίο φορέα όπως η Γενική Γραμματεία Δασών.
– Αποσαφήνιση των αρμοδιοτήτων της πρόληψης που την αφορούν ως υπεύθυνο, αρμόδιο φορέα και ανάληψη του σχεδιασμού και υλοποίησης του
έργου της πρόληψης, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής της στην αρχική επέμβαση (πρώτη προσβολή) σε αμιγώς δασικές περιοχές.
– Σύσταση δασικού σώματος (ΔΑΣΩ) στο πλαίσιο της Δασικής Υπηρεσίας. Εργο του ΔΑΣΩ θα είναι η εφαρμογή της προστατευτικής νομοθεσίας των δασικών οικοσυστημάτων.
– Επεξεργασία και σχεδιασμός σε βάθος πενταετίας της χωροταξικής κατανομής των αρμοδιοτήτων στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών με την ανάληψη ρόλου δασοπυρόσβεσης από το ΔΑΣΩ σε αμιγώς δασικές περιοχές
και του πυροσβεστικού σώματος σε περιοχές με μεγάλη πυκνότητα πληθυσμού και σε εκτεταμένες ζώνες μείξης δασών – οικισμών.
Οσον αφορά το πυροσβεστικό σώμα, σύμφωνα με τους επιστήμονες, απαιτείται μεταξύ άλλων:
-Να βελτιωθεί ουσιαστικά η εκπαίδευση και επιμόρφωση των στελεχών του αναφορικά με τη δασοπυρόσβεση.
-Να δοθεί έμφαση στη χρήση επίγειων δυνάμεων και μέσων (μηχανημάτων και εργαλείων).
Τα μέλη της ανεξάρτητης επιτροπής που συνέταξαν το πόρισμα είναι:
Prof. Dr. Dr.h.c. mult. Johann Georg Goldammer, πρόεδρος, καθηγητής του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ, διευθυντής του Παγκόσμιου Κέντρου Παρακολούθησης Πυρκαγιών (GFMC),
Δρ. Γαβριήλ Ξανθόπουλος, αναπληρωτής ερευνητής στο Ινστιτούτο Μεσογειακών και Δασικών Οικοσυστημάτων του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού ΔΗΜΗΤΡΑ,
Γεώργιος Ευτυχίδης, δασολόγος – συντονιστής έργων Ε & ΤΑ Διαχείρισης Κινδύνου Καταστροφών και Προστασίας Κρίσιμων Υποδομών στο Κέντρο Μελετών Ασφάλειας (ΚΕΜΕΑ) του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη,
Δρ Γεώργιος Μαλλίνης, αναπληρωτής καθηγητής, Εργαστήριο Τηλεπισκόπησης και Γεωχωρικής Ανάλυσης στο τμήμα Δασολογίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.
Δρ Ιωάννης Μητσόπουλος, δρ δασολόγος, ειδικός δασικών πυρκαγιών στη Γενική Διεύθυνση Περιβαλλοντικής Πολιτικής του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Καθ. Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος, τακτικός καθηγητής, Εργαστήριο Υλωρικής και Δασικών Πυρκαγιών στο τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης