Αντιμέτωπο με τις πιέσεις του συνόλου της αγοράς για γενναίο κούρεμα των οφειλών που συσσωρεύθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας αλλά και τον κίνδυνο μιας στις τρεις επιχειρήσεις να βάλει λουκέτο αν δεν δοθεί μια έστω και στοιχειώδης λύση στο πρόβλημα της οικονομικής ασφυξίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, το οικονομικό επιτελείο επιχειρεί να τετραγωνίσει τον κύκλο ψάχνοντας λύση με το ελάχιστο δυνατό κόστος για τον Προϋπολογισμό.
Με την είσοδο στο νέο έτος, θα ξεκινήσει ο πέμπτος κύκλος Επιστρεπτέας Προκαταβολής, που αρχικά είχε προγραμματιστεί για τον Δεκέμβριο, αλλά λόγω στενότητας πόρων, μεταφέρθηκε τον Ιανουάριο. Όπως και στον τέταρτο κύκλο, έτσι και στον πέμπτο, το 50% της ενίσχυσης θα είναι μη επιστρεπτέο και θα έχει χαρακτήρα επιδότησης.
Ο πέμπτος κύκλος Επιστρεπτέας Προκαταβολής θα σηματοδοτήσει όμως και το τέλος των οριζόντιων μέτρων στήριξης των επιχειρήσεων καθώς σύμφωνα με δηλώσεις του αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών Θ. Σκυλακάκη, αμέσως μετά τη λήξη του δεύτερου lock down, θα τεθεί σε εφαρμογή ένα νέο πλαίσιο ενισχύσεων προς τις επιχειρήσεις με εντελώς διαφορετική λογική, που θα προσφέρει στήριξη μόνο σε όσες επιχειρήσεις είχαν αποδεδειγμένα ζημιές, με ανάληψη μέρους της ζημιάς από το κράτος.
Νέο πλαίσιο ενισχύσεων
Αυτή η νέα μορφή ενισχύσεων προβλέπεται από την Κομισιόν, στο πλαίσιο της 4ης τροποποίησης του Προσωρινού Πλαισίου για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με στόχο τη στήριξη της οικονομίας λόγω της πανδημίας. Το πλαίσιο αυτό προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να συνεισφέρουν στις μη καλυπτόμενες πάγιες δαπάνες των επιχειρήσεων που επλήγησαν από την πανδημία κατά το διάστημα από την 1η Μαρτίου 2020 μέχρι τις 30 Ιουνίου 2021, χωρίς αυτό να θεωρείται κρατική ενίσχυση, με μοναδική προϋπόθεση οι επιχειρήσεις να έχουν υποστεί μείωση τζίρου τουλάχιστον κατά 30% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2019 και τα κρατικά κονδύλια στήριξης να καταβληθούν στις επιχειρήσεις ως τις 30 Ιουνίου του 2021.
Με το νέο πλαίσιο ενισχύσεων, όπως το προανήγγειλε ο Θ. Σκυλακάκης, οι επιχειρήσεις θα αποζημιωθούν εν μέρει για τις δαπάνες που υποχρεώθηκαν να πραγματοποιήσουν κατά τη διάρκεια των lock down. Κατά την προετοιμασία της διαδικασίας, μέσα στους τρεις πρώτους μήνες του 2021 οι επιχειρήσεις θα δηλώσουν στην ΑΑΔΕ τα οικονομικά τους στοιχεία του έτους 2020, συγκεκριμένα τζίρο, λειτουργικές δαπάνες, κέρδη, ενισχύσεις που έλαβαν μέσω των Επιστρεπτέων Προκαταβολών, δάνεια με ειδικό καθεστώς, αλλά και την αποτίμηση του οφέλους από τα προγράμματα «Συν-Εργασία» και αναστολής των συμβάσεων. Από τον συνυπολογισμό όλων αυτών των στοιχείων, θα προκύψει η καθαρή ζημία της κάθε επιχείρησης την οποία θα καλύψει το κράτος, με ποσοστό 70%. Το ποσό μπορεί να έχει τη μορφή είτε της άμεσης χρηματικής ενίσχυσης είτε της πίστωσης, για συμψηφισμό με φορολογικές υποχρεώσεις.
Μερικό κούρεμα οφειλών αλλά μόνο για ένα μέρος των επιχειρήσεων
Με το πλαίσιο αυτό θα γίνει η επανεκκίνηση της οικονομίας. Πάντως όσες επιχειρήσεις περιμένουν ή ελπίζουν ότι η κυβέρνηση θα κουρέψει τα χρέη της πανδημίας, καλό είναι να κρατούν μικρό καλάθι στο βαθμό που ο τρόπος υπολογισμού της καθαρής ζημιάς επί της οποίας η κυβέρνηση θα καλύψει το 70% είναι κάτι ριζικά διαφορετικό από τον συνολικό τζίρο των 30 δις ευρώ που θα έχει λείψει συνολικά από την αγορά στο διάστημα από τον Μάρτιο 2020 έως το Φεβρουάριο 2021, επί του οποίου δόθηκαν αποζημιώσεις στο 70% σε άλλες χώρες π.χ. στη Γερμανία. Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα καλύψει πολλές ζημιές δεδομένου ότι για το 2021 έχει προβλεφθεί μόλις 7.5 δις ευρώ ρευστότητα για στήριξη των επιχειρήσεων και σημαντική αύξηση των εσόδων από καθυστερούμενους φόρους και εισφορές του 2020, έχουν δηλαδή τεθεί ήδη σημαντικοί δημοσιονομικοί περιορισμοί.
Περισσότερο ως εργαλείο για μερικό κούρεμα φορολογικών οφειλών και των ποσών που έλαβαν οι επιχειρήσεις από τους τρεις πρώτους κύκλους της επιστρεπτέας μοιάζει το νέο πλαίσιο ενισχύσεων, μέσω του συμψηφισμού της ζημιάς που θα αναλάβει το κράτος με τις φορολογικές υποχρεώσεις. Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση θα καταφέρει να δείξει ότι ανταποκρίνεται στο αίτημα της αγοράς για γενναίο κούρεμα των οφειλών της κρίσης, αλλά στην πραγματικότητα θα κουρέψει τις οφειλές μόνο μέρους των επιχειρήσεων, αυτών που θα έχουν τις μεγαλύτερες ζημιές και το μεγαλύτερο πρόβλημα βιωσιμότητας.