Πρωτοχρονιά: Από το Πακιστάν στο Σύνταγμα

Πρωτοχρονιά: Από το Πακιστάν στο Σύνταγμα

Ενα πολύ δυνατό μάθημα ζωής είναι η ιστορία του Saki Jutt

Ο Saki Jutt έφτασε στην Ελλάδα από το Πακιστάν και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του ένας φίλος του πνίγηκε. Αν και έχει βιώσει δυσκολίες και ρατσισμό, παράλληλα, έχει δεχτεί πολλή αγάπη και αλληλεγγύη από τους ανθρώπους που συνάντησε. Εμαθε ελληνικά στο Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών και δεν σταμάτησε ποτέ να διεκδικεί τα δικαιώματά του. Η αφήγησή του σε πρώτο πρόσωπο ρίχνει φως σε μια δυνατή ανθρώπινη ιστορία που μας μεταφέρει εικόνες και μνήμες από τις γιορτές στο Πακιστάν:

«Με λένε Saki και είμαι 24 χρόνων. Εφτασα στην Ελλάδα πριν από οκτώ χρόνια. Προφανώς δεν πήρα το αεροπλάνο, αλλά ξεκίνησα με τα πόδια μέσα από ορεινές περιοχές. Εφυγα χωρίς την οικογένειά μου, με μια παρέα φίλων από το χωριό. Μπήκα στην Τουρκία από το Ερέν – εκεί υπήρχε πάντοτε ο κίνδυνος να μας σκοτώσουν ή να μας φυλακίσουν. Το βράδυ περπατούσαμε στο βουνό πολλές ώρες και το πρωί κρυβόμασταν ανάμεσα στα δέντρα. Ενας φίλος που δεν ήξερε κολύμπι πνίγηκε όταν αναποδογύρισε η βάρκα που μας μετέφερε. Ηταν πολύ δύσκολο ταξίδι. Κοιτάζοντας προς τα πίσω, δεν θα το έκανα ξανά.

Το όνειρο για καλύτερη ζωή με έκανε να εγκαταλείψω την πατρίδα μου. Δεν είχαμε πόλεμο ούτε και ελπίδα πέρα από ένα κομμάτι ψωμί. Οι φίλοι μου που ζούσαν στην Ελλάδα μου είχαν πει ότι είναι πολύ δύσκολο να βγάλεις χαρτιά, να μάθεις τη γλώσσα και να βρεις δουλειά. Πάντοτε ζεις με τον φόβο ότι μπορεί να σε διώξουν, να σε συλλάβουν, να μπεις στη φυλακή. Κάποιοι επέστρεψαν στο Πακιστάν γιατί δεν μπόρεσαν να τα καταφέρουν».

«Εκρυβα από αμηχανία όσα πουλούσα στις καφετέριες»

«Οι πρώτες μου εμπειρίες ήταν δύσκολες. Εδινα αναπτήρες, κάλτσες και ζώνες στον δρόμο, στις καφετέριες και τις λαϊκές αγορές. Εχω βιώσει πολλές φορές ρατσισμό. Η αλήθεια είναι ότι ντρεπόμουν όταν έμπαινα σε δημόσιο χώρο. Ημουν πολύ μικρός και έκρυβα τα πράγματα στην τσάντα μου για να μη με καταλάβουν. Κοιτούσα τους μαθητές στα διαλείμματα του σχολείου και θυμόμουν τα παιδικά μου χρόνια. “Γιατί, ρε φίλε, να πουλάω πράγματα για ένα κομμάτι ψωμί;” αναρωτιόμουν. Δεν ήταν όλοι φιλικοί μαζί μου. Τους έλεγα καλημέρα και δεν μου απαντούσαν. “Αντε φύγε, έξω από δω” μου έλεγαν άλλοι. Νευρίαζα και απογοητευόμουν. Σκεφτόμουν ότι δεν ζητούσα τίποτε σπουδαίο και πως θα μπορούσαν να μου πουν απλώς ότι δεν θέλουν να αγοράσουν κάτι.

Δέχτηκα όμως και μεγάλη βοήθεια και αγάπη. Αρκετοί ηλικιωμένοι στο Περιστέρι μου έλεγαν “έλα εδώ, αγόρι μου”, αγόραζαν πράγματα, μου άφηναν και χαρτζιλίκι. Αυτά τα οκτώ χρόνια που ζω στην Ελλάδα έχω συναντήσει περισσότερους καλούς ανθρώπους. Σε αυτό στάθηκα τυχερός».

Από παιδότοπο σε μεταφορική εταιρεία

«Σύντομα ξεκίνησα να ζητάω μόνος μου δουλειά σε εργοστάσια. Είχα να πληρώνω ενοίκιο και λογαριασμούς και δεν μπορούσα να τα βγάλω πέρα. Εργάστηκα ως φύλακας σε παιδότοπο για 450 ευρώ τον μήνα. Οταν ο εργοδότης μού έκοψε το μεροκάματο, πήγα σε παλιατζίδικο, αλλά κάποια χρόνια μετά έμεινα και εκεί απλήρωτος. Το αφεντικό μου ήταν καλός άνθρωπος, αλλά ήξερε ότι δεν είχα χαρτιά και δεν μπορούσα να του κάνω καταγγελία.

Ηθελα να μάθω ελληνικά και στο σπίτι μου ξεφύλλιζα ένα λεξικό που είχα αγοράσει στην Ομόνοια. Η επόμενη δουλειά ήταν σε ζαχαροπλαστείο στη Νίκαια. Οταν έφυγα και από εκεί ξεκίνησα μαθήματα στο Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών, γνώρισα την κοπέλα μου και έπιασα δουλειά σε μεταφορική εταιρεία. Σύντομα θα πάρω δίπλωμα για να γίνω οδηγός.

Στη δουλειά μου έχω συναντήσει και ρατσιστές. Ενας κύριος που πήγα πρόσφατα για διανομή στο σπίτι του μόλις κατάλαβε ότι είμαι Πακιστανός μου είπε: “Μας έχετε φάει τις δουλειές”. Του απάντησα να πάρει τηλέφωνο το αφεντικό μου και να υπογράψει ότι δεν δέχεται την παραλαβή. Πλέον ξέρω να διεκδικώ τα δικαιώματά μου. Μου αρέσει να ζω στην Ελλάδα γιατί δεν φοβάμαι και νιώθω ότι είναι πιο ανοιχτή η ζωή».

Πρωτοχρονιά από το Πακιστάν στο Σύνταγμα

«Μεγάλωσα σε χωριό. Τις γιορτινές μέρες μαζευόμασταν φίλοι και οικογένειες σε σπίτια και παίζαμε παιχνίδια. Η μητέρα μου έφτιαχνε κοτόπουλο με ρύζι, το αγαπημένο μου φαγητό. Ο πατέρας μου είχε ρεπό για τέσσερις μέρες και εμείς τα παιδιά δεν πηγαίναμε σχολείο. Θυμάμαι τη μητέρα μου να μου λέει να μην κάνω κακό σε κανέναν την πρώτη μέρα του χρόνου. Πιστεύω κι εγώ ότι τα πράγματα πάνε καλύτερα όταν ξεκινάμε με καλή διάθεση. Στο μυαλό μας είχαμε αυτήν τη μέρα να μην τσακωθούμε, να μην κλάψουμε και να δώσουμε ο ένας στον άλλον αγάπη. Είμαι μουσουλμάνος αλλά σέβομαι κάθε άνθρωπο και κάθε θρησκεία.

Στο Πακιστάν η ζωή στις πόλεις είναι πιο ανοιχτή. Οι άνθρωποι στολίζουν τα σπίτια τους, ανάβουν κεριά, ρίχνουν πιστολιές στον αέρα για το καλό. Στην Ελλάδα κάποιες χρονιές ήμουν αρκετά μόνος. Το βράδυ της Πρωτοχρονιάς πηγαίνω στην πλατεία Συντάγματος με τους φίλους μου και βγάζουμε φωτογραφίες. Ελπίζω σύντομα να μπορέσω να επισκεφτώ τους γονείς μου». 

Documento Newsletter