Από την 8η Μαρτίου 1857, όταν ξεσηκώθηκαν οι εργάτριες στη Νέα Υόρκη ζητώντας μείωση των ωρών εργασίας και ανθρώπινες συνθήκες δουλειάς, έχουμε διανύσει πολύ δρόμο στην προσπάθεια επίτευξης της ισότητας των φύλων.
Παρ’ όλα αυτά, η θέση των γυναικών σε πολλά μέρη του πλανήτη παραμένει ακόμη υποδεέστερη από αυτή των αντρών και γι’ αυτό η 8η Μάρτη –ως ημέρα για τα δικαιώματα των γυναικών– παραμένει ακόμη και σήμερα ημέρα αγώνα και διεκδικήσεων και όχι απλώς ημέρα εορτασμού. Αυτήν τη στιγμή διανύουμε τον δεύτερο χρόνο της πανδημίας του κορονοϊού, η οποία ανέδειξε με τον πιο γλαφυρό τρόπο τόσο τον πολλαπλό, δυναμικό ρόλο των γυναικών στη διαχείριση και αντιμετώπιση της πανδημίας όσο και τις άνισα έμφυλες συνέπειες που υπέστησαν και συνεχίζουν να υφίστανται οι γυναίκες στη σημερινή πραγματικότητα.
Φέτος η 8η Μάρτη βρίσκει την ελληνική κοινωνία μπροστά σε μια πρωτόγνωρη κατάσταση, μπροστά σε ένα ξέσπασμα οδυνηρών καταγγελιών έμφυλης και σεξουαλικής βίας που ξεκίνησε με την καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου και συνεχίστηκε με καταγγελίες ηθοποιών, πανεπιστημιακών, φοιτητριών και εσχάτως γιατρών για τον χώρο των νοσοκομείων και συγκεκριμένα για τη σεξουαλική παρενόχληση μικρών κοριτσιών από τραυματιοφορέα σε παιδιατρικό νοσοκομείο των Αθηνών. Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα κύμα καταγγελιών που σαρώνει την ελληνική κοινωνία, με τις γυναίκες πρωταγωνίστριες να θέτουν στο κέντρο του δημόσιου διαλόγου την έμφυλη βία και τις εκφάνσεις της που κατακλύζουν διάφορους τομείς του δημόσιου βίου.
Χρειάστηκαν πολλά χρόνια για την ελληνική κοινωνία για να σπάσει τη σιωπή. Η σιωπή όμως έσπασε εκκωφαντικά και ο θόρυβος αυτός μπορεί να γίνει κινητήρια δύναμη για μια πιο δίκαιη κοινωνία, με περισσότερη ισότητα, περισσότερες ελευθερίες και λιγότερη βία. Η κοινωνία έκανε το βήμα που της αναλογεί. Δυστυχώς, όμως, η σημερινή κυβέρνηση δείχνει να είναι πολύ κατώτερη των περιστάσεων.
Η κυβέρνηση της ΝΔ ισχυρίζεται ότι τείνει ευήκοα ώτα στις καταγγελίες των ημερών, την ίδια στιγμή που συγκαλύπτει απροκάλυπτα το «θέμα Λιγνάδη» και τον ίδιο τον τέως καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου που κατηγορείται για κατά συρροή βιασμούς ανηλίκων. Η συγκάλυψη αυτή σίγουρα δεν αποδεικνύει «ευήκοα ώτα» ούτε μπορεί να παροτρύνει κι άλλες γυναίκες ή και άντρες να καταγγείλουν· αντίθετα, σπρώχνει ξανά τις καταγγελίες στην αφάνεια.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι πιο αναγκαίο από ποτέ στη φεμινιστική απεργία της 8ης Μάρτη 2021 να τεθούν εμφατικά τα ζητήματα καταπολέμησης της έμφυλης ενδοοικογενειακής και σεξουαλικής βίας στον δημόσιο αλλά και τον ιδιωτικό χώρο και να μπει στην ατζέντα του κινήματος η διεκδίκηση της εφαρμογής όλων των διατάξεων της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και την ενδοοικογενειακή βία, γνωστή και ως Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης.
Είναι ώρα λοιπόν να γίνουν πράξη διεκδικήσεις πολλών ετών: να επεκταθεί σε όλη την Ελλάδα το Δίκτυο Συμβουλευτικών Κέντρων και Ξενώνων Φιλοξενίας για την πρόληψη και καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών, ώστε κάθε δήμος να αποκτήσει το δικό του συμβουλευτικό κέντρο. Να μπει σε όλα τα σχολεία η σεξουαλική εκπαίδευση. Είναι ώρα επίσης να στηριχτούν τα Σπίτια του Παιδιού για την προστασία των ανήλικων θυμάτων κακοποίησης, αλλά και να εφαρμοστούν προληπτικές παρεμβάσεις και θεραπευτικά προγράμματα για τους δράστες ενδοοικογενειακής έμφυλης βίας και σεξουαλικών αδικημάτων.
Οι συνθήκες το απαιτούν, η κοινωνία βοά, η κυβέρνηση οφείλει να αφήσει στην άκρη την επικοινωνία και να ασχοληθεί με την ουσία του προβλήματος.
Η Ειρήνη Αγαθοπούλου είναι βουλεύτρια Κιλκίς, αν. τομεάρχισσα δικαιοσύνης της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, υπεύθυνη για θέματα ισότητας, ανθρώπινων δικαιωμάτων & καταπολέμησης των διακρίσεων