Μήνυση κατά της Microsoft κατέθεσαν δύο πρώην υπάλληλοι της εταιρείας, επικαλούμενοι σύνδρομο Μετατραυματικό Στρες από το οποίο υποφέρουν, συνεπεία της έκθεσής τους σε αποκρουστικό περιεχόμενο, όσο εργάζονταν στον κολοσσό της υψηλής τεχνολογίας.
Οι μηνυτές υποστηρίζουν ότι η εταιρεία δεν τους προστάτευσε από τις ψυχολογικές επιπτώσεις που τους προκαλούσε η δουλειά τους, η οποία σχετιζόταν με τη προβολή και αναφορά υλικού, το οποίο διαβιβαζόταν μέσω των υπηρεσιών της Microsoft και είχε επισημανθεί από αυτοματοποιημένο λογισμικό ως πιθανόν παράνομο.
Όπως δήλωσε στο βρετανικό ειδησεογραφικό δίκτυο BBC εκπρόσωπος της εταιρείας, η Microsoft αμφισβητεί τους ισχυρισμούς των δύο ανδρών και ότι προσφέρει κορυφαία στήριξη. «Η Microsoft παίρνει στα σοβαρά την ευθύνη της να απομακρύνει και να αναφέρει εικόνες παιδικής σεξουαλικής εκμετάλλευσης και κακοποίησης που διαμοιράζονται μέσω των υπηρεσιών της, ενώ νοιάζεται εξίσου για την υγεία και την προσαρμοστικότητα των εργαζομένων της που επιτελούν αυτό το σημαντικό έργο».
Προσθέτει επίσης ότι η ισορροπία της προστασίας των χρηστών του Διαδικτύου και η ταυτόχρονη ελαχιστοποίηση του αντίκτυπου στους εργαζομένους της αποτελεί μια συνεχής διαδικασίας μάθησης. Όπως αναφέρει στο δημοσίευμά του το BBC, ο Χένρι Σότο και ο Γκεργκ Μπλάερτ εργάζονταν στην Ομάδα Διαδικτυακής Ασφάλειας της Microsoft, ένα τμήμα το οποίο είναι υπεύθυνο για τη διατήρηση των νομικών υποχρεώσεων της εταιρείας να προωθεί τυχόν παράνομο υλικό στο Εθνικό Κέντρο για τα Εξαφανισμένα και Κακοποιημένα Παιδιά.
Όταν μια εικόνα γίνεται αντικείμενο αναφοράς, ή όταν αυτόματο λογισμικό «αντιλαμβάνεται» πως υπάρχει ζήτημα, απαιτείται να δει άνθρωπος το υλικό και να το προωθήσει στις αρχές, δήλωσε εκπρόσωπος της Microsoft. Σύμφωνα με την εταιρεία, τα άτομα που έχουν αυτόν τον ρόλο, χρειάζεται να κάνουν αυτή τη δουλειά για μικρές χρονικές περιόδους και την κάνουν σε διαφορετικούς χώρους από το υπόλοιπο προσωπικό.
Ωστόσο, σύμφωνα με τα έγγραφα που υποβλήθηκαν στις 30 Δεκεμβρίου, η εταιρεία δεν έκανε πολλά για να τους προειδοποιήσει ή να τους ετοιμάσει για τη φύση των εικόνων που θα έβλεπαν. Σύμφωνα με την αγωγή, οι προσπάθειές τους ήταν σημαντικές για τη σωτηρία παιδιών και την εξασφάλιση ποινικών διώξεων, αλλά το ψυχολογικό κόστος ήταν επίσης μεγάλο.
Όπως αναφέρεται, ο Μπλάουερτ υπέφερε πολύ από τη δουλειά του, με αποτέλεσμα νευρικό κλονισμό το 2013. Όπως υποστηρίζεται, όταν εξέφραζε τον προβληματισμό του, του έλεγαν να «καπνίσει», να «πάει βόλτα» ή «να παίξει videogames». Όσον αφορά στον Σότο, σύμφωνα με τα έγγραφα, είδε χιλιάδες φωτογραφίες και βίντεο του «πιο απαίσιου, απάνθρωπου και αηδιαστικού υλικού που μπορεί να φανταστεί κανείς».
Σε εσωτερική αξιολόγηση οι προϊστάμενοί του τον επαινούσαν για το θάρρος του, ωστόσο ο ίδιος λέει πως η δουλειά του είχε αποτέλεσμα κρίσεις πανικού, κατάθλιψη και οπτικές ψευδαισθήσεις, καθώς και ανικανότητα να βρίσκεται κοντά σε μικρά παιδιά, περιλαμβανομένου του γιου του, καθώς του έφερνε στο μυαλό τις βίαιες πράξεις που είχε δει. Όπως υποστηρίζει, όταν ζήτησε να τον βγάλουν από την ομάδα το 2014, του είπαν ότι θα έπρεπε να υποβάλει αίτηση για νέα δουλειά στη Microsoft, όπως κάθε άλλος εργαζόμενος, και όταν τον μετέθεσαν σε διαφορετικό τμήμα της ομάδας, ο ίδιος λέει ότι συνέχιζαν να του γίνονται ερωτήσεις για τον προηγούμενο ρόλο του. Η Microsoft το αμφισβητεί αυτό συγκεκριμένα, υποστηρίζοντας ότι εάν ένας εργαζόμενος δεν θέλει να κάνει άλλο αυτή τη δουλειά, του ανατίθενται άλλες αρμοδιότητες.
Οι εργαζόμενοι στην Online Safety Team μπαίνουν αυτόματα σε ένα «Wellness program», σύμφωνα με τη Microsoft, που περιλαμβάνει μηνιαίες συναντήσεις με ειδικό σύμβουλο για την αντιμετώπιση του αποκαλούμενου «compassion fatigue». Η εταιρεία τονίζει επίσης πως λαμβάνονται πολλά μέτρα για την ελαχιστοποίηση των ψυχολογικών επιπτώσεων σε ανθρώπους που βλέπουν τέτοιο υλικό, περιλαμβανομένων προσπαθειών για μείωση του «ρεαλισμού» του, πχ με αυτόματο θόλωμα και μείωση της ανάλυσης από το ειδικό λογισμικό.
Πηγή: BBC