Πρωθυπουργός της λεγάμενης

Η Ελλάδα, με βάση τη σύγχρονη μητσοτακική γεωγραφία, είναι μια χώρα που συνορεύει με την Τουρκία, τη Βουλγαρία, την Αλβανία και τη «Λεγάμενη», καθότι η Βόρεια Μακεδονία είναι χώρα μη χώρα, ή έστω ακατονόμαστη χώρα, κάτι σαν τη λεγάμενη των παλιών ελληνικών ταινιών. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης σκηνοθετεί στη Φίνος Φιλμ μια σπαρταριστή κωμωδία, αλλά αφότου πριν από δύο χρόνια περιέγραφε το σενάριο μιας δραματικής ιστορίας.

Η άρνηση του πρωθυπουργού της χώρας και των κυβερνητικών στελεχών να αποκαλέσουν με το όνομά της τη Βόρεια Μακεδονία, με την οποία συναλλάσσονται, υπογράφουν συμφωνίες και φυσικά την οποία αναγνωρίζουν πανηγυρικώς, δεν αποτελεί σοβαρή πολιτική στάση αλλά εκδοχή του ανέκδοτου «δεν είναι αυτό που νομίζεις». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσισε να γελοιοποιήσει την πολιτική και τη διεθνή διπλωματία δίνοντας γκροτέσκα διάσταση σε πράγματα που δεν έχουν καμία άλλη διάσταση από αυτήν που φαίνεται. Η πολιτική σκηνή δεν είναι η οικογένεια του Μητσοτάκη, όπου μέσα μπορεί να σφάζονται αλλά έξω να φωτογραφίζονται χαρωποί.

Δυστυχώς ο πρωθυπουργός μοιάζει με εκείνη την ηλικιωμένη γυναίκα που θεωρεί ότι αρκεί να κλείσει τα μάτια για να εξαφανίσει τα αυτοκίνητα και να περάσει τον δρόμο. Το μοιραίο όμως είναι αναπόφευκτο.

Στις 13 Μαΐου ο Κυριάκος Μητσοτάκης ενημέρωσε τους Ελληνες μέσα από τον επίσημο λογαριασμό του πρωθυπουργού στο Twitter ότι:

«Με τον πρωθυπουργό Ζόραν Ζάεφ, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε τις δυνατότητες διεύρυνσης της συνεργασίας μεταξύ των χωρών μας». Την ίδια μέρα ο Μητσοτάκης ανακοινώνει και μια άλλη συνάντηση από τον πρωθυπουργικό λογαριασμό. Γράφει «Με τον Προεδρεύοντα του Συλλογικού Προεδρείου της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, Milorad Dodik, συζητήσαμε για τις διμερείς μας σχέσεις, καθώς και για τις ευκαιρίες ενίσχυσής τους, με έμφαση στους τομείς εμπορίου, επενδύσεων και ενέργειας».

Ο Ντόντικ για τον Μητσοτάκη είναι ο πρόεδρος της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης αλλά ο Ζάεφ είναι πρωθυπουργός μιας γειτονικής χώρας που δεν κατονομάζει, κάτι σαν το γειτονάκι στο τραγούδι του Γιάννη Πουλόπουλου. Πρωθυπουργός μιας γειτονικοχώρας.

Η γελοιότητα έχει και τα όριά της. Λίγες μέρες πριν στη Βουλή ο Αδωνης Γεωργιάδης απευθυνόμενος στον Κυριάκο Βελόπουλο είπε ότι «πατριωτισμός δεν είναι να κάνεις και να υπόσχεσαι τα ευχάριστα. Πατριωτισμός είναι να υπηρετείς την αλήθεια και το εθνικό συμφέρον. Οποιος αμφισβητήσει τη συμφωνία των Πρεσπών μετά την κύρωσή της από το Ελληνικό Κοινοβούλιο δωρίζει το όνομα Μακεδονία σκέτο στα Σκόπια».

Φυσικά, όποιος παρακολουθεί τον Αδωνη Γεωργιάδη έχει κάθε δικαίωμα να πει ότι δεν τον παίρνει στα σοβαρά, αλλά το ίδιο δεν μπορεί να το επικαλεστεί ο Μητσοτάκης, ο οποίος τον έχει υπουργό. Πόσο μάλλον όταν ο Γεωργιάδης, για τους δικούς του λόγους (στροφής ενδεχομένως σε ένα πιο ψύχραιμο ακροατήριο), ομολογεί το αληθές.

Στις δηλώσεις που έκαναν οι δύο πρωθυπουργοί, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως πρωθυπουργός της Ελλάδας και ο Ζόραν Ζάεφ ως πρωθυπουργός της λεγάμενης, ήταν πλήρως υποστηρικτικοί της συμφωνίας των Πρεσπών. Ο μεν Μητσοτάκης με τρόπο γενικόλογο αλλά ωστόσο σαφή, ο δε Ζάεφ απαριθμώντας τα πλεονεκτήματα της πορείας που ακολουθήθηκε για την επίλυση του χρόνιου προβλήματος. Ο Ζάεφ ευχαρίστησε την Ελλάδα για την προστασία που παρέχει στη Βόρεια Μακεδονία με την Πολεμική Αεροπορία της και αναφέρθηκε στις επενδύσεις που ετοιμάζουν δύο ελληνικοί επιχειρηματικοί κολοσσοί στη χώρα του, ο όμιλος Μυτιληναίου και ο όμιλος Κοπελούζου. Ουσιαστικά περιέγραψε την κανονικότητα που επήλθε στα Βαλκάνια με τη συμφωνία των Πρεσπών.

Και ενώ κάποιος θα περίμενε από τον πρωθυπουργό της Ελλάδας έστω πολιτική ανωτερότητα με την τήρηση του πρωτοκόλλου, αυτός περιέγραψε τον ομόλογό του ως πρωθυπουργό μιας γειτονικής ακατονόμαστης χώρας.

Ο Μητσοτάκης κάνει σαν να συναντά μια παλιά του σχέση από το γυμνάσιο, απέναντι στην οποία δημόσια πρέπει να εμφανίζεται ως αδιάφορος και φαινομενικά απροβλημάτιστος. Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά. Σκεφτείτε τον Αμερικανό πρόεδρο να ανακοινώνει τη συνάντησή του με τον ομόλογό του στην Κίνα ως συνάντηση με έναν πρόεδρο. Θα γινόταν ο περίγελος του κόσμου. Ευτυχώς για την Ελλάδα, ο Μητσοτάκης δεν απασχολεί τόσο πολύ τα διεθνή media ώστε να μας πάρουν στο ψιλό ως τους βλαχομπαρόκ της διεθνούς διπλωματίας.

Η κυβέρνηση έχει σπείρει ανέμους στο μακεδονικό και κάποια στιγμή θα θερίσει θύελλες, αφού πρώτα αυτοεξευτελιστεί στέλνοντας τη σκουπιδιάρα να μαζέψει τις περικεφαλαίες και τα λάβαρα. Αργά ή γρήγορα θα πάει στη Βουλή για κύρωση των συμφωνιών με τη Βόρεια Μακεδονία. Οσο το αργεί μπορεί να καθυστερεί την έκθεση του κόμματος της ΝΔ σε αυτούς που εξαπάτησε, προσθέτει όμως τόκο στο γραμμάτιο. Ερωτηθείσα για την κύρωση των εν λόγω συμφωνιών η κυβερνητική εκπρόσωπος (που ούτε αυτή είναι επισήμως κυβερνητική εκπρόσωπος, όπως δεν είναι η Βόρεια Μακεδονία Βόρεια Μακεδονία) απάντησε:

«Οπως γνωρίζετε, η κυβέρνηση έχει ένα πολύ πυκνό νομοθετικό έργο. Η κύρωση των συμφωνιών θα προσαρμοστεί στις κοινοβουλευτικές προτεραιότητες και όχι το αντίστροφο». Το πυκνό νομοθετικό έργο της κυβέρνησης κατά την Αριστοτελία Πελώνη την αναγκάζει να μην προκάνει να πάει στη Βουλή τις συμφωνίες που θα ψηφίσει φυσικά η ΝΔ, όχι με τη λεγάμενη αλλά με τη Βόρεια Μακεδονία. Οταν στην πολιτική φτάνουμε στο σημείο η Πελώνη να φαίνεται πιο γραφική από τον Αδωνη, τότε υπάρχει πρόβλημα πολιτικής.

Δεν υπάρχει κανένα πυκνό νομοθετικό έργο της κυβέρνησης. Ο Μητσοτάκης μπορεί να πάει εμβόλιμα προς ψήφιση τροπολογίες που του δίνουν τον έλεγχο των κατασκευαστικών έργων, αλλά όχι τις συμφωνίες με το γειτονάκι; Το μόνο πυκνό στην κυβέρνηση είναι οι καπνοί και οι μυρωδιές. Σιγοκαίνε οι αντιδράσεις για όσα εξελίσσονται και ο Μητσοτάκης ψάχνει διέξοδο σε εκλογές ίσως τον Οκτώβριο, παρουσιάζοντας το αφήγημα του πλήρους εμβολιασμού και της επανεκκίνησης της οικονομίας μετά τον καλοκαιρινό τουρισμό. Κάθε μέρα που περνάει τον οδηγεί σε μεγαλύτερο αδιέξοδο. Σε λίγο καιρό η κατάσταση θα είναι τέτοια που το τελευταίο πράγμα που θα απασχολεί τον Μητσοτάκη είναι πώς θα αποκαλεί τη Βόρεια Μακεδονία για να μη χάσει το ακροδεξιό κοινό. Θα τον απασχολούν άλλα και θα τον κυνηγούν όλοι. Κυρίως, όμως, αυτοί που τον εμφάνιζαν ως Μωυσή. Ετσι καταλήγει κάθε τεχνητή διόγκωση στην πολιτική. Σαν τους μποντιμπιλντεράδες όταν αναγκάζονται να σταματήσουν τα αναβολικά. Καταρρέουν και γίνονται αγνώριστοι.