Πρόστιμο εκατομμυρίων ευρώ στον Θέμο για μαύρο χρήμα

Σύμβουλοι του ανώτατου δικαστηρίου εμφανίζονται δυσαρεστημένοι με την καθυστέρηση που έχει σημειωθεί στην υπόθεση, καθώς δεν έχει ακόμη καθαρογραφεί η τελεσίδικη απόφαση της ολομέλειας με την οποία καταλογίζονται στον εκδότη-δημοσιογράφο Θέμο Αναστασιάδη

 ως δημοσίου υπολόγου εκατομμύρια ευρώ (περίπου τέσσερα, λένε οι διαρροές), που αντιστοιχούν σε αγνώστου προελεύσεως (μη δικαιολογημένα) εισοδήματα.

«Η ευθύνη δεν είναι συλλογική» είναι η απάντηση σε δημοσιεύματα που στηλιτεύουν το ανώτατο δικαστήριο με αφορμή την αργοπορία στην ολοκλήρωση μιας τόσο σημαντικής υπόθεσης που απασχόλησε επί χρόνια τη Δικαιοσύνη.

Πηγές του Ελεγκτικού Συνεδρίου με τις οποίες μίλησε το Documento αναγνωρίζουν το δικαιολογημένο ενδιαφέρον για την υπόθεση, την οποία χαρακτηρίζουν «κρίσιμη κοινωνικά αλλά και δύσκολη», όμως καταλογίζουν την ευθύνη για την αργοπορία στη δημοσίευση της τελεσίδικης απόφασης –καθώς έχουν παρέλθει εφτά μήνες από την έκδοση της– στον Σταμάτη Πουλή, εισηγητή της υπόθεσης.

Ο κ. Πουλής, ο οποίος σύμφωνα με κύκλους του ΕΣ «είχε διατελέσει στο παρελθόν σύμβουλος δύο υπουργών της ΝΔ», είχε ταχθεί υπέρ της θέσης του εκδότη, ότι δηλαδή δεν μπορεί να θεωρηθεί υπόλογος του δημοσίου και άρα δεν υποχρεούται να πληρώσει.

Με τη σχετική αίτησή του ο κ. Αναστασιάδης ζητούσε να αναιρεθεί η αρχική απόφαση του αρμόδιου τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με την οποία παρουσίασε αδικαιολόγητο περιουσιακό όφελος ύψους 4.973.500 ευρώ.

Σύμβουλοι μάλιστα της πλειοψηφίας επισημαίνουν ότι η μεγάλη καθυστέρηση δεν αφορά τόσο τον χρόνο της καθαρογραφής όσο το γεγονός ότι ο εισηγητής είχε καθυστερήσει να εισαγάγει στη διάσκεψη την υπόθεση, την οποία είχε φέρει στις 29 Ιουνίου του 2016, τελευταία ημέρα λειτουργίας του δικαστηρίου, αφού από 1ης Ιουλίου, λόγω των θερινών διακοπών, πραγματοποιούνται μόνο έκτακτες ολομέλειες!

«Την κράτησε περί τον ενάμιση χρόνο μετά τη συζήτηση στο ακροατήριο μέχρι να φέρει την εισήγησή του στη διάσκεψη για την τελική απόφαση» υπογραμμίζουν οι ίδιες πηγές.

Μετά δε τη λήψη της τελεσίδικης απόφασης εκτιμούσαν ότι η καθαρογράφηση θα είχε ολοκληρωθεί γύρω στα τέλη του Οκτωβρίου του 2016, καθώς ο κ. Πουλής είναι έμπειρος δικαστής και γνώστης της υπόθεσης.

Υπενθυμίζεται ότι παρά την εξάλειψη του αξιόποινου για τον Θέμο Αναστασιάδη με την καταβολή 1,1 εκατομμυρίου, η υπόθεση πήγε στο Ελεγκτικό Συνέδριο γιατί ως δημοσιογράφος-εκδότης υπόκειται στις διατάξεις για το πόθεν έσχες.

Σύμφωνα με τον νόμο, αν κάποιος που υποχρεούται να υποβάλει δήλωση πόθεν έσχες βρεθεί με χρήματα τα οποία δεν μπορεί να δικαιολογήσει, τεκμαίρεται πως τα χρήματα αυτά αποκτήθηκαν επειδή ο ελεγχόμενος επωφελήθηκε της ιδιότητας που είχε (ως δημοσιογράφος, εφοριακός, δικαστικός κ.λπ.). Ετσι, με πράξη καταλογισμού ζητείται να επιστρέψει το σύνολο του ποσού στα δημόσια ταμεία, κάτι που δεν ισχύει για όποιον δεν έχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης πόθεν έσχες.

Γι’ αυτό άλλωστε η υπόθεση διαβιβάστηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο με αίτημα του γενικού επιτρόπου να κριθεί αρχικά από το Τμήμα του ΕΣ με βάση στοιχεία του ΣΔΟΕ, στα οποία όπως παρατηρήθηκε από τους συμβούλους «υπήρχαν αρκετές ασάφειες».

Το επίμαχο τώρα χρηματικό ποσό προέκυψε έπειτα από έρευνα στις καταθέσεις του Θ. Αναστασιάδη και της συζύγου του στην τράπεζα BNP Paribas (στις 20 Ιουλίου 2007), ύψους 2.486.000 ευρώ, αλλά και στον προσωπικό του λογαριασμό, ο οποίος ανοίχτηκε στην ίδια τράπεζα (23 Ιουλίου 2007), όπου και κατατέθηκαν 2.487.500 ευρώ.

Οπως αποδείχθηκε από τον έλεγχο και αναφέρεται στην αρχική απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου που εκδόθηκε τον Ιούνιο του 2013, μεγάλο μέρος από τα εν λόγω ποσά δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από νόμιμες πηγές εσόδων και ως εκ τούτου έγινε ο καταλογισμός σε βάρος του κ. Αναστασιάδη.

Αρχικά ο Θ. Αναστασιάδης ισχυρίστηκε ότι τα χρήματα προήλθαν από τον εφοπλιστή Πάνο Λασκαρίδη, ο οποίος, σύμφωνα με τον εκδότη, αγόρασε μετοχές της εταιρείας «Πρώτο Θέμα». Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε αργότερα, η εν λόγω συναλλαγή δεν έγινε ποτέ.

Στη συνέχεια υποστήριξε ότι όλα τα χρήματα προέρχονται από νόμιμα και φορολογημένα εισοδήματα, ισχυρισμός που επίσης κατέπεσε στο δικαστήριο, καθώς αποδείχθηκε ότι τα παραπάνω χρηματικά ποσά αποτελούν νέα περιουσιακά στοιχεία που δεν δηλώθηκαν.

Η τελεσιδικία και η κωλυσιεργία καθαρογράφησης

Μετά την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου ο εκδότης υπέβαλε αίτηση αναίρεσής της, η οποία εκδικάστηκε από το αρμόδιο τμήμα τον Μάρτιο του 2015. Τελικά το Ελεγκτικό Συνέδριο σε διάσκεψή του στις 29 Ιουνίου 2016 εξέδωσε σε ολομέλεια την τελεσίδικη απόφασή του για τον καταλογισμό. Ο εισηγητής Σταμάτης Πουλής τάχθηκε υπέρ του αιτήματος του Αναστασιάδη να μη θεωρηθεί υπόλογος του δημοσίου, δηλαδή να μην πληρώσει. Η πλειοψηφία όμως του δικαστηρίου αποφάσισε κατά του προσφεύγοντα.

Δικαστικές πηγές αναφέρουν πως οι όποιες αντιρρήσεις εκφράστηκαν αφορούσαν επιμέρους ζητήματα της υπόθεσης, για τα οποία υπήρξαν δυο-τρεις μικρές μειοψηφίες.

Εκφράστηκε, π.χ., η άποψη ότι υπήρχε δικαιολόγηση των καταθέσεων για ένα μέρος των χρημάτων, ενώ άλλοι σύμβουλοι είχαν τη γνώμη ότι έπρεπε να του αναγνωριστεί (και άρα να αφαιρεθεί) όλο το ποσό της φορολογίας που κατέβαλε για να κλείσει ποινικά η υπόθεση.

Από τότε, τις 29 Ιουνίου 2016 δηλαδή, η απόφαση δεν έχει καθαρογραφεί ώστε να μεταφερθεί στη ΔΟΥ το ποσό που πρέπει να καταβάλει ο εκδότης. Το χρηματικό ποσό που έχει καταλογιστεί αναμένεται να εισπραχθεί με τη διαδικασία είσπραξης δημόσιων εσόδων.

Με την απόφαση αυτή του Ελεγκτικού Συνεδρίου ο Θ. Αναστασιάδης έχει εξαντλήσει όλα τα ένδικα μέσα εντός Ελλάδος, ενώ νομικοί κύκλοι υπογραμμίζουν ότι ακόμη κι αν προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε καμία περίπτωση δεν αλλάζει κάτι ως προς τον καταλογισμό.