Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έδωσε απαντήσεις για τις υποκλοπές, έμεινε μόνος στη Βουλή, δέχεται την ασφυκτική πίεση του διεθνούς Τύπου, εκτίθεται εκβιάζοντας, χάνει την αντίληψη της δεινής θέσης στην οποία βρίσκεται και γίνεται άκρως επικίνδυνος για τη δημοκρατία
Οταν η καθεστωτική αντίληψη και πρακτική αντικαθιστά τις αρχές της δηµοκρατίας, η πορεία είναι προδιαγεγραµµένη. Το καθεστώς επικρατεί αφού εµφανιστεί ως αποφασιστική διακυβέρνηση, για να κάνει τον κύκλο του και να πέσει µε πάταγο. Oταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέλαβε την πρωθυπουργία της χώρας δεν ήταν πολλοί αυτοί που υποστήριζαν στην πολιτική και δηµοσιογραφική τους κριτική ότι εξέφραζε µια καθεστωτική αντίληψη για τη διακυβέρνηση. Παρότι ο προσανατολισµός του ήταν σαφής από την αρχή, οι πολιτικές αποφάσεις που σκοπό είχαν την υπερσυγκέντρωση εξουσιών δεν κρίνονταν ως επικίνδυνες και απειλητικές για τη δηµοκρατία. Πήρε στα χέρια του την ΕΥΠ, την ΕΡΤ, το Αθηναϊκό Πρακτορείο, παρέδωσε εξουσίες πρωθυπουργού σε έναν µετακλητό υπάλληλο που ήταν ανιψιός του και άλλες σε οικογενειακά παράκεντρα, µοίρασε δισεκατοµµύρια µε απευθείας συµβάσεις, αλλά φρόντισε να φιλοτεχνήσει την εικόνα ενός ηγέτη, κάτι που δεν ήταν. Κατήργησε νόµους που αποτελούσαν εγγύηση λειτουργίας του κοινωνικού κράτους, ψήφισε άλλους για να αµνηστευτούν οι φίλοι του τραπεζίτες και οι κοινοί τους φίλοι εγκληµατίες του λευκού κολάρου, αλλά όποιος τολµούσε να αντιπαρατεθεί µε την πρωτοφανή πολιτική πραγµατικότητα που διαµόρφωνε χαρακτηριζόταν εχθρός της ανάπτυξης και εσχάτως της Ελλάδας. Ακόµη και στο προνοµιακό για τη συντηρητική παράταξη πεδίο της ασφάλειας η διακυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν ανεπιτυχής. Η βαριά εγκληµατικότητα αυξήθηκε, δολοφονήθηκε δηµοσιογράφος, ενώ η κυβέρνηση εντόπισε την παραβατικότητα στα πανεπιστήµια.
Στο κλείσιµο των τριών χρόνων κυβέρνησης Μητσοτάκη ο πρωθυπουργός βαρύνεται µε ένα έγκληµα καθοσιώσεως απέναντι στη δηµοκρατία: τις παρακολουθήσεις πολιτικού του αντιπάλου, δηµοσιογράφων και ακόµη 15.000 πολιτών (µόνο το 2021) στο όνοµα του κινδύνου της εθνικής ασφάλειας. Ο µόνος κίνδυνος όµως είναι για τη δηµοκρατία.
Με ψέµατα και έλλειψη ενσυναίσθησης
Ο Κυρ. Μητσοτάκης χαρακτήρισε νόµιµες τις παρακολουθήσεις και µέσα στο πλαίσιο των συνταγµατικών προβλέψεων, αλλά την ίδια ώρα αποµάκρυνε τον ανιψιό του και επικεφαλής του γραφείου του Γρηγόρη ∆ηµητριάδη καθώς και τον ίδιο τον διοικητή της ΕΥΠ, δείχνοντας ότι τίποτε δεν ήταν νόµιµο.
Την περασµένη Παρασκευή για πρώτη φορά στην ελληνική Βουλή διαµορφώθηκε οµοβροντία της αντιπολίτευσης απέναντι στην κυβέρνηση µέσα από το κοινό συµπέρασµα ότι ο Μητσοτάκης έχει υιοθετήσει αντιδηµοκρατικές πρακτικές. Ο πρωθυπουργός δεν απάντησε ποιοι λόγοι «εθνικής ασφάλειας» οδήγησαν στην παρακολούθηση του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη και του δηµοσιογράφου Θανάση Κουκάκη.
Αρνήθηκε να αναλάβει οποιαδήποτε πολιτική ευθύνη, ενώ επιστράτευσε κυριολεκτικά δεκάδες ψέµατα για να συµψηφίσει τις ευθύνες του µε άλλες που κατ’ αυτόν είχε ο ΣΥΡΙΖΑ στο παρελθόν. Εφτασε στο σηµείο να υποστηρίξει ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ παρακολουθούσε βουλευτές, για να διαψευστεί από τους ίδιους τους εν λόγω βουλευτές προτού καν τελειώσει η οµιλία του.
Ο πρωθυπουργός επέδειξε µέσα στη Βουλή συµπεριφορά ελλιπούς ενσυναίσθησης και αδυναµίας κατανόησης της δύσκολης θέσης στην οποία βρίσκεται. Εφτασε στο σηµείο να εκβιάσει πολιτικά τον Σαµαρά δηλώνοντας πως επιθυµία του είναι να επεκταθεί η έρευνα για τις υποκλοπές στη δική του περίοδο. Για πρώτη φορά µάλιστα έκανε επίθεση στον έως πρόσφατα αγαπητό του Βαγγέλη Βενιζέλο, θυµίζοντας πως έχει κι αυτός ευθύνη στη διακυβέρνηση Σαµαρά. Ο λόγος ήταν ότι µία ώρα πριν ο Βενιζέλος άσκησε κριτική στον Μητσοτάκη και στο «συγκεντρωτικό και µονοπρόσωπο µοντέλο εξουσίας του».
Το χτύπηµα από τα διεθνή µέσα ενηµέρωσης
Το χειρότερο είναι ότι ο Μητσοτάκης, στο πλαίσιο ενός αφηγήµατος που διαµορφώνει για να αυτοδικαιολογηθεί, εµφανίζει τον εαυτό του ως θύµα παγκόσµιας συνωµοσίας και εχθρικών µέσων ενηµέρωσης που σκοπεύουν να πλήξουν την ίδια τη χώρα. Στην πραγµατικότητα αυτό που συµβαίνει µε τα διεθνή ΜΜΕ είναι ότι περιγράφουν µια κατάσταση η οποία πλέον δεν µπορεί να κρυφτεί. Οι «New York Times» έγραψαν για σαπίλα, ο «Guardian» και το Euractiv έχουν κάνει δηµοσιεύµατα για το προβληµατικό κράτος δικαίου, το Politico περιέγραψε το σκάνδαλο των υποκλοπών, ενώ πλήθος ξένων µέσων ενηµέρωσης προστίθενται κάθε ώρα για να περιγράψουν το καθεστώς Μητσοτάκη (ο «Guardian» το συνέκρινε µε το στρατιωτικό καθεστώς).
Λίγο προτού τελειώσει την οµιλία του στη Βουλή ο Μητσοτάκης δέχτηκε χτύπηµα και από το Reuters και τον opinion leader του διεθνούς πρακτορείου Χιούγκο Ντίξον. Ο Ντίξον δεν µιλάει µόνο για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων που δηµιουργεί πολιτική αστάθεια, αλλά αποδοµεί την κυβέρνηση Μητσοτάκη (συµβαίνει για πρώτη φορά) σε όλα τα επίπεδα. Υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση δεν έκανε πολλά για την καταπολέµηση της διαφθοράς, ότι αµνήστευσε φοροφυγάδες, «ξελάσπωσε» κάποιους που κατηγορούνταν για εγκληµατικές παραβάσεις και, το κυριότερο, περιγράφει ως µύθο τη σταθερότητα Μητσοτάκη. Ο τίτλος µάλιστα του άρθρου που περιγράφει την άποψη του συντάκτη για την οικονοµία είναι: «Ηρθε η ώρα να ανησυχήσουµε ξανά για την Ελλάδα». Ο Ντίξον συγκρίνει «την αγωνία του Grexit» µε το κλίµα που διαµορφώνεται επί Μητσοτάκη. Κάνοντας µάλιστα κάποιες πολιτικές εκτιµήσεις, ο Ντίξον εµφανίζει τον Μητσοτάκη να µην έχει πλέον την πλειοψηφία ούτε να µπορεί να την ανακτήσει. Φυσικά το θέµα δεν είναι µόνο οι εκτιµήσεις που κάνει το Reuters για την οικονοµία κατά τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά και η πορεία που θα πάρει η οικονοµία µετά τα δηµοσιεύµατα τα οποία διεθνοποιούν το πρόβληµα του Μητσοτάκη.
Το απόγευµα της περασµένης Παρασκευής το Euronews έδωσε το δικό του χτύπηµα στον Μητσοτάκη, εµφανίζοντάς τον πλέον να έχει πρόβληµα µε τις Βρυξέλλες.
Μέχρι πού είναι ικανός να φτάσει;
Ο Μητσοτάκης είναι σε ελεύθερη πτώση όχι γιατί το θέλουν ξένοι παράγοντες και µέσα ενηµέρωσης, αλλά επειδή αυτό είναι το αποτέλεσµα της πολιτικής του. Τα διεθνή ΜΜΕ απλώς το καταγράφουν και οι καταγραφές φαίνονται ενδεχοµένως ογκώδεις επειδή το ελληνικό κοινό είναι ασυνήθιστο στην πραγµατική ενηµέρωση. Αυτή την απλή πραγµατικότητα αρνείται να την αναγνώσει ο Μητσοτάκης και καταφεύγει στην εύκολη λύση που ανακάλυψαν οι πολιτικοί του πάτρονες τη δεκαετία του 1950. Ο Μητσοτάκης κατασκευάζει έναν εσωτερικό εχθρό ο οποίος απειλεί τη χώρα και διαµορφώνει κλίµα αστάθειας. Ταυτίζει τον εαυτό του µε τις ανάγκες της χώρας και αρνείται να αποδεχτεί την εναλλαγή των κυβερνήσεων, την πολιτική µάχη και τον έλεγχο ως στοιχεία δηµοκρατίας.
Το ερώτηµα είναι µέχρι πού θα φτάσει για να στηρίξει αυτό που αντιλαµβάνεται ως αναγκαίο, δηλαδή τον εαυτό του στην εξουσία. ∆εν έχει επιδείξει την ελάχιστη αίσθηση ευθύνης. Κατηγορεί τους άλλους, εκβιάζει τους συνοδοιπόρους του και απειλεί όποιον τον κρίνει. Αυτές δεν είναι εγγυήσεις δηµοκρατίας. Λίγη σηµασία έχει αν η στάση του Μητσοτάκη είναι αποτέλεσµα της καθεστωτικής του αντίληψης, της σύγχυσής του ή της διαταραχής που διέπει εδώ και καιρό τις πολιτικές του επιλογές.
Στις καθεστωτικές αντιλήψεις δεν υπάρχουν στιγµές αυτογνωσίας και ευαισθησίας. Αν ο Μητσοτάκης αντιγράφει την ΕΡΕ του 1950 και τις µεθόδους της, δεν υπάρχει καµιά εγγύηση ότι θα θέσει κάποιο όριο. Ο Μητσοτάκης πέφτει και πρέπει να προσέχουµε τι µπορεί να κάνει.