Το πρόβλημα της χώρας εδώ και δεκαετίες είναι η διαφθορά. Και διαφθορά υπάρχει γιατί μπορεί να αναπτύσσεται ατιμώρητη με ευθύνη παραγόντων της Δικαιοσύνης.
Το σκάνδαλο Novartis στην Ελλάδα, δεν είναι το πρώτο που συγκαλύπτεται και πολύ φοβάμαι πως δεν θα είναι ούτε το τελευταίο. Το σκάνδαλο της Siemens, (θυμίζω ότι η Οικογένεια Μητσοτάκη δεν είχε ούτε αγέννητο παιδί που να μην έχει γαλουχηθεί στα πάρε δώσε με τον γερμανικό κολοσσό), έκλεισε με τον ίδιο προκλητικό τρόπο που έκλεισε η Novartis. Οι πρωταγωνιστές του, φυγαδεύτηκαν απροκάλυπτα από τους κυβερνώντες, ενώ υπήρξαν και πάλι διάφορα νομικά τερτίπια για να μην δικαστούν.
Το σκάνδαλο Novartis όμως, έχει μια βασική ποιοτική διάφορά με τα άλλα σκάνδαλα και την συγκάλυψή τους. Στα άλλα σκάνδαλα, η προσπάθεια των διεφθαρμένων ήταν, με εργαλείο την πολιτική και όπως πάντα το σύστημα στη Δικαιοσύνη, να αποφύγουν την τιμωρία. Στη Novartis , δεν τους έφτανε μόνο να διαφύγουν την τιμωρία. Έπρεπε να τιμωρήσουν παραδειγματικά και χωρίς καν την ανάγκη τήρησης των προσχημάτων (ακριβώς για να εκπαιδεύσουν με τον τρόπο αυτό την κοινή γνώμη στην επιβολή των άνομων κανόνων), όσους επιχείρησαν να μιλήσουν ή αποκάλυψαν το σκάνδαλο.
Τι αποκάλυψε η υπόθεση με τις συνομιλίες Μανιαδάκη; Πως όσα μου περιέγραφε σε ανύποπτο χρόνο ο πρώην προστατευόμενος μάρτυρας, τελικώς έγιναν πράξη. Ο εκφοβισμός των μαρτύρων, η επεξεργασία νομικού πλαισίου για να τιμωρηθούν όσοι τόλμησαν να μιλήσουν και φυσικά η τιμωρία που υπόσχονταν ο Γιάννης Στουρνάρας και οι συνεργοί του. Το αποτέλεσμα δηλαδή, επιβεβαιώνει τον Μανιαδάκη και τις συνομιλίες και αποδεικνύει τη συνωμοσία που υπήρξε.
Και τι κάνει η Δικαιοσύνη; Αφού συμμετείχε ενεργά στην συγκάλυψη του σκανδάλου, αφού έστησε τις δικογραφίες της τιμωρίας των ανυπάκουων, τώρα πάλι σωπαίνει συγκαλυπτικά.
Στην ιστορία της Δικαιοσύνης και της διαφθοράς στην Ελλάδα, νομίζω πως δεν υπάρχει πιο προκλητικό νομικό κείμενο από αυτό που αρχειοθετεί την έρευνα για τον Άδωνη Γεωργιάδη και τον Δημήτρη Αβραμόπουλο για τη Novartis, αφού πρώτα χαρακτηρίζει τα αδικαιολόγητα εκατομμύρια που βρέθηκαν στους λογαριασμούς τους ως «αδιευκρίνιστα». Η πρόκληση συνεχίζεται. Αφού αποδείχθηκε πως το κατηγορητήριο εναντίον μου ήταν μια κατασκευή (η Ανακρίτρια άσκησε δίωξη επικαλούμενη μαρτυρία που δεν υπήρχε και χαρακτήρισε «εντελώς αβάσιμη» μια αναφορά που δεν είχε καν στη διάθεσή της), τώρα αποδεικνύεται από τις συνομιλίες με το Μανιαδάκη, ότι μάρτυρες εκφοβίστηκαν για να αλλάξουν στάση. Σε κάθε Ευρωπαϊκή χώρα, ο Εισαγγελέας του Ανώτατου Δικαστηρίου θα είχε διατάξει έρευνα και άνοιγμα της υπόθεσης με βάση τα νέα στοιχεία και οι επιστημονικές Ενώσεις Δικαστών και Εισαγγελέων θα είχαν ζητήσει το σεβασμό στο Κράτος Δικαίου. Μέχρι στιγμής δεν συμβαίνει τίποτα από όλα αυτά. Δεν είναι θέμα αδιαφορίας και γραφειοκρατικής δυσλειτουργίας αλλά διαφθοράς. Δεν είναι όλοι οι δικαστές και οι εισαγγελείς διεφθαρμένοι, αλλά και οι τίμιοι και οι διεφθαρμένοι καθορίζονται από τους κανόνεςπου έχει επιβάλει η διαφθορά. Κάθε προσπάθεια να καταδειχθεί η διαφθορά και τα όργανά της, εμφανίζεται ως παρέμβαση στη Δικαιοσύνη. Κάθε προβληματισμός τίμιου παράγοντα της Δικαιοσύνης για το τι συμβαίνει στο χώρο και τι πρέπει να γίνει, μετατρέπεται σε εκ των προτέρων κατηγορία για αντισυναδελφική πρακτική. Ανάμεσα στα πράγματα που δεν συμβαίνουν ποτέ στην Ελληνική Δικαιοσύνη, είναι να τιμωρούνται όσοι διαπράττουν πειθαρχικά και ποινικά παραπτώματα στο εσωτερικό της. Οι πειθαρχικές διώξεις δικαστών και εισαγγελέων, μετατρέπονται σε αλισβερίσι και αλληλοεκβιασμούς μεταξύ διεφθαρμένων πλευρών.
Στην Εισαγγελία Διαφθοράς, υπήρχε έρευνα με νόμιμα καταγεγραμμένες συνομιλίες, στις οποίες ανώτατοι Δικαστικοί συνομιλούσαν με κατηγορούμενους υψηλών εισοδημάτων και περίμεναν «τούρτες» και «ψάρια», όπως αποκαλούσαν συνθηματικά τις εισπράξεις. Τι έγιναν αυτές οι έρευνες; Κανένας δεν ξέρει. Αλλά φαντάζομαι πως η νομική απάντηση θα είναι «αρχειοθετήθηκαν γιατί δεν προέκυψε κάτι μεμπτό». Μία δικαστής η οποία πρωταγωνιστούσε στις καταγεγραμμένες συνομιλίες και τη δικογραφία η οποία αρχειοθετήθηκε φαντάζομαι όπως τα αδιευκρίνιστα του Γεωργιάδη, αρχειοθέτησε με τη σειρά της, όλες τις πειθαρχικές διώξεις εναντίον δικαστών και εισαγγελέων, δημιουργώντας ένα αποτελεσματικό κλίμα συνενοχής και τελικώς αλληλοσυγκάλυψης.
Το πρόβλημα της χώρας εδώ και δεκαετίες είναι η διαφθορά. Και διαφθορά υπάρχει γιατί μπορεί να αναπτύσσεται ατιμώρητη με ευθύνη παραγόντων της Δικαιοσύνης, ενώ καταλήγει να κυριαρχεί στη Δικαιοσύνη ακόμη και αν δεν κυριαρχούν οι διεφθαρμένοι. Η Δικαιοσύνη δεν είναι αυταπόδεικτα Ανεξάρτητη. Πρέπει να είναι και αυτό κάθε φορά αποδεικνύεται κατά περίπτωση, από τον κάθε δικαστή και εισαγγελέα. Αντιθέτως , οι πολίτες γνωρίζουν και επιβεβαιώνουν καθημερινά, σε βαθμό μάλιστα που να ανέχονται ως κανονικότητα την κατάσταση, πως η Δικαιοσύνη είναι εξαρτημένη, από πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα.
Αυτός ο κύκλος της διαφθοράς πρέπει να σπάσει. Το απόστημα πρέπει να καθαρίσει. Η αυτοκάθαρση δεν μπορεί να γίνει, γιατί στο χώρο της Δικαιοσύνης η ανοχή στη διαφθορά έχει παγιωθεί, έχει επικρατήσει ως κανονικότητα.
Το λαϊκό αίτημα για κάθαρση στη Δικαιοσύνη, ακυρώνεται γιατί δεν έχει αντίκρισμα στις πολιτικές δυνάμεις. Όχι γιατί είναι στο σύνολό τους διεφθαρμένες, αλλά γιατί έχει στηθεί ένα πλαίσιο ψευδούς θεσμικότητας, που χαρακτηρίζει προκαταβολικά κάθε αίτημα για κάθαρση στη Δικαιοσύνη, ως παρέμβαση. Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις, έπεσαν σε αυτή την παγίδα, απολογούμενες στη λογική που θέλει την κριτική για το τι συμβαίνει στη Δικαιοσύνη, ως παρέμβαση. Ακόμη και η καταγραφή ή αναφορά σε προκλητικά γεγονότα από τον χώρο της Δικαιοσύνης, βαφτίζονται προβληματικά και παρεμβατικά. Αν πει κάποιο πολιτικό πρόσωπο, όπως έχει δικαίωμα, ότι μια δικογραφία λιμνάζει δύο χρόνια στη Δικαιοσύνη ή ότι μια ανακρίτρια δεν έχει κάνει καμιά ανακριτική πράξη για την υπόθεση μεγάλου σκανδάλου, τότε βρίσκεται απολογούμενο γιατί δήθεν δεν σέβεται τη διάκριση των εξουσιών. Την ίδια ώρα φυσικά μπορεί ένα άλλο πολιτικό πρόσωπο όπως ο Άδωνης Γεωργιάδης να υπόσχεται δημόσια διώξεις σε πολίτες, αλλά αυτό να μην θεωρείται ούτε παρέμβαση στη Δικαιοσύνη, ούτε προσπάθεια επηρεασμού της.
Είναι ευθύνη των προοδευτικών δυνάμεων, να ηγηθούν εκστρατείας για την αποκατάσταση της λειτουργίας της Δικαιοσύνης στη χώρα. Να προωθήσουν νομικό πλαίσιο για ουσιαστικό έλεγχο και τιμωρία των επίορκων αλλά κυρίως, να φέρουν στη Βουλή περιπτώσεις διαφθοράς στη Δικαιοσύνη για να ξεκινήσουν διαδικασίες ελέγχου.
Όταν αναπτύσσονται σαπρόφυτα στο σκοτάδι, τότε είναι υποχρέωση να ρίξεις φως. Πρέπει να γίνει πολιτικό αίτημα πρώτης γραμμής η κάθαρση στη Δικαιοσύνη. Διαφορετικά, κάθε προσπάθεια προόδου θα καταπέφτει στα ΣτΕ και τις δικαστικές αίθουσες, ενώ η πολιτική και τελικώς η Δημοκρατία, θα ποινικοποιηθούν. Δεν πρέπει να κάνουμε ανάθεση των δημοκρατικών λειτουργιών, σε ένα κράτος δικαστών, πολύ περισσότερο σε κράτος διεφθαρμένων δικαστών, απέναντι στους οποίους θα σιωπούμε για να μην κατηγορηθούμε για απρέπεια. Αν η πολιτική υποκύψει σε αυτό το ιδιόμορφο μπούλινγκ , δεν θα έχουμε χούντα, αλλά θα είναι σαν να έχουμε. Θα έχουμε δικαστικό κράτος, στο οποίο οι Μητσοτάκηδες της κάθε εποχής, θα αναθέτουν να ποινικοποιηθεί η δράση των αντιπάλων.
Πηγή: Koutipandoras.gr