Προσφυγικό: «Να έρθετε στο νέο καμπ που δεν θα έχετε τίποτε»

Έρμαια της πανδημίας, της κακοκαιρίας και της κυβερνητικής εκδικητικότητας οι πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο σε Λέσβο και Σάμο

Αντί για μέτρα προστασίας, απομόνωση και καταστολή. Χιλιάδες αιτούντες άσυλο παραμένουν εγκλωβισμένοι σε απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης ενώ η χώρα εδώ και λίγες ώρες βρίσκεται σε νέο lockdown. Σε σκηνές, χωρίς θέρμανση, ηλεκτρικό, μέτρα προστασίας και υγιεινής, με τον χειμώνα να καταφτάνει, είναι έρμαια του δεύτερου κύματος της πανδημίας. Οπως ήταν άλλωστε τόσο καιρό, αφού το κυριότερο μέτρο «προστασίας» που έλαβε η κυβέρνηση ήταν η απομόνωσή τους. Παρότι μερικές χιλιάδες αιτούντες άσυλο έχουν μεταφερθεί από τα νησιά στην ενδοχώρα, χιλιάδες παραμένουν στοιβαγμένοι στους απάνθρωπους προσφυγικούς καταυλισμούς των νησιών, ενώ τα κρούσματα αυξάνονται καθημερινά. Παράλληλα, πριν από μερικές ημέρες μέσω μεγάλης αστυνομικής επιχείρησης 74 ευάλωτοι άνθρωποι μεταφέρθηκαν από τη δομή φιλοξενίας του ΠΙΚΠΑ της Μυτιλήνης –δημιουργήθηκε από τη Lesvos Solidarity, που το 2016 έλαβε το βραβείο προσφύγων Νάνσεν της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ– στη δομή του Καρά Τεπέ. Ακόμη και τώρα η κυβέρνηση επιδεικνύει την εκδικητικότητά της στους πιο αδύναμους.

«Θύματα βασανιστηρίων σύρονταν από την αστυνομία»

«Την Πέμπτη 29 Οκτωβρίου, χωρίς καμία προειδοποίηση, μας ανακοίνωσαν ότι θα έρθουν με λεωφορεία να μεταφέρουν τους 74 ανθρώπους στο παλιό Καρά Τεπέ. Τους ζητήσαμε χρόνο να προετοιμάσουμε τους ανθρώπους που είναι ψυχολογικά επιβαρυμένοι. Μας απάντησαν όμως ότι δεν γίνεται, γιατί είχαν ήδη μισθώσει δύο λεωφορεία ΚΤΕΛ για 120 ευρώ. Τους είπαμε ότι δεν μπορούμε να συνεργαστούμε σε μια διαδικασία που δεν σέβεται το δικαίωμα των ανθρώπων να έχουν πληροφορηθεί εκ των προτέρων, να αποχαιρετήσουν το σπίτι και την κοινότητά τους» δήλωσε στο Documento η Εφη Λατσούδη, μέλος της Αλληλεγγύης Λέσβου και εργαζόμενη της Υποστήριξης Προσφύγων στο Αιγαίο.

Τελικά η επιχείρηση αναβλήθηκε και την επόμενη ημέρα «στις 6.30 το πρωί ξαναήρθαν με διμοιρίες ΜΑΤ και με drones που βιντεοσκοπούσαν την επιχείρηση. Δεν επέτρεψαν σε δικηγόρους και ψυχοκοινωνικό προσωπικό να υποστηρίξει τους ανθρώπους. Τους χτυπούσαν τις πόρτες για να βγουν. Γυναίκες έκλαιγαν, κάποιοι έπαθαν κρίση. Ανθρωποι ήδη ψυχικά τραυματισμένοι και θύματα βασανιστηρίων σύρονταν από την αστυνομία». Πλέον οι 74 άνθρωποι «παραπονιούνται επειδή δεν έχουν αποδεχτεί ότι έχασαν τον χώρο τους. Ακούμε κλάμα και οδυρμό και προσπαθούμε να τους καθησυχάσουμε» λέει η κ. Λατσούδη.

Η όλη επιχείρηση «ήταν επικοινωνιακού χαρακτήρα και πολύ επικίνδυνη προς τους ανθρώπους. Ηταν επίδειξη δύναμης και τρόπος για να μας συκοφαντήσουν, γιατί ήταν αντιτρομοκρατική επιχείρηση αυτό που συνέβη. Λένε ότι η δομή ήταν άτυπη, ενώ σε αυτήν παρέπεμπαν η πρώτη υποδοχή και η Υπατη Αρμοστεία. Το έργο που παραγάγαμε όμως δεν ήταν άτυπο, αλλά μια προσπάθεια να υπάρχουν αξιοπρεπείς συνθήκες για όλους, με διαφάνεια, χωρίς τα τρελά κονδύλια που ξοδεύονται στο προσφυγικό και δημιουργούν αθλιότητα και στρατόπεδα συγκέντρωσης» καταλήγει.

«Δεν υπάρχει ανθρωπιά, αλλά είμαστε άνθρωποι»

Η Μίνα από το Αφγανιστάν μεταφέρθηκε από το ΠΙΚΠΑ Λέσβου μαζί με τον σύζυγό της και την κόρη της. Εκεί «μένουμε σε ένα μικρό κοντέινερ, χωρίς ρεύμα, χωρίς τίποτε. Είναι ένα κουτί που γεμίζει νερό. Τη νύχτα έχει πολύ κρύο. Το πρωινό πολλές φορές είναι ένα ψωμί για τρία άτομα. Μαγειρεύουμε σε φωτιά. Αν θες να φτιάξεις τσάι, πρέπει να περιμένεις δύο τρεις ώρες στην ουρά. Η μυρωδιά από την τουαλέτα φτάνει μέχρι έξω από το καμπ. Πρέπει να κάνεις ντους στις 3 το βράδυ μήπως είσαι τυχερός και βρεις ζεστό νερό. Είναι φριχτά εδώ». Σχετικά με την επιχείρηση εκκένωσης η Μίνα ανέφερε ότι «οι αστυνομικοί μας φέρθηκαν χάλια. Μας ξύπνησαν 6 το πρωί. Χτυπούσαν την πόρτα και φώναζαν: “Ελάτε έξω. Θα σας πάμε σε καλύτερο μέρος”. Τους απάντησα ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει καλύτερο μέρος για εμάς και μου είπαν να σκάσω, ενώ ρωτούσαν γιατί ήρθαμε από το Αφγανιστάν. Τα παιδιά έκλαιγαν. Ενας αστυνομικός είπε ότι θέλει να κλείσει το ΠΙΚΠΑ επειδή δείχνουμε στους συγγενείς μας πώς ζούμε και θα έρθουν κι άλλοι. “Πρέπει να έρθετε στο νέο καμπ που δεν θα έχετε τίποτε” μας είπε».

Η Μίνα, που βρίσκεται 14 μήνες στην Ελλάδα, έχει ζήσει τέσσερις μήνες στη Μόρια, ενώ «είχα βρεθεί για 15 ημέρες και στο Καρά Τεπέ. Και τώρα μεταφέρθηκα ξανά σε αυτό το φριχτό μέρος. Μπορεί να μην υπάρχουν αξιοπρέπεια και ανθρωπιά εδώ, αλλά είμαστε άνθρωποι. Υπάρχουν συνεχώς δίπλα μας αστυνομικοί που μας φωνάζουν. Είναι σαν να είμαι στο Αφγανιστάν. Εκεί φοβόμουν τις βόμβες, εδώ τους φασίστες αστυνομικούς. Ξέρω ότι είμαι πρόσφυγας, ότι δεν μπορώ να τους παλέψω, αλλά πρέπει. Γιατί είμαι άνθρωπος».

«Βλέπουμε μια νέα Μόρια»

«Εχουμε αδυναμία να κατανοήσουμε τις αποφάσεις που λαμβάνονται. Υποτίθεται ότι περάσαμε σε μια φάση όπου, σύμφωνα με αυτά που υποστηρίζουν η ΕΕ και κυβερνητικοί κύκλοι, υπάρχει θέληση να προστατευτούν οι ευάλωτοι άνθρωποι και να μείνουν σε αξιοπρεπείς συνθήκες. Ταυτόχρονα βλέπουμε το ΠΙΚΠΑ να κλείνει και οι ευάλωτοι άνθρωποι που έμεναν εκεί μεταφέρονται στη δομή του Καρά Τεπέ, που επίσης είναι να κλείσει εντός ολίγου. Κι όλα αυτά ενώ περίπου 7.500 άνθρωποι ζουν σε άθλιες συνθήκες στη νέα δομή στο Μαυροβούνι» δήλωσε στο Documento ο Αχιλλέας Τζέμος, συντονιστής της ομάδας των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη Λέσβο.

Η δομή στο Μαυροβούνι «βρίσκεται σε μια τοποθεσία με τρομακτικά προβλήματα, εκτεθειμένη στον αέρα, με τρομερή υγρασία. Οι άνθρωποι σε σκηνές. Υπάρχει αδιαφορία για το πραγματικό πρόβλημα. Ο κορονοϊός –και με τον χειμώνα να έρχεται– υπό τις προϋποθέσεις που μένουν στοιβαγμένοι οι άνθρωποι στις σκηνές θα προκαλέσει πολλά προβλήματα. Οι άνθρωποι μπορεί να φοράνε μάσκες, αλλά συγκεντρώνονται σε ουρές χωρίς τήρηση αποστάσεων, αφού αυτό είναι αδύνατον σε έναν καταυλισμό με αυτά τα χαρακτηριστικά» σημειώνει.

Οι ελλείψεις είναι τεράστιες: «Η πρόσβαση σε ντουζιέρες με ζεστό νερό είναι εξαιρετικά ανεπαρκής. Πολλοί αναγκάζονται να κάνουν ντους με σωλήνες σε εξωτερικό χώρο. Είναι λύση ανάγκης για τους άντρες, αλλά σίγουρα δεν μπορεί να συμβεί το ίδιο με τις γυναίκες» επισημαίνει και συνεχίζει: «Οι συνθήκες υγιεινής είναι κάκιστες. Πολλοί άνθρωποι έχουν ψώρα που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά χωρίς πρόσβαση σε ζεστό νερό». Σχετικά με την ψυχολογική κατάσταση των ανθρώπων ο κ. Τζέμος σχολίασε ότι «σε ανθρώπους με αβεβαιότητα για τη διαδικασία ασύλου και τις συνθήκες διαβίωσης είναι αδύνατο να βελτιωθεί η κατάστασή τους, οποιαδήποτε στήριξη κι αν τους προσφέρεις. Αυτό που βλέπουμε είναι μια νέα Μόρια με τα ίδια ή και χειρότερα προβλήματα».

«Πρώτο και τελευταίο μέτρο για τις αρχές ο αποκλεισμός»

«Δυστυχώς η φωτιά στη δομή της Σάμου ήταν η πέμπτη τους τελευταίους επτά οκτώ μήνες. Εχουν καεί περίπου 25 σκηνές και μεγάλο μέρος της δομής. Δεν φαίνεται να βρίσκονται άνθρωποι εκτός καταλυμάτων, αφού επέστρεψαν με κάποιον τρόπο» δήλωσε στο Documento ο Γιώργος Καραγιάννης, επικεφαλής της αποστολής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη Σάμο. «Η κατάσταση ύστερα από μια φωτιά, ειδικά εν μέσω κορονοϊού, είναι ίδια. Ανθρωποι περιμένουν να γυρίσουν στις ίδιες συνθήκες που βρίσκονταν. Συνθήκες που τους αρρωσταίνουν. Υπάρχουν πάρα πολλά σκουπίδια, αρουραίοι, ανασφάλεια, βία, φωτιές, δεν υπάρχει επαρκής πρόσβαση σε τουαλέτα και ντους, το φαγητό πολλές φορές δεν τρώγεται. Ουσιαστικά το καμπ χωράει 800 άτομα και περιμετρικά βρίσκονται 4.000 άνθρωποι. Εμείς παρέχουμε 80.000 λίτρα πόσιμου νερού. Αν δεν το κάναμε, ουσιαστικά δεν θα είχαν νερό να πιουν» εξηγεί.

Σχετικά με τα κρατικά μέτρα προστασίας για τον κορονοϊό ο κ. Καραγιάννης ανέφερε ότι «πάντα για τις αρχές στους προσφυγικούς καταυλισμούς το πρώτο και τελευταίο μέτρο είναι ο αποκλεισμός από το κοινωνικό σύνολο και τεστ τις πρώτες ημέρες ώστε να δουν πού βρίσκεται η κατάσταση. Οι δυνατότητες απομόνωσης στο καμπ επαρκούν για μερικές δεκάδες ανθρώπους, έχουμε όμως περισσότερα από εκατό κρούσματα. Υπάρχουν ουρές για το φαγητό, εστίες υπερμετάδοσης, δεν υπάρχει πρόνοια πώς θα βγουν άνθρωποι με προβλήματα υγείας. Δεν υπήρξε καμία συνεργασία του ΕΟΔΥ με το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου στη Σάμο. Η ανταπόκριση που υπάρχει είναι ανάλογη της προετοιμασίας: ελάχιστη».

Σε μια επιδημία «φροντίζεις τους ευάλωτους. Αυτό στη Σάμο δεν έχει γίνει. Εδώ και εννέα μήνες οι αρχές είχαν όλο το περιθώριο και όλες τις λίστες να απομακρύνουν τις ομάδες υψηλού κινδύνου, η πρόσβαση των οποίων στο δημόσιο σύστημα υγείας είναι πολύ πιο δύσκολη σε σχέση με τους πολίτες. Ως εκ τούτου, το αίτημά μας είναι η μεταφορά όλων των ευπαθών ομάδων και η ενεργοποίηση –έστω και τώρα– ενός σχεδίου δράσης για τον κορονοϊό που θα περιλαμβάνει κάτι πέραν της απομόνωσης και της ιχνηλάτησης» αναφέρει.

«Ο ιός δεν κάνει διακρίσεις»

«Ο χώρος και οι άνθρωποι του ΠΙΚΠΑ έχουν προσφέρει αξιοπρεπείς και ανθρώπινες συνθήκες διαμονής σε κάποιους από τους πιο ευάλωτους αιτούντες άσυλο που έχουν περάσει από το νησί της Λέσβου» δήλωσε στο Documento η Στέλλα Νάνου, εκπρόσωπος Τύπου της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. «Το ΠΙΚΠΑ, πέρα από σύμβολο αλληλεγγύης και ανθρωπισμού, έχει αναδείξει ότι ακόμη και σε δύσκολους καιρούς οι αξιοπρεπείς λύσεις για τους αιτούντες άσυλο είναι προς όφελος τόσο της προσφυγικής όσο και της τοπικής κοινότητας, καθώς ευνοούν την κοινωνική συνοχή και τη συμπερίληψη. Τα παιδιά πρόσφυγες που φιλοξενούνταν στο ΠΙΚΠΑ, για παράδειγμα, φοιτούσαν ομαλά στα τοπικά σχολεία, ενώ οι άνθρωποι με σοβαρά προβλήματα υγείας είχαν την κατάλληλη υποστήριξη».

Επισημαίνει ότι η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες «έχει εκφράσει επανειλημμένα την ανησυχία της για τις υπερπλήρεις και επισφαλείς συνθήκες διαμονής των αιτούντων άσυλο και των προσφύγων στα κέντρα υποδοχής των νησιών του Αιγαίου, καλώντας για την επιτάχυνση των μεταφορών σε κατάλληλα καταλύματα στην ενδοχώρα. Ο πληθυσμός στα κέντρα υποδοχής των νησιών έχει μειωθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες, που αποτελεί καλοδεχούμενη εξέλιξη. Ομως σε δομές όπως αυτή της Σάμου ο αριθμός των διαμενόντων εξακολουθεί να υπερβαίνει τη δυναμικότητα του κέντρου. Και η πανδημία της Covid-19 έχει σαφώς δυσχεράνει την κατάσταση για όλους».

«Ο ιός», σύμφωνα με την κ. Νάνου, «έχει δείξει ότι δεν κάνει διακρίσεις, όμως πολλοί πρόσφυγες, ειδικά αυτοί που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου, όπως οι ηλικιωμένοι και οι ανοσοκατασταλμένοι, οι οποίοι συνεχίζουν να ζουν σε προβληματικές συνθήκες υπερπληθυσμού, μπορεί να είναι περισσότερο εκτεθειμένοι. Η Υπατη Αρμοστεία έχει τονίσει τη σημασία να εντάσσονται όλοι οι πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο που βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια στον εθνικό σχεδιασμό για την παρακολούθηση, την ετοιμότητα και την ανταπόκριση στον ιό, ώστε στο πλαίσιο αυτής της πανδημίας να μη μείνει κανένας πίσω. Πρόκειται για ηθική και νομική υποχρέωση, που έχει όμως και πρακτική διάσταση, καθώς συμβάλλει στο να διασφαλίζονται η ασφάλεια και η ευημερία ολόκληρης της κοινότητας».

Ετικέτες