Προσφυγή Ανδρουλάκη στο ΣτΕ κατά του απόρρητου για τις υποκλοπές

Προσφυγή Ανδρουλάκη στο ΣτΕ κατά του απόρρητου για τις υποκλοπές

Σε μια ακόμα παρέμβαση θεσμικού χαρακτήρα για το σκάνδαλο των υποκλοπών, με προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ), αυτή τη φορά, προχώρησε ο  Νίκος Ανδρουλάκης.  Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ προσέφυγε τη Δευτέρα στο ΣτΕ με αίτημα να κηρυχτεί αντισυνταγματική η διάταξη, που απαγορεύει την ενημέρωση όσων έχουν παρακολουθηθεί από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ).

Σύμφωνα με ενημέρωση από τη Χαριλάου Τρικούπη, ο Νίκος Ανδρουλάκης κατέθεσε ενώπιον του ΣτΕ αίτηση ακύρωσης αναφορικά με την απόρριψη από την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) του αιτήματός του να ενημερωθεί για τους λόγους που η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών παρακολουθούσε το τηλέφωνό του. Με την αίτηση ακύρωσης ζητά να αναγνωριστεί ότι η διάταξη του Νόμου 4790/2021 με την οποία απαγορεύθηκε η γνωστοποίηση της παρακολούθησης για λόγους εθνικής ασφάλειας έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.

Κατά την κρίση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, το απόρρητο εργαλειοποιήθηκε από την Κυβέρνηση της ΝΔ «με στόχο την συγκάλυψη» και παράλληλα με επίκεντρο τη διάταξη περί απορρήτου «δημιουργήθηκαν νησίδες ανομίας στη λειτουργία του Κράτους, κάτι που δεν νοείται σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή δημοκρατία».

Όπως τόνισε σε δήλωσή του ο Νίκος Ανδρουλάκης, η διάταξη του Νόμου 4790/2021 θα έπρεπε να είχε καταργηθεί από τις αρχές Αυγούστου οπότε έγινε γνωστή η παρακολούθησή του και απαρίθμησε τις ευκαιρίες που είχε η κυβέρνηση της ΝΔ να το κάνει και δεν το έπραξε. Οπως είπε, «η Κυβέρνηση είχε την ευκαιρία να το κάνει στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για την αναμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας της ΕΥΠ, που εξέδωσε. Δεν το έπραξε. Είχε την ευκαιρία επίσης να κάνει δεκτή σχετική τροπολογία, που κατέθεσε το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής στις 29 Σεπτεμβρίου 2022. Το απέφυγε εκ νέου». Για να καταλήξει: «Τελικώς, και αυτή η πτυχή της υπόθεσης έρχεται στα χέρια της Δικαιοσύνης, ώστε να κριθεί το κύρος της επίμαχης διάταξης».

Documento Newsletter