Προσδοκούν ανάσταση του ΕΣΥ

Για τρίτο Πάσχα δίνουν ηρωική μάχη με τον κορονοϊό οι υγειονομικοί, με τους θανάτους να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα παρά
την κήρυξη του τέλους της πανδημίας

Βαδίζοντας πλέον στον τρίτο χρόνο της πανδημίας και μετρώντας χιλιάδες νεκρούς από την Covid-19, οι εξαπατημένοι από την κυβέρνηση γιατροί των δημόσιων νοσοκομείων, που κάτω από αντίξοες συνθήκες δίνουν αγώνες πραγματικά ηρωικούς, μιλούν στο Documento για τον δικό τους γολγοθά.
Περιγράφουν την οριακή κατάσταση από πλευράς συνθηκών που βιώνουν στα νοσοκομεία του ΕΣΥ, παρακολουθούν ανήσυχοι τις αλλεπάλληλες διακηρύξεις περί τέλους της πανδημίας παρά τα καθημερινά υψηλά ποσοστά νοσούντων και κυρίως των ασθενών που χάνουν τη μάχη για να κρατηθούν στη ζωή και αγωνιούν μπροστά στη ζοφερή πραγματικότητα που φέρνουν τα σχέδια της κυβέρνησης που ξηλώνουν τον δημόσιο χαρακτήρα του συστήματος υγείας.
«Το “νέο ΕΣΥ” που ετοιμάζει η κυβέρνηση, το οποίο θα αναδυθεί ως άλλος φοίνικας από τις στάχτες που άφησε η πανδημία, δεν θα είναι πολύ φιλικό προς τους μη έχοντες. Το κράτος εξάλλου έχει αποσυρθεί προ πολλού από την ευθύνη του να παρέχει υγεία στους πολίτες» λένε οι γιατροί στο Documento, προβλέποντας ότι τα «πάθη» των υγειονομικών και των ασθενών δεν θα έχουν τέλος.

Το Documento για ένα ακόμη Πάσχα δίνει τον λόγο στους αγωνιστές του ΕΣΥ που αντί ουσιαστικής υποστήριξης από το κράτος, το μόνο που εισέπραξαν ήταν το επικοινωνιακό και άκρως υποκριτικό όπως αποδείχτηκε χειροκρότημα του πρώτου lockdown.

Αιμίλιος Κακλαμάνος
Γιατρός, πρόεδρος της πενταμελούς Επιτροπής Ιατρών της ΕΙΝΑΠ, μέλος ΔΣ Συλλόγου Εργαζομένων ΓΝΑ Λαϊκό
«Συνεχίζουμε εξαντλημένοι να ανεβαίνουμε τον γολγοθά μας»

Ενώ σήμερα τελείωσε η Εβδομάδα των Παθών, για τους υγειονομικούς και τους ασθενείς τα… πάθη δεν έχουν τέλος. Υστερα από δύο χρόνια σκληρής μάχης με την πανδημία, πολλές φορές χωρίς τα αναγκαία μέσα και μέτρα ατομικής προστασίας, χωρίς την αναγκαία στήριξη από το κράτος και πάντοτε σε συνθήκες υποστελέχωσης και εντατικοποίησης της εργασίας μας, οι υγειονομικοί συνεχίζουμε εξαντλημένοι να ανεβαίνουμε τον γολγοθά μας.

Και, δυστυχώς, το τέλος που βιάζονται να δώσουν στην πανδημία συνοδεύεται από μια «καινούργια» αρχή, το «νέο ΕΣΥ». Τα σχέδια της κυβέρνησης προβλέπουν νέο κύκλο καταργήσεων-συγχωνεύσεων νοσοκομείων και κλινικών, συμπράξεις δημόσιου – ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ), λειτουργία του ΕΟΠΥΥ ως ιδιωτικής ασφαλιστικής εταιρείας, ενίσχυση της επιχειρηματικής λειτουργίας των νοσοκομείων, νέες ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις, ακόμη μεγαλύτερη αφαίμαξη των ασθενών, μεγάλη διαφοροποίηση μεταξύ των μονάδων υγείας, απογευματινά –επί πληρωμή– χειρουργεία και είσοδο ιδιωτών στα δημόσια νοσοκομεία.

Προφανώς όλες αυτές οι ανατροπές δεν σχεδιάστηκαν ούτε προετοιμάστηκαν εν μια νυκτί. Ολες οι κυβερνήσεις (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ κ.ο.κ.) συνέχισαν να νομοθετούν από εκεί που σταμάτησαν οι προηγούμενες. Ολες οι κυβερνήσεις διαχρονικά υποβαθμίζουν, εμπορευματοποιούν, ιδιωτικοποιούν την υγεία, στο όνομα πάντα της «επίλυσης» των προβλημάτων που οι ίδιοι δημιούργησαν.

Η ανάσταση για τους υγειονομικούς δεν θα έρθει με προσευχές ή αναθέματα αλλά μέσα από καθημερινό αγώνα ενάντια στην πολιτική που αντιμετωπίζει την υγεία και την ασθένεια ως εμπορεύματα και βγάζει κέρδος από τον ανθρώπινο πόνο και τον θάνατο.
Διεκδικώντας ένα αποκλειστικά σύγχρονο σύστημα υγείας, δημόσιο και δωρεάν για όλους, με κατάργηση της επιχειρηματικής δράσης.

Στέλιος Τσόχατζης
Γενικός χειρουργός ΓΝ Πατρών, γενικός γραμματέας Ενωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αχαΐας (ΕΙΝΑ), μέλος ΓΣ ΟΕΝΓΕ, μέλος ΔΣ Ιατρικού Συλλόγου Πατρών
«Για την ανάσταση του ΕΣΥ»

 

Το βασικότερο συμπέρασμα που θα μπορούσαμε να βγάλουμε από το τρίτο έτος επιδημίας Covid που διανύουμε στη χώρα μας αλλά και παγκοσμίως είναι ότι μόνο τα ισχυρά κρατικά, αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν συστήματα υγείας μπορούν να αντεπεξέλθουν σε συνθήκες πρωτοφανούς πίεσης ώστε να σωθούν όσο το δυνατόν περισσότερες ανθρώπινες ζωές.
Η κυβέρνηση επέλεξε –αναμφίβολα συνειδητά πλέον– την εγκληματική νεοφιλελεύθερη πολιτική του λιγότερου κράτους και του λιγότερου δημόσιου και δωρεάν στην υγεία, κατοχυρώνοντας την Ελλάδα από τις πρώτες χώρες στην Ευρώπη σε θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Αποθέωσε την ατομική ευθύνη των πολιτών ενώ η κυβερνητική ευθύνη περιορίστηκε σε μερικά μόνιτορ δίπλα σε απλές κλίνες που βαπτίστηκαν ΜΕΘ, στην πρόσληψη ελάχιστων συμβασιούχων υγειονομικών των οποίων η σύμβαση έχει ήδη λήξει, στη μετατροπή των δημόσιων νοσοκομείων σε σχεδόν αποκλειστικής αντιμετώπισης Covid, εκτοξεύοντας τη νοσηρότητα και θνητότητα των υπόλοιπων νοσημάτων, δημιουργώντας έτσι έτοιμη πελατεία για τα μεγάλα ιδιωτικά θεραπευτήρια, τα οποία συνεχίζουν να κερδοφορούν λιποτακτώντας από τη μάχη της επιδημίας.
Το σχέδιο νόμου Πλεύρη – Γκάγκα που βρίσκεται σε διαβούλευση αυτή την περίοδο έρχεται ως συνέχεια της ίδιας πολιτικής περαιτέρω απαξίωσης και υποβάθμισης της δημόσιας πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και των δημόσιων νοσοκομείων. Μεταξύ αυτών που προβλέπονται είναι η καθιέρωση συστήματος παραπομπών των πολιτών από τον προσωπικό ιατρό ως αναγκαία προϋπόθεση για την πρόσβαση στις δημόσιες μονάδες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας υγείας. Με αυτήν τη διάταξη, εκτός του ότι είναι ανεφάρμοστη λόγω έλλειψης γενικών ιατρών (με 2.000 πληθυσμό αναφοράς ανά ιατρό, όπως προβλέπει το νομοσχέδιο, σε 11 εκατ. πληθυσμό χρειάζονται 5.500 οικογενειακοί ιατροί, ενώ αυτήν τη στιγμή υπάρχουν λιγότεροι από τους μισούς), ο οικογενειακός ιατρός μετατρέπεται σε «πορτιέρη» (gatekeeper) ώστε να παρεμποδίζεται η πρόσβαση του πληθυσμού σε γιατρούς άλλων ειδικοτήτων και σε νοσοκομεία, με στόχο τη μείωση του κόστους και τις απευθείας πληρωμές από την τσέπη των ασθενών, ενώ οι χρονίως πάσχοντες θα έχουν δικαίωμα παραπομπής μόνο μία φορά ετησίως στους εξειδικευμένους θεράποντες ιατρούς τους.
Τα κέντρα υγείας θα στελεχώνονται μόνο με πέντε βασικές ειδικότητες: γενικής/οικογενειακής ιατρικής, εσωτερικής παθολογίας, καρδιολογίας, ορθοπεδικής/τραυματολογίας και παιδιατρικής, ενώ για τις υπόλοιπες ειδικότητες θα στελεχώνονται κατά περίπτωση και βάσει αιτιολογημένης εισήγησης από τις ΥΠΕ. Δηλαδή οι οδοντίατροι, οφθαλμίατροι, δερματολόγοι, ψυχίατροι κ.ά. στα ΚΥ είναι πολυτέλεια για τους πολίτες και θα πρέπει να απευθυνθούν στον ιδιωτικό τομέα για να τους επισκεφτούν.
Δίνεται η δυνατότητα συμβάσεων έργου στα δημόσια νοσοκομεία με ιδιώτες παρόχους και ιδιώτες ιατρούς – δηλαδή τα χιλιάδες οργανικά κενά στο ΕΣΥ δεν θα καλύπτονται από τις αναγκαίες μόνιμες προσλήψεις προσωπικού πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης αλλά από ιδιώτες, δημιουργώντας τεράστιες ανισότητες, μειώνοντας το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών και μετατρέποντας τα δημόσια νοσοκομεία σε πεδίο άγρας πελατών.
Θεσμοθετείται η δυνατότητα απογευματινών επί πληρωμή χειρουργείων από τους ιατρούς του ΕΣΥ ως κίνητρο αύξησης του εισοδήματος των ιατρών και του υπόλοιπου προσωπικού των χειρουργείων. Πρόκειται για αισχρή ρύθμιση, που νομιμοποιεί το «φακελάκι», δημιουργεί τεράστιες ανισότητες εκβιάζοντας τους ασθενείς να πληρώσουν για να υπερπηδήσουν τη λίστα αναμονής. Το απογευματινό επί πληρωμή χειρουργείο θα λειτουργεί εις βάρος της πρωινής τακτικής λειτουργίας, καταργώντας τη δωρεάν περίθαλψη. Αυτό το νομοσχέδιο ουσιαστικά έρχεται για να ισοπεδώσει ό,τι έχει μείνει όρθιο από τη δημόσια περίθαλψη.
Αυτό που χρειάζεται για να υπερασπίσουμε τη δημόσια υγεία είναι ο ανυποχώρητος αγώνας μαζί με την κοινωνία, διεκδικώντας το δικαίωμα στην πραγματικά δημόσια και δωρεάν υγεία. Είναι η ώρα της ενεργοποίησης και του συλλογικού αγώνα.

Eλένη Μπάγια
Παθολόγος στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) Covid, νοσοκομείο «Γ. Γεννηματάς»
«Εχουμε ξαναδεί τα πρωτόκολλα του τουρισμού και τα αποτελέσματά τους»

Βαδίζοντας πλέον στον τρίτο χρόνο πανδημίας, μετρώντας χιλιάδες νεκρούς από την Covid-19, οι υγειονομικοί ακούμε άλλη μια φορά τις ανακοινώσεις της κυβέρνησης για αποκλιμάκωση των μέτρων και λήξη ουσιαστικά της πανδημίας. Είναι όμως αυτή η πραγματικότητα;
Οι εργαζόμενοι στον χώρο της υγείας έχουμε ήδη βιώσει τις επιπτώσεις από τις αλλεπάλληλες διακηρύξεις περί τέλους της πανδημίας, με χιλιάδες κρούσματα και εκτόξευση των νοσηλειών και απαράδεκτα υψηλό αριθμό νεκρών από τη νόσο καθημερινά.
Ακόμη και στην πρώτη χρονιά της πανδημίας η κυβέρνηση διαφήμιζε τη χώρα μας στο εξωτερικό ως ασφαλή τουριστικό προορισμό, θέσπιζε με τη συνδρομή των επιστημόνων υγειονομικά πρωτόκολλα-λάστιχο προς όφελος των μεγάλων ξενοδόχων, των εφοπλιστών, των αεροπορικών εταιρειών. Τις συνέπειες αυτών των επιλογών ο λαός τις πλήρωσε πολύ ακριβά τις προηγούμενες χρονιές. Εχουμε δει ξανά τα πρωτόκολλα του τουρισμού και τα αποτελέσματά τους.
Οι πανηγυρισμοί για τέλος της πανδημίας είναι ομολογία παραίτησης από την όποια ιχνηλάτηση, επιτήρηση και πρόληψη. Παρά την εγκληματική διαχείριση της πανδημίας με τους 29.000 νεκρούς, η κατάσταση στο δημόσιο σύστημα υγείας παραμένει τραγική, με την υποστελέχωση, την επιδείνωση των όρων δουλειάς και τις τραγικές συνθήκες νοσηλείας για τους ασθενείς μας να αποτελούν θλιβερή πραγματικότητα. Ακόμη κι αν η πανδημία υποχωρήσει προσωρινά, η συνολική επιβάρυνση του επιπέδου υγείας έχει αποτέλεσμα την αύξηση της λοιπής νοσηρότητας και θνητότητας, έχοντας μάλιστα οδηγήσει σε 6.311 περισσότερους θανάτους τη διετία 2020-21. Η κατάσταση που επικρατεί είναι αποτέλεσμα της διαχρονικής πολιτικής των κυβερνήσεων που αντιμετωπίζουν την υγεία ως κόστος αλλά και ως πεδίο επενδύσεων και όχι ως αγαθό, γι’ αυτό και ενίσχυσαν και ενισχύουν την εμπορευματοποίηση, την ανταποδοτική λειτουργία, τη λειτουργία των νοσοκομείων ως επιχειρήσεων. Το νομοσχέδιο για το νέο ΕΣΥ επισφραγίζει τη διαχρονική αυτή κατεύθυνση.
Οι εξελίξεις δεν μας αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού. Μας δίνουν όμως ώθηση να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε μαζί με τους ασθενείς μας για να αντιστοιχηθούν οι σύγχρονες δυνατότητες της επιστήμης και της τεχνολογίας με τις διευρυνόμενες ανάγκες υγείας του λαού, για αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα υγείας, υψηλού επιπέδου.

Ελένη Ιωαννίδου
Παθολόγος λοιμωξιολόγος, Γενικό Νοσοκομείο Ρεθύμνου
«Το ΕΣΥ το “πεθάναμε” προσδοκώντας την ανάσταση»

Τον ιό τον «τελειώσαμε» για να έρθουν οι τουρίστες. Το ΕΣΥ το «πεθάναμε» προσδοκώντας την ανάσταση.
Οι αλλαγές που έρχονται είναι μονόδρομος, λέει η κυβέρνηση.
Επικαλείται την αναβάθμιση της ποιότητας των υπηρεσιών: αφού τώρα δεν υπάρχουν γιατροί, ραντεβού, χειρουργεία, ας έρθουν ιδιώτες να μας σώσουν.
Επικαλείται το δικαίωμα της επιλογής: αν κάποιος θέλει να πληρώσει για να κάνει τη δουλειά του, γιατί να μην μπορεί, βρε αδερφέ;
Επικαλείται το επιχείρημα της καλύτερης εκμετάλλευσης ακριβών πόρων: γιατί να «κάθεται» ένα μηχάνημα όταν μπορεί να δουλεύει συνεχώς μέρα νύχτα και να αποδίδει;
Επικαλείται το επιχείρημα του νεκρού χρόνου: γιατί να κάθεται ένας υγειονομικός όταν δεν έχει δουλειά ή εφημερία και να μην αξιοποιηθεί αλλού; Επικαλείται και το περί δικαίου αίσθημα των πολιτών: αυτός που δεν πληρώνει εισφορές γιατί να είναι το ίδιο με σένα που πληρώνεις;
Λες και δεν καταλαβαίνουμε ότι το χάλι του ΕΣΥ δημιουργήθηκε από τις πολιτικές τους. Γιατροί φεύγουν γιατί οι συνθήκες εργασίας και οι μισθοί τούς διώχνουν. Ο πολίτης θέλει να πληρώσει για την υγεία του όταν δεν γίνεται αλλιώς. Οι ιδιώτες θα ασχοληθούν με τα «φιλέτα»: μαγνητικές, εξειδικευμένες ακριβές θεραπείες, υψηλής τεχνολογίας χειρουργεία. Δεν θα ασχοληθούν με τα επείγοντα, τις κλινικές Covid, τα ράντζα στους διαδρόμους και τις εφημερίες. Αυτά δεν «αποδίδουν».
Το «νέο ΕΣΥ» που ετοιμάζει η κυβέρνηση, που θα αναδυθεί ως άλλος φοίνικας από τις στάχτες που άφησε η πανδημία, δεν θα είναι πολύ φιλικό προς τους μη έχοντες. Το κράτος εξάλλου έχει αποσυρθεί προ πολλού από την ευθύνη του να παρέχει υγεία στους πολίτες.
Με νόμους και διατάξεις, με πλύση εγκεφάλου, με επίκληση στην ατομική ευθύνη, με συνθήκες εργασιακού μεσαίωνα έχει εξασφαλίσει έναν αργό θάνατο στο ΕΣΥ, απογυμνώνοντάς το από όλα τα ιδρυτικά του συστατικά. Την καθολική, ομότιμη, δωρεάν πρόσβαση σε όλους. Ετσι ώστε όλοι να πουν πάνω από τον τάφο: «Ξεκουράστηκε…». Για να υπάρξει ανάσταση, σου λέει, πρέπει να προηγηθεί ένας θάνατος. Και αυτό είναι το μόνο σίγουρο.

 

Ετικέτες