«Προς ένα μέλλον χωρίς πατρίδα;»

«Προς ένα μέλλον χωρίς πατρίδα;»

Μια κυβέρνηση που εξυπηρετεί πλήρως και αποκλειστικά τα συμφέροντα μιας νεοφιλελεύθερης οικονομίας είναι φυσικό να δαιμονοποιεί τις κρατικές δομές στην επικράτεια που κυβερνά. Τις απαξιώνει, εστιάζοντας σε παθογένειες συσσωρευμένες σε ένα κράτος που μαστίζεται από πελατειακή διακυβέρνηση επί δύο αιώνες – με ελάχιστες μόνο βραχύβιες εξαιρέσεις.

Παθογένειες τις οποίες η παράταξη που κυβερνά έχει καλλιεργήσει συστηματικά στο παρελθόν και που τώρα στιγματίζει προκειμένου να τις χρησιμοποιήσει ως εφαλτήρια για πολιτικές που θα αποδομήσουν περαιτέρω όχι μόνο τον κρατικό μηχανισμό, αλλά και το νομικό και θεσμικό πλαίσιο, υπονομεύοντας θεμελιώδη ατομικά, συλλογικά και κοινωνικά δικαιώματα. Με διάφορες προφάσεις ή και χωρίς αυτές οι κρατικές υπηρεσίες υποχρηματοδοτούνται, υπ ο στελεχώνονται και εντέλει κρίνονται κατεδαφιστέες. Στον τομέα της υγείας αντί η πανδημία να γίνει αφορμή για τη θωράκιση του τομέα της δημόσιας υγείας χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα συγκάλυψης της πλήρους αποδυνάμωσής του.

Στον τομέα της διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς ο δήθεν εκσυγχρονισμός και η μεγιστοποίηση της «αποτελεσματικότητας» των κρατικών δομών για την ανταπόκριση στις απαιτήσεις της «εξέλιξης» γίνονται προσχήματα που συγκαλύπτουν το πέρασμα της διαχείρισης του πολιτιστικού κεφαλαίου της χώρας σε ιδιωτικές δομές με κύριο στόχο το ίδιον όφελος. Προς αυτή την κατεύθυνση απαξιώνονται κρατικές υπηρεσίες και εθνικοί και διεθνείς θεσμοί, με αποτέλεσμα η πολιτιστική κληρονομιά να κακοποιείται ή ακόμη και να καταστρέφεται.

Παράδειγμα τα αρχαία του σταθμού μετρό στη Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη, όπου με πρόσχημα την ταχύτερη και οικονομικότερη ολοκλήρωση του έργου οι μοναδικής αξίας κατά χώραν αρχαιότητες διαμελίστηκαν και απαξιώθηκαν πλήρως παρά την παγκόσμια κατακραυγή. Ενα χρόνο μετά η υπόθεση ολοκλήρωσης του σταθμού εξακολουθεί να εκκρεμεί με όλο και μεγαλύτερο κατασκευαστικό κόστος. Παράλληλα οι αρχαιότητες διαφημίζονται ωσάν να βρίσκονται ακόμη στη θέση τους ενώ δεν είναι πια εκεί.

Η Ακρόπολη τσιμεντώθηκε από ιδιωτικές δομές και επαπειλούνται ανακατασκευές με νέα υλικά, που θα την εξομοιώσουν και μορφολογικά με αποβάθρα για κρουαζιέρες.

Η περίπτωση της συλλογής Στερν νομιμοποίησε την αυθαίρετη καταστρατήγηση νόμων και θεσμών διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας, εξυπηρετώντας ιδιωτικές δομές και διαφημίζοντας την όλη επιχείρηση ως επαναπατρισμό. Πρόσφατα επιχειρήθηκε κάτι παρόμοιο με τα λεηλατημένα Γλυπτά του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο, προσβλέποντας μόνο και μόνο σε βραχυπρόθεσμο προεκλογικό όφελος.

Σε αυτό το πλαίσιο εγγράφεται και η αλλαγή του νομικού καθεστώτος των πέντε μεγάλων μουσείων της χώρας. Είναι ένα ακόμη βήμα προς ένα μέλλον στο οποίο η διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς θα έχει τον χαρακτήρα συναλλαγών ανάμεσα στις εκάστοτε κυβερνήσεις και ιδιωτικούς φορείς. Το όφελος για την τοπική κοινωνία και οικονομία δεν θα είναι τίποτε περισσότερο από ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα, ενώ στην ουσία τα μνημεία και οι πολίτες αυτής της χώρας θα καταλήξουν απάτριδες, με άλλα λόγια πρόσφυγες στο ίδιο τους το σπίτι.

*Ο Τάσος Τανούλας είναι αρχιτέκτων ΜΑ, δρ ΕΜΠ, ΥΠΠΟ, ΕΣΜΑ/ΥΣΜΑ (19762016), πρόεδρος της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής του ICOMOS

Documento Newsletter