Προδημοσίευση από το μυθιστόρημα της Λίλας Τρουλινού με τίτλο «Το ίδιο χώμα» το οποίο θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Περισπωμένη τις τελευταίες ημέρες του Μαΐου.
Η ιστορία αφορά δύο έφηβους, τον Αγγελή και τον Χρυσάφη, οι οποίοι ζουν σε ένα ορεινό χωριό της Κρήτης και «γνωρίζουν» πώς να ταξιδεύουν στον χρόνο. Ξεκινούν μαζί ένα ταξίδι στην εποχή της Ενετοκρατίας, και μετά στην περίοδο της Κατοχής, προσπαθώντας να αποκαταστήσουν την τάξη μέσα στο οδυνηρό χάος της εποχής τους. Το νέο βιβλίο της Λίλας Τρουλινού, Το ίδιο χώμα, καταδύεται με τόλμη στην ιστορία της Κρήτης ανασταίνοντας πειστικά μπροστά μας στιγμές, τοπία, μορφές και βλέμματα ανθρώπων, γόους και χαρές κάτω από τα αειθαλή φυλλώματα των λιόδεντρων. Ιστορικό μυθιστόρημα, με στοιχεία παραμυθιού και ορμητικής φαντασίας, ένα «μυθιστόρημα μαθητείας», ένα Bildungsroman, καθώς τα δύο παιδιά μέσα από το ταξίδι ωριμάζουν, συνειδητοποιούν την ταυτότητά τους και το ρόλο τους στον κόσμο.
Ακολουθεί απόσπασμα από το βιβλίο
Κοιτάζω τα λιβάδια της κόκκινης τουλίπας. Και τότε θυμάμαι.
«Ρε συ, εδώ είχαμε έρθει εκδρομή με το σχολείο. Θυμάσαι;»
«Ναι, ρε. Στη Δευτέρα Γυμνασίου».
«Μόνο που το οροπέδιο τώρα καλλιεργείται».
«Για δες κηπευτικά!»
«Και λιόδεντρα!»
«Και τα αυτοκίνητα εξαφανισμένα!»
«Τι καλά!»
«Δεν καθόμαστε κάτω από εκείνη την ελιά;»
«Μου κόπηκε η ανάσα».
«Το ίδιο χώμα».
Στον ίσκιο της φουντωτής ελιάς δροσίζεται μια ηλικιωμένη γυναίκα. Μας χαιρετάει. Μας πιάνει την κουβέντα. Ο φίλος μου αναπηδάει όταν ακούει το όνομά της: Καλή Καλονατοπούλα, χήρα του μακαρίτη Αντρουλή Ασπρέα. Την κοιτάει με δέος. Η γυναίκα που θα μας βοηθήσει στο ταξίδι είναι δίπλα μας. Όπως ακριβώς μας υποσχέθηκε η γιαγιά του. Δεν άργησε να μας βρει.
Ο γιος της είναι μακριά, στο Ρέθυμνο, δουλεύει στον καινούριο φούρνο στη Μεγάλη Πόρτα, λαβοράντε, λέει με καμάρι, στου μαΐστρου Γιακουμή. Είχε μαθητεύσει δίπλα του τέσσερα χρόνια, και τώρα φτιάχνει παξιμάδια για τον ενετικό στόλο. Και κάθε τόσο τρέχει να δει τον θείο του, τον παπά Δημήτρη τον Ασπρέα, που μένει στην Καρέα. Απλώνει τα δυο της χέρια στον ουρανό και καλεί νεκρούς και ζωντανούς. Μας λέει, ενώ ξεβοτανίζει ένα κομμάτι κηποχώραφο, πως όταν πέθανε ο άντρας της, την έδιωξε ο αδελφός του. Κι έτσι γύρισε ξανά στον τόπο της, και είναι, όπως παλιά, στη δούλεψη της μεγαλόπρεπης εξαδέλφης του άρχοντα Ματθαίου Καλλέργη, στην έπαυλή του στον Μέρωνα, δίπλα στον λαμπρό ναό της Παναγίας, που ανήκει από παλιά στην ένδοξη οικογένεια. Στο στόμα της έχει μόνο τρία δόντια.
Όταν αρχίσουν να στεγνώνουν τα κηποχώραφα απ’ τις βροχές, ανηφορίζουν οι χωρικοί στης Γιους τον Κάμπο για να καλλιεργήσουν. Άνοιξη καλοκαίρι, μια εποχή, σπορά και θερισμός, γονατισμένοι στο εύφορο χώμα στρέφουν το βλέμμα μ’ ευγνωμοσύνη στον ανέφελο ουρανό. Πηγαινοέρχονται με τα μουλάρια στα χωριά. Κάποιοι μένουν στον κάμπο, το βράδυ πλαγιάζουν σε πρόχειρες στρωμνές.
Οι γυναίκες κάθονται χάμω στη γη. Λύνουν τα κεφαλομάντηλα, λιγάκι να ανασάνουν, σπάζουνε τα κριθαροκούλουρα στη μέση. Τα βουτούν σε μια κούπα νερό. Γεμίζουν τις χούφτες μας με μαύρες ελιές. Καθισμένοι στον ελαιώνα, στη σκιά των αιωνόβιων δένδρων κοιτάμε τον ήλιο που δύει. Περίκλειστη από τους μαβιούς ορεινούς όγκους και τους χαμηλότερους λόφους απλώνεται η κοιλάδα του Αμαρίου με τα πολλά ρυάκια της και τα ποτάμια, τον Σμιλιανό και τον Γενιανό, που ύστερα γίνεται Λυγιώτης. Κι οι δύο συμβάλλουν στον ποταμό Πλατύ, τον αρχαίο Ηλέκτρα, Άγιο Γαλήνη τον είπε η Καλή. Πίσω από τις μενεξεδιές κορυφές του Σιδέροντα μαντεύουμε της θάλασσας την αέναη κίνηση. Το θέαμα του σούρουπου που έρχεται μας συγκλονίζει. Ο ουρανός είναι ένα λιβάδι με φλογερές τουλίπες που όσο πάει και σκοτεινιάζει.
«Πρέπει να βγήκαμε στον Μάη, αλλιώς δεν θα ’ταν ανθισμένα τα ορεινά λιβάδια», λέει ο Αγγελής και γέρνει στον ώμο μου να κοιμηθεί, κι εγώ του ψιθυρίζω:
«Τη νύχτα, όταν δεν βλέπουμε, λέει η μάνα μου, ανάβουμε ένα φως για τον εαυτό μας… Γιατί πώς αλλιώς θα δούμε όνειρα; Περιπλανιόμαστε μέσα στη νύχτα ανάβοντας φωτιές».
[Απόσπασμα από το βιβλίο της Λίλας Τρουλινού, Το ίδιο χώμα – Κατεβαίνοντας τις ανηφόρες της ιστορίας, Περισπωμένη, 2021]
Βιογραφικό της συγγραφέα
Η Λίλα Τρουλινού γεννήθηκε το 1961. Κατάγεται από τη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε φιλολογία, φιλοσοφία και θέατρο. Μέχρι το 1995 έζησε στη Θεσσαλονίκη και έκτοτε ζει και εργάζεται στην Κρήτη. Έχει ασχοληθεί με μεταφράσεις φιλοσοφικών έργων και τη γλωσσική επιμέλεια κειμένων. Έχει γράψει τις νουβέλες “Στον κάμπο στροβιλίζονται τ’ αγκάθια” και “Αουρέλια – Η πρώτη μνήμη”(Περισπωμένη, 2016 και 2017 αντίστοιχα).