Προδημοσίευση: «Όσο οι λεμονιές ανθίζουν» της Ζούλφα Κατού

Προδημοσίευση: «Όσο οι λεμονιές ανθίζουν» της Ζούλφα Κατού

Το Documento εξασφάλισε προδημοσίευση από το μυθιστόρημα της Ζούλφα Κατού (Zoulfa Katouh) «Όσο οι λεμονιές ανθίζουν» (εκδόσεις Διόπτρα, μτφρ. Αλέκος Αντωνίου) που θα κυκλοφορήσει στα βιβλιοπωλεία στις 4 Οκτωβρίου. 

«Κάποτε θα γυρίσουμε πίσω. Θα φυτέψουμε νέες λεμονιές. Θα ξαναχτίσουμε τις πόλεις μας. Και θα είμαστε ελεύθεροι». Το μυθιστόρημα «Όσο οι λεμονιές ανθίζουν» που αποτελεί το ντεμπούτο της Ζούλφα Κατού εξετάζει τη Συριακή Επανάσταση μέσα από τα μάτια της δεκαοκτάχρονης Σαλάμα, η οποία καλείται να ισορροπήσει το καθήκον απέναντι στη χώρα και απέναντι στον εαυτό της. Η συγγραφέας αντιπαραβάλλει σκληρές στιγμές με αναμνήσεις από ειρηνικούς καιρούς, συνθέτει ένα πορτρέτο της πρώτης αγάπης, ενώ αναδεικνύει το κόστος της επανάστασης.

Η Σαλάμα σπουδάζει φαρμακευτική, ενώ η σημαία της Συριακής Επανάστασης ετοιμάζεται να ταξιδέψει μακριά παίρνοντας μαζί και τα όνειρά της. Η πόλη Χομς πολιορκείται από τον κυβερνητικό στρατό. Παντού ξεκοιλιασμένα γκρίζα κτίρια, ο κόσμος λιμοκτονεί και η ίδια αναγκάζεται να γίνει εθελόντρια νοσηλεύτρια βοηθώντας όσους μπορεί, κλείνοντας τα μάτια όσων δεν μπορεί. Σφίγγει το χιτζάμπ γύρω από τον λαιμό της, καθώς σφυρίζουν σφαίρες, πέφτουν βόμβες, ξεσπούν άγριες μάχες. Ανάμεσα στους νεκρούς, η οικογένειά της.
Να μείνει να πολεμήσει για την επανάσταση ή να εγκαταλείψει τη Συρία; Η Λέιλα και το αγέννητο μωρό της είναι ό,τι έχει απομείνει στη Σαλάμα. Μαζί με τη φωνή της μητέρας της, είναι οι ξέθωρες κλωστές που την ενώνουν με το παρελθόν της. Εκτός κι αν λογαριάσει τον Χάουφ, μια παραίσθηση της φρίκης, που κάθε μέρα την προτρέπει να φύγει· κάθε μέρα εκείνη αρνείται. Όταν συναντά τον Κενάν, το αγόρι με τα ζωηρά πράσινα μάτια, θα συνειδητοποιήσει όσα την ενώνουν και όσα τη χωρίζουν από τους δικούς της ανθρώπους και από την πατρίδα της. Δεν βρίσκονται σε πόλεμο. Για όσο οι λεμονιές ανθίζουν… θα ζουν την επανάσταση!
Η Σαλάμα πρέπει να αποφασίσει ποια είναι η δική της θέση.

Το μυθιστόρημα της Ζουλφα Κατού θα κυκλοφορήσει στις 4 Οκτωβρίου από τις εκδόσεις Διόπτρα, σε μετάφραση Αλέκου Αντωνίου

Ακολουθεί απόσπασμα από το βιβλίο

«Έχεις χτυπήσει;» ρωτάω μέσα από σιωπηλά δάκρυα.
Δεν σταματάει το τραγούδι, αλλά η φωνή του γίνεται πιο σιγανή. Πιάνω τον σφυγμό του· είναι αργός και αφύσικος. Δεν βλέπω κανένα τραύμα.
«Έχεις χτυπήσει;» ρωτάω πάλι με αγωνία. Μ’ αυτό τον ρυθμό, η καρδιά του θα σταματήσει.
Γυρίζει προς το μέρος μου. «Με λένε Άχμαντ. Είμαι έξι χρονών. Μπορείς να με βοηθήσεις να βρω τη μαμά μου;» λέει ήρεμα. Τα μάτια του, σκούρα γαλανά, είναι τόσο βαθιά στο κρανίο του, που φοβάμαι μήπως εξαφανιστούν.
Είναι σε κατάσταση σοκ. Βγάζω την ποδιά μου, την τυλίγω γύρω του. Ζεσταίνω τα χέρια του στα δικά μου και τα φιλάω.
«Ναι, χαμπίμπι – αγάπη μου. Θα βρω τη μαμά σου. Μπορείς να μου πεις αν πονάς;»
«Νιώθω περίεργα».
«Πού;»
«Το κεφάλι μου. Νυ…στάζω» –βήχει άγρια– «και το στήθος μου… δεν ξέρω».
Εσωτερική αιμορραγία.
Ουρλιάζω να έρθει ο δόκτωρ Ζιάντ. Ο γιατρός τρέχει στο πλευρό μου και πιάνει τον σφυγμό του Άχμαντ. Ο Άχμαντ τού λέει ότι διψάει, ενώ ο δόκτωρ Ζιάντ εξετάζει το κεφάλι του. Η ακραία δίψα μόνο ένα πράγμα μπορεί να σημαίνει. Μ’ έναν βαθύ αναστεναγμό, κουνάει το κεφάλι.
«Τι σημαίνει αυτό;» ζητάω να μάθω. «Τον παρατάτε;»
«Σαλάμα, δεν έχουμε νευροχειρουργό. Κανένας δεν ξέρει πώς να χειρουργήσει μια εσωτερική αιμορραγία στον εγκέφαλο».
Ο τόνος του είναι σοβαρός, βαθιά λυπημένος.
«Τι; Ώστε απλώς θα τον αφήσουμε να;…» Μιλάω σιγανά, αλλά δεν μπορώ να αρθρώσω την τρομερή λέξη. Δεν θέλω να την ακούσει ο Άχμαντ.
Ο δόκτωρ Ζιάντ σπρώχνει απαλά τα μαλλιά του Άχμαντ από το μέτωπό του. Το σκεπάζουν σταγόνες ιδρώτα. Καταπίνω τη χολή στον λαιμό μου.
«Πονάς, γιε μου;» ρωτάει. Ο Άχμαντ γνέφει αρνητικά.
«Αδρεναλίνη και σοκ. Δεν χρειάζεται μορφίνη. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα πέρα από το να κάνουμε καλύτερες τις τελευταίες του στιγμές».
«Θα του κάνω μετάγγιση αίματος».
Κάνω μεταβολή προς το σημείο όπου φυλάμε τον εξοπλισμό. Ως μηδέν αρνητική είμαι καθολική δότρια. Έχουμε ένα χειροκίνητο μηχάνημα που έφτιαξε ο δόκτωρ Ζιάντ για να μεταγγίζει αίμα στους ασθενείς επειδή τα κανονικά μηχανήματα μετάγγισης δεν λειτουργούν πάντα. Όχι με τις ελλείψεις σε ηλεκτρικό ρεύμα.
«Μπορώ να του δώσω το αίμα μου. Θα του δώσω…»
«Δεν θα βοηθήσει», λέει με πονεμένη φωνή.
«Δόκτωρ Ζιάντ…»
Σηκώνει το χέρι του για να με διακόψει.
«Σαλάμα, δεν θα βοηθήσει. Αν μπορούσα να δώσω τη ζωή μου για να σωθεί αυτό το παιδί και να είναι καλά και γερό, θα το έκανα. Αλλά δεν μπορώ. Δεν μπορώ να το βοηθήσω. Όμως μπορώ να βοηθήσω το κοριτσάκι που τα έντερά του είναι χυμένα στο πάτωμα. Δεν μπορούμε να τους σώσουμε όλους».
Φεύγει προτού βάλω τις φωνές.
«Θείτσα…» αρχίζει ο Άχμαντ με σιγανή φωνή, σταματώντας για να πάρει ανάσα.
«Ναι, χαμπίμπι;»
Γυρίζω και παίρνω πάλι τα χέρια του στα δικά μου. Αν ζήσεις, θα σε φροντίσω εγώ, ορκίζομαι. Μόνο ζήσε. Σε παρακαλώ. Μόνο ζήσε.
«Θα πεθάνω;» ρωτάει, και δεν βλέπω κανένα φόβο. Όλα τα εξάχρονα ξέρουν τι είναι ο θάνατος; Ή μόνο τα παιδιά του πολέμου; Τα χέρια μου τρέμουν.
«Φοβάσαι τον θάνατο;» απαντάω μόνο.
«Δεν…»
Βήχει και κάτι κόκκινο στάζει από τα χείλη του. Θεέ μου.
«Δεν ξέρω. Ο Μπαμπάς πέθανε. Η Μαμά λέει ότι είναι στον ουρανό. Θα πάω κι εγώ στον ουρανό;» Ανατριχιάζω. «Ναι, θα πας. Θα δεις τον μπαμπά σου εκεί».
Χαμογελάει γλυκά.
«Αλχαμντουλιλά – δόξα τω Θεώ», ψιθυρίζει. «Τι μπορώ να κάνω στον ουρανό, θείτσα;»
Πώς μπορεί ένα παιδί να είναι τόσο ψύχραιμο μπροστά στον θάνατο;
Καταπίνω τα δάκρυά μου, μέσα μου πνίγομαι.
«Θα παίζεις όλη μέρα. Υπάρχουν παιχνίδια και φαγητά και καραμέλες και όλα όσα θα ήθελες ποτέ».
«Μπορώ να μιλήσω και στον Θεό;»
Η ερώτησή του με ξαφνιάζει. «Φυ… φυσικά μπορείς, για όμρι».
«Ωραία».
Καθόμαστε σιωπηλοί για μερικά λεπτά και ακούω τους πνεύμονές του να παλεύουν. Ήδη τα μάτια του δεν εστιάζουν, οι αναπνοές του γίνονται όλο και πιο ρηχές με το κάθε δευτερόλεπτο.
Προσεύχομαι για την ψυχή του και απαγγέλλω ψιθυριστά στίχους από το Κοράνι.
«Θείτσα… μην κλαις… όταν πάω στον Ουρανό… θα τα πω όλα… στον Θεό», λέει με πνιχτή φωνή.
Σηκώνω τα μάτια και το πρόσωπό του είναι ακίνητο. Τα μάτια του γυαλίζουν και θα ’λεγε κανείς ότι αστεράκια έχουν πιαστεί στις γαλάζιες ίριδές του.

Βραβεία και διακρίσεις
• Καλύτερο ΥΑ βιβλίο της χρονιάς από Washington Post
• Καλύτερο ΥΑ βιβλίο της χρονιάς από Αmazon
• Καλύτερο ΥΑ βιβλίο της χρονιάς από τη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης
• Στη βραχεία λίστα των Βritish Book Awards
• Το πρώτο ΥΑ μυθιστόρημα Σύριας συγγραφέως που εκδίδεται ταυτόχρονα σε ΗΠΑ και Αγγλία

Είπαν για το βιβλίο
«Ο λυρικός τόνος της Zoulfa Κatouh, σε συνδυασμό με τον συγκινητικό τρόπο με τον οποίο αποτυπώνει τον πρώτο έρωτα, αναδεικνύει ακράδαντα τόσο το κόστος της επανάστασης όσο και τη δύναμη που χρειάζεται για να παλέψει κανείς για τις πεποιθήσεις του».
Publishers Weekly, starred review

«Το καθηλωτικό μυθιστορηματικό ντεμπούτο της Zoulfa Katouh μοιάζει με σενάριο των Ruta Sepetys και Julie Berry. Η ιστορία αυτή και οι χαρακτήρες της θα αγαπηθούν ιδιαίτερα κυρίως από εφήβους μεγαλύτερης ηλικίας».
School Library Connection, starred review

«Οι αναγνώστες θα καθηλωθούν από την εξαιρετική χρήση της γλώσσας σε αυτό το αξιομνημόνευτο μυθιστόρημα που τιμά τις ιστορίες αμέτρητων Σύριων».
Kirkus

Λίγα λόγια για τη συγγραφέα

Η Ζούλφα Κατού είναι Καναδή με συριακές ρίζες και ζει στην Ελβετία. Αυτή τη στιγμή κάνει το μεταπτυχιακό της στη Φαρμακευτική και βρίσκει την έμπνευση του Studio Ghibli στα βουνά, στις λίμνες και στα αστέρια που την περιβάλλουν. Όταν δεν μιλάει στον εαυτό της στο δάσος, πίνει παγωμένο καφέ, ψήνει μπισκότα και κέικ και λέει ότι οφείλει την έμπνευσή της στους BTS. Ένα όνειρό της είναι να πείσει τον Kim Nam-joon να διαβάσει ένα από τα βιβλία της. Αυτό είναι το πρώτο της μυθιστόρημα. Μπορείτε να την επισκεφθείτε στο zoulfakatouh.com.

 

Ετικέτες

Documento Newsletter