Προδημοσίευση: «Πικρό γάλα» του Μένιου Σακελλαρόπουλου

Το Documento εξασφάλισε προδημοσίευση από το βιβλίο του Μένιου Σακελλαρόπουλου «Πικρό γάλα» (Εκδόσεις Ψυχογιός) που κυκλοφορεί στις 10 Οκτωβρίου στα βιβλιοπωλεία.

Λίγα λόγια για το βιβλίο

Γιάννενα, 1960.

Το νήμα της ζωής, τυλιγμένο με αγκάθια και πόνο, ενώνει απρόσμενα δυο πιτσιρίκια σε μια από τις παιδοπόλεις της Φρειδερίκης, τον Ζηρό. Ο Φώτης κι ο Διονύσης περνάνε μαζί με την Ελλάδα τον δικό τους Γολγοθά. Δυο τρομοκρατημένες παιδικές ψυχές γνωρίζουν σκληρούς επιτηρητές και ομαδάρχες, μακριά από την αγκαλιά και την ασφάλεια της μάνας. Γίνονται σταυραδέλφια και προσπαθούν να επιβιώσουν σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον. Ο Φώτης μετατρέπεται σε αγρίμι κι η ζωή του σημαδεύεται από αποδράσεις, μετέωρες σκέψεις, αγάπη και μίσος για τη μάνα του, αμφισβήτηση της ίδιας της ζωής. Όλα στην κόψη του ξυραφιού, δίπλα στη λίμνη της κυρα-Φροσύνης. Τα δυο παιδιά χάνονται μέσα στον χρόνο. Η ζωή δεν έχει πει την τελευταία λέξη…

Ένα μοναδικό ταξίδι στην Ιστορία της Ελλάδας, στα χρόνια της βασιλείας, της δικτατορίας και της Μεταπολίτευσης. Μια αληθινή σπαρακτική ιστορία, μέσα από τα μάτια του αγριμιού της Ηπείρου, που συγκλονίζει και τον πιο ψυχρό αναγνώστη.

Προδημοσίευση

Η τιμωρία όμως ήταν χειρότερη απ’ αυτή που περίμεναν. Η Προκοπία έδεσε τον Φώτη σε μια ελιά με τη γνωστή εντολή: να περνάνε οι υπόλοιποι και να τον φτύνουν, «γιατί είναι το χειρότερο παιδί εδώ μέσα και δε βάζει μυαλό. Κι όσο δε βάζει, αυτά θα παθαίνει».

Παρότι υπέφερε πολύ μέσα του, κράτησε τα μάτια του ανοιχτά για να βλέπει ποιοι τον φτύνουν κανονικά και ποιοι προσπαθούν να μην τον πετύχουν.

Ο Διονύσης είχε ένα διαφορετικό μαρτύριο. Χωρίς φτύσιμο –επειδή δεν είχε δώσει άλλα δικαιώματα– όμως το ίδιο αηδιαστικό. Επί τρεις μέρες καθάριζε τα αποχωρητήρια, κι αυτό για εκείνον, που σιχαινόταν πολύ, ήταν ένα μεγάλο δράμα.

Όταν τελείωσε και η ποινή του Διονύση, ο Φώτης, που πήγαινε κρυφά να τον βοηθά, τον ρώτησε με σοβαρό ύφος βλέποντάς τον λιγομίλητο: «Θέλω να ξέρω αν με μισείς».

«Πώς σου ήρθε;»

«Αυτές τις μέρες δε μου μιλάς πολύ… Μήπως επειδή σου είπα να περιπλανηθούμε και τιμωρηθήκαμε;»

Ο Διονύσης τον έπιασε από τον ώμο: «Όχι, αλήθεια όχι. Αλλά σκέφτομαι πολύ αυτές τις μέρες ότι έχεις δίκιο. Εδώ μέσα είναι μαρτύριο! Χάρηκα που φύγαμε και νιώσαμε αλλιώς. Κι αν θες να ξέρεις, πέρασα ωραία!».

Η χαρά του Φώτη ήταν τεράστια. Φωτίστηκε το πρόσωπό του, το οποίο μετά την τιμωρία της φτυσιάς έπλενε δέκα φορές τη μέρα!

Κι ύστερα, πάλι με σοβαρό ύφος, γύρισε και τον ρώτησε: «Είμαστε αδέλφια, Διονύση;».

«Είμαστε!»

«Θέλω να γίνουμε κανονικά από σήμερα. Κανονικά!»

«Πώς γίνεται αυτό;»

«Άκου, μου το είπε χθες ο Πασχάλης που τα ξέρει όλα. Θα κάνουμε ο καθένας από μια χαρακιά στο χέρι –όχι μεγάλη, μη φοβάσαι– και θα ενώσουμε το αίμα μας! Ε, από εκείνη τη στιγμή και μετά θα είμαστε αδέλφια, με το ίδιο αίμα! Το έκαναν ο Νικηταράς με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο! Ο Πασχάλης μού το είπε κι αυτό! Θέλεις να το κάνουμε;»

Ο Διονύσης, βλέποντας τον τεράστιο ενθουσιασμό του, ήθελε πολύ να τον ευχαριστήσει. Πάντα χαιρόταν με τη χαρά του και προσπαθούσε να την κάνει μεγαλύτερη.

«Ναι! Θέλω πολύ! Γιατί αλήθεια είμαστε σαν αδέλφια, μόνο εσένα εμπιστεύομαι εδώ και μαζί περνάμε τα κακά και τα καλά. Κι αφού υπάρχει τρόπος, ας γίνουμε κανονικά αδέλφια!»

Τους πήρε αρκετή ώρα για να καταλήξουν στο σχέδιο, αφού είχαν διαφωνίες ως προς τον τρόπο εφαρμογής του. Ο Διονύσης έλεγε ότι θα ήταν καλύτερα να πέσουν στο χώμα με τα χέρια, ώστε να κάνουν γρατζουνιές, όπως συνέβαινε όταν έπαιζαν μπάλα, ο Φώτης ισχυριζόταν ότι έτσι μπορεί είτε να μην είχαν σωστό αποτέλεσμα είτε να χτυπήσουν και να πονέσουν, ενώ θα ήταν πιο εύκολο να κάνουν μια γρατζουνιά με κάτι αιχμηρό.

Τον έπεισε με το επιχείρημά του και του ζήτησε να τον περιμένει στο δασάκι πίσω από τα δωμάτια των επιτηρητών, εκεί απ’ όπου είχαν πάρει χώματα και πέτρες για να γεμίσουν το κρεβάτι της Αυγουστίας. Πετάχτηκε σαν βέλος μέχρι την κουζίνα, όπου όλοι τον συμπαθούσαν γιατί τους έκανε πολλές δουλειές ακόμα και με τη θέλησή του.

Ο μάγειρας, ο Λαυρέντης, ήταν απασχολημένος με τα μαγειρέματά του κι έτσι ο Φώτης, που τάχα μου πήγε να ρωτήσει τι φαΐ θα έτρωγαν, βρήκε την ευκαιρία να αρπάξει ένα μαχαίρι αλλά κι ένα πανί και να εξαφανιστεί. Σαν πουλί πέταξε μέχρι τον Διονύση, που τρόμαξε στη θέα του μαχαιριού κι άρχισε να ξαναρωτάει αν υπήρχε άλλος τρόπος ώστε να μην πονέσουν.

Ο Φώτης ξεφύσησε και του είπε: «Δε θα πονέσουμε. Θα το κάνω εγώ πρώτος. Εντάξει;».

Κράτησε το μαχαίρι με το καλό του χέρι, το δεξί, έσφιξε τα δόντια κι άρχισε να το πιέζει προσεκτικά μέσα στην παλάμη, δίπλα από το μεγάλο δάχτυλο. Μια χαραγματιά, όχι μεγάλη, έφερε σταγόνες αίματος, με τον Φώτη να πανηγυρίζει που τα κατάφερε αμέσως.

«Ήταν τόσο εύκολο, είδες;» είπε στον Διονύση, και του ζήτησε να απλώσει το δεξί του χέρι.

«Να μην το κάνω μόνος μου;»

«Μπορείς ή καλύτερα εγώ;»

«Καλά… Εσύ…»

Πίεσε το μαχαίρι με τον ίδιο τρόπο, αλλά η γρατζουνιά ήταν μεγαλύτερη και το αίμα περισσότερο.

«Οοοοχ!» πετάχτηκε ο Διονύσης, αμέσως όμως ο στιγμιαίος πόνος πέρασε.

Ένωσαν τις παλάμες τους, τις έσφιξαν κι ο Φώτης έκανε την ευχή: «Να είμαστε αδέλφια για τώρα και για πάντα! Μαζί στα καλά και στα κακά!».

Ο Διονύσης τον κοιτούσε και χαμογελούσε.

«Ε, Διονύση, μη γελάς. Πρέπει να το πεις κι εσύ!»

«Να είμαστε για πάντα αδέλφια για τώρα και για πάντα! Εμ, τα μπέρδεψα!»

«Ξαναπές το!»

«Να είμαστε αδέλφια για τώρα και για πάντα!»

«Στα καλά και στα κακά!»

«Στα καλά και τα κακά!»

Σκούπισαν με το πανί τα χέρια τους, χαμογέλασαν, πιάστηκαν από τον ώμο και ξεκίνησαν να πάνε πίσω να βρουν τους υπόλοιπους, που ήταν μαζεμένοι στο θεατράκι. Κάποιος θα τους μιλούσε για την πατρίδα και τη σημαία, και η Προκοπία είχε πει ότι όποιος έλειπε θα τιμωρούνταν πάρα πολύ αυστηρά. Συμφώνησαν ότι δεν υπήρχε λόγος να φάνε ξύλο αυτή τη μέρα που είχαν γίνει αδέλφια.

Σχετικά με τον συγγραφέα

Ο Μένιος Σακελλαρόπουλος δεν ασχολήθηκε με αποτρόπαια εγκλήματα, μετά τις σπουδές του στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Θράκης, παρά μόνο πολύ αργότερα, στα μυθιστορήματά του. Τον είχε κερδίσει ήδη η δημοσιογραφία, την οποία ταλαιπωρεί επί τριάντα εννιά συναπτά έτη. Ξεκίνησε μαθητής λυκείου ακόμα από το Φως, μύρισε το μελάνι στις εφημερίδες Βραδυνή, Έθνος, Ελεύθερος Τύπος, Αθλητική, Sportime, Derby, στα περιοδικά Εικόνες, Nitro, Active, Επίκαιρα, βούτηξε στα ερτζιανά (ΕΡΑ, Sport FM, Sentra FM, SPORT 24) κι από το 1992 ως το 2017 ήταν στο Mega Channel. Έκανε τρεις φορές τον γύρο της Ευρώπης, φτάνοντας ως τη Νότια Αφρική, με εκατοντάδες ρεπορτάζ και χιλιάδες βίντεο, όλα με ένα δικό του χρώμα. Είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΠΣΑΤ, από τον οποίο έχει βραβευτεί τέσσερις φορές για τηλεοπτικά θέματα. Παραμένει έφηβος και εκρηκτικός, συνεχίζει να ονειρεύεται, να χαμογελάει, να σαρκάζει και να αυτοσαρκάζεται, και πιστεύει στην… άσπρη μέρα. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία του ΤΟ ΣΗΜΑΔΙ, ΔΕΚΑΤΡΙΑ ΚΕΡΙΑ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ και Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΣΥΜΒΟΛΩΝ και Η ΠΥΡΑΜΙΔΑ ΤΗΣ ΟΡΓΗΣ.

Info

Το «Πικρό γάλα» (Εκδόσεις Ψυχογιός) του Μένιου Σακελλαρόπουλου κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία στις 10 Οκτωβρίου.

https://www.psichogios.gr/site/Books/show/1006331/pikro-gala

Ετικέτες