Ηδη από το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησης η κυβέρνηση Μητσοτάκη έθεσε το στίγμα της, επιχειρώντας ακόμη και εκ των υστέρων να διεκδικήσει λίγη από τη «δόξα» της τρόικας.
Μέσα στους πρώτους μήνες θεσμοθετήθηκε πλήθος προτάσεων του ΣΕΒ στο όνομα της αύξησης της κερδοφορίας και της εντατικοποίησης της παραγωγής, όπως η υποβάθμιση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, η κατάργηση του βάσιμου λόγου απόλυσης, η αποδιάρθρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και η κατάργηση του δικαιώματος των εργαζομένων για προσφυγή στη διαιτησία.
Η έξαρση της πανδημίας και η υγειονομική κρίση λειτούργησαν προωθητικά στον κυβερνητικό σχεδιασμό, ενώ το έκτακτο της συνθήκης αξιοποιήθηκε ως άλλοθι για την εκτεταμένη χρήση των πράξεων νομοθετικού περιεχομένου (ΠΝΠ) ως τρόπου νομοθέτησης.
Μέτρα όπως η δυνατότητα αναστολής συμβάσεων, η δυνατότητα της εκ περιτροπής εργασίας και μερικής απασχόλησης με ταυτόχρονη μείωση μισθού κατά 20%, η μη δήλωση υπερωριών και η μη πληρωμή δώρου Πάσχα, παρότι θεσμοθετήθηκαν με ορισμένη ισχύ, δεν αποκλείστηκε από τον αρμόδιο υπουργό να επεκταθούν. Παράλληλα, η στήριξη αυτοαπασχολουμένων, ανέργων και εποχιακά εργαζομένων είναι ελλιπής έως ανύπαρκτη.
Αν υπάρχει μια φράση που αποτυπώνει χαρακτηριστικά τον σχεδιασμό της κυβέρνησης, είναι του υπουργού Εργασίας Γιάννη Βρούτση, σύμφωνα με τον οποίο «νομοθετούν από την αρχή ένα νέο εργατικό δίκαιο». Φράση που χρησιμοποιήθηκε ως παραμορφωτικός φακός της αποδόμησης του θεσμικού πλαισίου προστασίας των εργαζομένων.
Η άρση του lockdown βρίσκει τους εργαζόμενους αντιμέτωπους με μια νέα πραγματικότητα. Η κρίση που πλήττει την ελληνική οικονομία ως αποτέλεσμα των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας εντείνει την ανασφάλεια και προοιωνίζεται ένα δυστοπικό μέλλον για τη νεολαία και τους εργαζόμενους. Ο τουρισμός και η εστίαση, που απασχολούν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους, αρκετοί από αυτούς νέοι, θα δεχτούν το σημαντικότερο πλήγμα και αν δεν υπάρξουν εμπροσθοβαρή μέτρα ενίσχυσης των κλάδων και των εργαζομένων θα οδηγηθούμε σε κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας, ενώ νέες μορφές εργασίας, όπως η τηλεργασία, απαιτούν τη διαμόρφωση ενός πλαισίου προστασίας, παρά τις δομικές δυσκολίες.
Απέναντι στην εργασιακή ζούγκλα, την ανεργία και την επισφάλεια, το δικαίωμα στην εργασία αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση. Η νεολαία αποτελεί την κοινωνική εκείνη δύναμη που θα συμβάλει στην επόμενη ημέρα διεκδικώντας τη στήριξη των εργαζομένων και των επιχειρήσεων ενάντια στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς και το μνημονιακό déjà vu. Η θέσπιση ειδικού πλαισίου για τον έλεγχο της τηλεργασίας, η εξειδίκευση των κανόνων ασφαλείας και υγείας, η εντατικοποίηση των ελέγχων αλλά και η υποχρέωση διατήρησης των συμβάσεων εργασίας και η σαφής απαγόρευση της δυσμενούς μετατροπής των συμβάσεων αποτελούν άμεσα μέτρα για την άμβλυνση των συνεπειών της ύφεσης.
Η ουσιαστική επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, ο περιορισμός των συμβάσεων μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης, η συρρίκνωση και κατάργηση των ελαστικών μορφών εργασίας, η αναβάθμιση του θεσμικού πλαισίου για την πάταξη της παραβατικότητας στους χώρους εργασίας, ο συντονισμός των δράσεων και η ενίσχυση των δομών για την προώθηση της απασχόλησης οφείλουν να αποτελέσουν το πλαίσιο υπεράσπισης των εργαζομένων και ιδιαίτερα των νέων. Αν δεν θέλουμε να χάσουμε κι άλλες γενιές… Δεν μας παίρνει. Πρέπει να Μείνουμε Ορθιοι.
Ο Δημήτρης Σκαλτσής είναι υποψήφιος διδάκτορας Ιστορίας, συντονιστής Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ Μαγνησίας