Η είδηση έφτασε στα δημοσιογραφικά γραφεία αλλά, όπως γίνεται εδώ και έναν χρόνο, ελάχιστα απασχόλησε όσους επιλέγουν αυτό που εμείς οι δημοσιογράφοι ονομάζουμε ατζέντα.
Σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία παρουσιάζεται σημαντική εξάπλωση της νόσου Covid-19 στην Ελλάδα το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ) ενημέρωσε την περασμένη Τρίτη ότι «εξαιτίας της αλόγιστης χρήσης των εξετάσεων ξεπεράστηκε το όριο της δυνατότητας προμήθειας αντιδραστηρίων».
Με απλά ελληνικά, το ΕΚΕΑ «δεν δύναται να πραγματοποιεί τον μοριακό έλεγχο του Covid-19». Υπό κανονικές συνθήκες η είδηση θα χτυπούσε συναγερμό στα δημοσιογραφικά γραφεία. Να σκεφτεί κανείς ότι και το ταμείο υγείας των δημοσιογράφων, ο ΕΔΟΕΑΠ, την ίδια περίοδο διενεργούσε τεστ στα μέλη του.
Τίποτε από τα παραπάνω δεν συνέβη. Ουδείς αναζήτησε τις κυβερνητικές ευθύνες πίσω από το απίστευτο φαινόμενο το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας να ξεμένει από αντιδραστήρια την πιο κρίσιμη ίσως περίοδο. Την ώρα που οι πολίτες καλούνται να στείλουν τα παιδιά τους στα σχολεία φορώντας μάσκες ακόμη και κατά τη διάρκεια των μαθημάτων.
Πρόκειται για τα ίδια ΜΜΕ που είχαν φιλοξενήσει μερικές ώρες πριν εκτενή ρεπορτάζ για τη σύζυγο του υπουργού Υγείας, η οποία θα φέρει στον κόσμο το παιδί του.
Πρόκειται για τη δημοσιογραφία της κλειδαρότρυπας ή για κάτι άλλο πιο σοβαρό και πιο μεγάλο.
Πρόκειται για καραμπινάτη απόδειξη διαπλοκής μεταξύ των ΜΜΕ και της σημερινής κυβέρνησης από όποια πλευρά κι αν το δει κανείς, όπως κι αν επιχειρήσει να το αμπαλάρει.
Είναι αυτό που έλεγε ο Αμερικανός κωμικός Τζορτζ Κάρλιν: «Αν κάποιος χαμογελάει όλη την ώρα, μάλλον πουλάει κάτι που δεν λειτουργεί».