Πού οδηγεί ο ενεργειακός πόλεμος;

Οι µεγάλες περικοπές στις εξαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου ως αντίποινα για τη δυτική στήριξη προς την Ουκρανία οδήγησαν την ευρωπαϊκή τιµή αναφοράς πάνω από τα 300 ευρώ ανά µεγαβατώρα τον Αύγουστο του 2022, δέκα φορές πάνω από το κανονικό επίπεδο. Ωστόσο τους τελευταίους µήνες έχει υποχωρήσει στο επίπεδο των €50/MWh – που παραµένει υψηλό, αλλά πολύ περισσότερο διαχειρίσιµο για τις ευρωπαϊκές οικονοµίες, που βυθίζονταν σε µια κρίση κόστους ζωής.

Πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν πως τα χειρότερα από την ευρωπαϊκή κρίση φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας πέρασαν.

Ο βασικός λόγος γι’ αυτή την εκτίµηση είναι πως η Ευρώπη µαθαίνει γρήγορα να ζει χωρίς ρωσικό αέριο. Τους τελευταίους µήνες του 2022 η Ευρώπη είχε µειώσει την εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο κατά πάνω από 70%. Στην Ελλάδα µάλιστα τον Ιανουάριο του 2023 οι εισαγωγές ρωσικού αερίου που καλύπτουν την εγχώρια κατανάλωση ήταν µηδενικές. Μειωµένη ήταν και η κατανάλωση Αυγούστου 2022 – Ιανουαρίου 2023 κατά 22,6% σε σχέση µε τον µέσο όρο πενταετίας, υπερβαίνοντας τον ευρωπαϊκό στόχο µείωσης κατά 15%.

Εάν οι σηµερινές τιµές του φυσικού αερίου παραµείνουν, θα υπάρχει πολύ λιγότερη ανησυχία για τον πληθωρισµό και τις αυξήσεις των επιτοκίων.

Μοιάζει πως τελικά ο Πούτιν έκανε λάθος µε τη µεγάλη περικοπή των εξαγωγών φυσικού αερίου στην Ευρώπη το προηγούµενο διάστηµα, καθώς, αν και πέτυχε να αυξήσει τις τιµές προσωρινά, είχε υποτιµήσει την ικανότητα προσαρµογής των αγοραστών. Ισως το λάθος να εντοπίζεται στο γεγονός πως ο Πούτιν υπολόγισε λανθασµένα τον τρόπο µε τον οποίο η Ουκρανία θα αντιστεκόταν και ότι η ∆ύση δεν θα ήταν ενωµένη.

Το αποτέλεσµα όµως είναι το ίδιο. Η Ρωσία έχασε για πάντα τον µεγαλύτερο πελάτη της, την Ευρώπη. Και αυτό γιατί τώρα που η Ευρώπη συνηθίζει να ζει χωρίς ρωσικό αέριο γιατί να επιστρέψει σε αυτό; Η Ρωσία θα χρειαστεί τουλάχιστον µια δεκαετία για να φτιάξει αρκετούς αγωγούς και να ανακατευθύνει τις πωλήσεις φυσικού αερίου στην Ασία. Η ζηµιά συνεπώς είναι µεγάλη.

Είναι λοιπόν πιθανό πως η κρίση του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας όπως την ξέραµε µέχρι τώρα πλησιάζει στο τέλος της.

Το πετρέλαιο όµως; Εδώ τα πράγµατα είναι διαφορετικά. Είχε εκτιναχθεί για λίγο στα 139 δολάρια το βαρέλι πέρυσι, λίγο µετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αλλά έχει υποχωρήσει ξανά στα 80-85 δολάρια το βαρέλι. Η κινεζική όµως ζήτηση επανέρχεται (µετά το τέλος των zero Covid πολιτικών της Κίνας), η Ρωσία µειώνει την παραγωγή, το εµπάργκο εφαρµόζεται και µαζί µε την εγγενή έλλειψη διυλιστηρίων δεν προοιωνίζονται καλά νέα για τις τιµές του πετρελαίου και των διυλισµένων προϊόντων.

Οπως και να έχει, δεν πρέπει να µας διαφύγει ότι η ενέργεια είναι βασικός κόµβος στο σύµπλεγµα σοβινισµός – µιλιταρισµός – γεωπολιτικές αναθεωρήσεις /ανακατατάξεις, µέσω των οποίων ένας αρπακτικός καπιταλισµός επεκτείνει τη συσσώρευση πλούτου, αυξάνοντας προκλητικά τις ανισότητες.

Μέχρι να προχωρήσει η πράσινη µετάβαση σε ικανοποιητικό βαθµό, µε όρους ενεργειακής δηµοκρατίας, οι αγορές και οι συντελεστές της θα κρατούν τα κράτη και τους πολίτες σε αγωνία.

*Ο Χάρης Δούκας είναι αναπ. καθηγητής ΕΜΠ, γραμματέας Τομέα Ενέργειας ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ